Αν συμπτύξουμε σε λίγες παραγράφους τα τρια κρίσιμα συμπεράσματα από τον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών καταλήγουμε στα εξής:
-Αν και το ακροδεξιό κόμμα Εθνική Συσπείρωση -RN- κέρδισε τον πρώτο γύρο των γαλλικών κοινοβουλευτικών εκλογών, εντούτοις το πιο πιθανό μετά την κίνηση-ματ της κεντρώας συμμαχίας που στηρίζει ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και του Αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου, είναι να μην καταφέρει να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, στις 7 Ιουλίου.
Ο λόγος είναι το γαλλικό σύστημα επιτρέπει τους πολιτικούς ελιγμούς, όπως αυτόν κατά τον οποίο τα κόμματα μπορούν να αποσύρουν στρατηγικά τους υποψηφίους τους προκειμένου να συγκεντρώσουν υποστήριξη για έναν σύμμαχο και να κρατήσουν έναν αντίπαλο εκτός.
Εάν τελικά λοιπόν καταλήξουμε σε μια συγκυβέρνηση, όπου ο πρόεδρος και η κυβέρνηση είναι διαφορετικών πολιτικών τάσεων και ιδίως ενός κοινοβουλίου χωρίς ψήφο, το σύνταγμα δεν ορίζει κανένα κριτήριο με το οποίο ο Πρόεδρος θα ορίσει Πρωθυπουργό. Ως εκ τούτου ο Μακρόν θα έχει την ευχέρεια να διορίσει έναν τεχνοκράτη ή πολιτικό, που θα κρίνει ότι θα μπορεί να διαθέτει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι η ικανότητα της Λεπέν να προωθήσει τις πολιτικές της θα είναι περιορισμένη, ακόμη και αν σχηματίσει κυβέρνηση σχετικής πλειοψηφίας.
-Ένα δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι μάλλον απομακρύνεται το σενάριο να πάρει την εξουσία η ενωμένη αριστερά, εξέλιξη που θα σήμαινε καθαρή ρήξη με την πολιτική του Μακρόν και επιπλέον ετήσιες δαπάνες στον γαλλικό προϋπολογισμό της τάξης των 25 δις ευρώ το 2024, των 100 δις ευρώ το 2025 και των 150 δις ευρώ έως το 2027.
-Τέλος, ο Μακρόν ενισχύθηκε από τα ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά των ευρωεκλογών, κάτι στο οποίο συνετέλεσε και το γεγονός ότι η συμμετοχή των Γάλλων στην εκλογική κάλπη ήταν ιδιαίτερα αυξημένη, θυμίζοντας παλιότερες εποχές όπου η συμμετοχή των πολιτών στο πολιτικό γίγνεσθαι ήταν σαφώς μεγαλύτερη.
Από τα τρία παραπάνω συμπεράσματα γίνεται κατανοητό ότι το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των εθνικών εκλογών στη Γαλλία δεν ήταν το καλύτερο, αλλά τουλάχιστον δεν ήταν και το χειρότερο δυνατό. Το πιο σημαντικό δε είναι ότι αφήνει τα πάντα ανοικτά για τον δεύτερο γύρο και κυρίως δεν αποκλείει το πρώτο σενάριο.
Αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος που οι ευρωπαϊκές αγορές χθες σημείωσαν αξιοσημείωτη άνοδο, ενώ ανάσαναν και τα ομόλογα και το ευρώ.
Στην ουσία «γιόρτασαν» το γεγονός ότι η νίκη του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν ήταν μεν σημαντική, αλλά σαφώς μικρότερη του αναμενομένου και ότι η κίνηση ματ των κεντρώων και αριστερών δυνάμεων ψαλιδίζει τις πιθανότητες να αποκτήσει στον δεύτερο γύρο την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.
Ποια ήταν η κίνηση ματ που ώθησε χθες τις αγορές σε ανοδική αντίδραση
Κάτω από την προοπτική μιας απόλυτης πλειοψηφίας της ακροδεξιάς, οι ηγέτες της
Αριστεράς και του κεντρώου μπλοκ του Μακρόν δήλωσαν ότι θα αποσύρουν τους δικούς τους υποψηφίους που είναι τρίτοι στη σειρά, προκειμένου ο δεύτερος στην κατάταξη υποψήφιος να συγκεντρώσει τις ψήφους και να έχει αυξημένες πιθανότητες να νικήσει τον ακροδεξιό υποψήφιο.
Στην ουσία αποσύροντας τους τρίτους στη σειρά υποψηφίους, οι εκπρόσωποι του δημοκρατικού τόξου ενώνουν τις δυνάμεις τους.
Ήδη από την Κυριακή το βράδυ, σε αρκετές εκλογικές περιφέρειες ο τρίτος καλύτερος υποψήφιος αποσύρθηκε προκειμένου να βοηθήσει τον δεύτερο να νικήσει τον εκπρόσωπο του RN.
Υπάρχουν βέβαια προϋποθέσεις σε αυτή την απόσυρση. Για παράδειγμα, οι κεντρώοι του Μακρόν δήλωσαν ότι θα αποσυρθούν σε όσες εκλογικές περιφέρειες ο καλύτερος υποψήφιος από την αριστερά δεν προέρχεται από την ριζοσπαστική αριστερά.
Όπως και να έχει, οι υποψήφιοι που έχουν προκριθεί στον δεύτερο γύρο έχουν προθεσμία μέχρι σήμερα το βράδυ να αποφασίσουν αν θα αποσυρθούν από την κούρσα ή θα συνεχίσουν να αγωνίζονται.
Ως εκ τούτου, από αύριο θα αρχίσουμε να υπολογίζουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια κατά πόσον το γαλλικό εκλογικό σύστημα θα δώσει τη δυνατότητα μέσω των συμμαχιών που θα σχηματιστούν στον δεύτερο γύρο, να μειωθούν οι προοπτικές των υποψηφίων της Λεπέν όπως και εκείνες των υποψηφίων της σκληρής αριστεράς.
Βάση όλων των παραπάνω, κατά την άποψη της στήλης οι αγορές προεξόφλησαν χθες ότι κανένα πολιτικό μπλοκ δεν θα εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στο γαλλικό κοινοβούλιο.
Μια τέτοια εξέλιξη στην παρούσα φάση είναι ανακουφιστική για την επενδυτική κοινότητα, καθώς θα δυσκολέψει την πραγματοποίηση μιας μεγάλης στροφής από την οικονομική πολιτική του Μακρόν που είχε ως στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων και τον περιορισμό των δαπανών στα εξαιρετικά δαπανηρά δημοσιονομικά μέτρα που «διαφημίζει» η Λεπέν.
Για παράδειγμα, το RN θέλει το συντομότερο δυνατόν τον Ιούλιο να μειώσει τον ΦΠΑ στην ενέργεια, κάτι που, όπως λέει, θα κοστίσει 7 δις ευρώ για το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους και 12 δις ευρώ σε ένα πλήρες έτος.
Πώς θα αναπληρώσει αυτά τα κονδύλια; Mε την επίτευξη έκπτωσης 2 δις ευρώ επί της συνεισφοράς της Γαλλίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Βέβαια η κυρία Λεπέν δεν έχει εξηγήσει πώς θα γίνει αυτό από τη στιγμή που ο προϋπολογισμός του μπλοκ για το 2021-27 έχει προ πολλού ψηφιστεί.
Η σοβαρή πιθανότητα απομάκρυνσης της Γαλλίας από μια τέτοια δημοσιονομική πολιτική βοήθησε χθες το 10ετές κρατικό ομόλογο της Γαλλίας να κερδίσει έδαφος, περιορίζοντας το spread απόδοσης του σε σχέση με το αντίστοιχο 10ετές γερμανικό ομόλογο.
Την ίδια στιγμή ο γαλλικός δείκτης CAC-40 σημείωσε ισχυρή αντίδραση άνω του 1,5% κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης, για να κλείσει όμως πέριξ του +1%, μην μπορώντας να κρατήσει τον μέσο κινητό των 200 ημερών που βρίσκεται στις 7630 μονάδες.
Πότε θα επανέλθουν οι αναταράξεις
Όσο περισσότερο αργεί η γαλλική αγορά να επανακτήσει τον κινητό μέσο των 200 ημερών τόσο σημαίνει ότι προβληματίζεται για το μέλλον.
Η Λεπέν κερδίζει συνεχώς τα τελευταία χρόνια έδαφος και πολύ πιθανόν ακόμα και αν δεν πετύχει την απόλυτη πλειοψηφία στη γαλλική βουλή, η νίκη της σε αυτές τις εκλογές να της δώσει ισχυρή ώθηση για την γαλλική προεδρία το 2027.
Το μόνο παρήγορο είναι ότι κατά πολλούς πολιτικούς αναλυτές, μέχρι να ολοκληρωθεί και στόχος της γαλλικής προεδρίας, η Λεπέν θα συνεχίσει να «λειαίνει» και να «μαλακώνει» κάποιες από τις πιο αιχμηρές θέσεις της.
Επιπλέον, έχει δηλώσει ότι δεν θα προσπαθήσει να σχηματίσει κυβέρνηση εάν δεν κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και ότι ο Μπαρντελά θα γίνει πρωθυπουργός μόνο εάν έχει την υποστήριξη του κοινοβουλίου. (σ.σ:Παραδοσιακά, ο Γάλλος πρόεδρος ορίζει έναν πρωθυπουργό από τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική ομάδα στην Εθνοσυνέλευση).
Όπως διευκρίνισε και σε μια από τις πρόσφατες προεκλογικές συγκεντρώσεις της, προκειμένου να πετύχει την απόλυτη πλειοψηφία: «Χωρίς σαφή πλειοψηφία, θα υπάρχουν πάντα παλιές φεουδαρχίες, εσκεμμένη αδράνεια και πολιτικοί ελιγμοί που θα καταστρέψουν την πραγματική εναλλακτική λύση που χρειάζεται η χώρα».
Πράγματι, μπορεί μια πιθανή κυβέρνηση σχετικής πλειοψηφίας της Λεπέν να επιβραδύνει τη νομοθετική διαδικασία στη νέα Εθνοσυνέλευση, όμως σαφώς θα είναι περιορισμένη η ικανότητα του κόμματος της να προωθήσει τις πολιτικές του.
Όσο περισσότερο ψαλιδίσει λοιπόν η κίνηση ματ του δημοκρατικού τόξου τον αριθμό των βουλευτών του RN, τόσο πιο πολύ θα περιορίσει τη δύναμη του στον καθορισμό της δημοσιονομικής πολιτικής, γεγονός που θα έχει θετικές επιπτώσεις στο spread Γαλλίας - Γερμανίας αλλά και στο ευρώ.
Βλέπετε, ο μεγάλος φόβος των αγορών ήταν ότι μια ισχυρή εκλογική επίδοση της Λεπέν και μια ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Ζορντάν Μπαρντελά θα αύξαναν τις πιθανότητες μιας επιθετικά επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής στη Γαλλία, γεγονός που θα έφερνε ακόμα περισσότερο στο επίκεντρο το ήδη υπερβολικό έλλειμμα της χώρας. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Αντίθετα, η μεγάλη τους ελπίδα ήταν να έχουμε μια πιο κεντρώα κυβέρνηση, εξέλιξη θετική για το spread της χώρας μακροπρόθεσμα και το ευρώ.
Το πιο πιθανό σενάριο είναι όμως αυτό που παρουσιάσαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου.
Φαίνεται λοιπόν ότι γλυτώνουμε προς το παρόν τα χειρότερα όσον αφορά μια ανατρεπτική δημοσιονομική πολιτική για τη γαλλική οικονομία και τις προοπτικές του γαλλικού χρέους, όμως την ίδια στιγμή απομακρυνόμαστε και από μια επί της ουσίας προσπάθεια να τεθεί υπό έλεγχο το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Γαλλίας, το οποίο υπερβαίνει φέτος ήδη κατά πολύ το 3% του ΑΕΠ που επιτρέπεται σύμφωνα με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, χωρίς περαιτέρω μέτρα, το χρέος θα αυξηθεί στο 112% του ΑΕΠ το 2024.
Η ανακούφιση των αγορών εκ των πραγμάτων λοιπόν θα έχει βραχύβιο χαρακτήρα.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.