Η παραμονή της ελληνικής αγοράς στις υπό ανάπτυξη και συγκεκριμένα στο δείκτη MSCI Emerging Market, αποτελεί, σύμφωνα , με τους αναλυτές της JP Morgqn ως τη βέλτιστη εξέλιξη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, καθώς μια αναβάθμιση θα μπορούσε να καταστεί ως αρνητικός καταλύτης για την αγορά. Μάλιστα η εκτίμηση αυτή εδράζεται σε τρείς λόγους :
Ο πρώτος λόγος είναι ότι σήμερα μόνο τρείς ελληνικές μετοχές πληρούν τις προϋποθέσεις για να ενταχθούν στον δείκτη MSCI Developed Markets (DM). Αυτές είναι η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank και του ΟΠΑΠ. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι :
- Τουλάχιστον πέντε μετοχές να πληρούν τα κριτήρια κεφαλαιοποίησης αγοράς - ρευστότητας που είναι 5,8 δισ.δολάρια
- Συνολική κεφαλαιοποίηση αγοράς, 2,9 δισ.δολάρια σε ελεύθερη διακύμανση (free- float) και
- Τα κριτήρια προσβασιμότητας στην αγορά και «Διαθεσιμότητα επενδυτικών εργαλείων - μέσων».
Η ελληνική αγορά σήμερα έχει συμμετοχή στις αναδυόμενες αγορές με δέκα μετοχές. Σε περίπτωση, λοιπόν, που μεταταχθεί στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών θα χάσει επτά και κατά συνέπεια θα μείνει κάτω από το ελάχιστον όριο των πέντε.
Οι τρείς μετοχές, σύμφωνα με τους αναλυτές της JP Morgan θα έχουν μια κεφαλαιοποίηση περί τα 14 δισ.δολάρια που θα είναι ίση με το 0,31% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του MSCI Europe και μάλιστα πίσω από την αγορά της Πορτογαλίας και της Αυστρίας.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι μια μετακίνηση της ελληνικής αγοράς στον δείκτη DM θα μπορούσε να συρρικνώσει τις επενδύσιμες επιλογές, με τη συρρίκνωση του ποσοστού συμμετοχής κεφαλαιοποίησης στο 0,31% στον ευρωπαϊκό δείκτη ή το 0,02% στον παγκόσμιο, έναντι 0,52% στον δείκτη αναδυόμενων αγορών. Άλλωστε, οι παγκόσμιοι επενδυτές των αναδυομένων αγορών λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους την Ελλάδα.
Ο τρίτος λόγος, σύμφωνα με τους αναλυτές της JP Morgan είναι ότι η ελληνική αγορά μπορεί να υπεραποδώσει περαιτέρω στις αναδυόμενες αγορές, ενώ δηλώνουν ικανοποιημένοι με τη σύσταση overweight για την Ελλάδα.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της JP Morgan, όταν η Ελλάδα αναβαθμίστηκε σε DM το 2001, το ενδιαφέρον στην αγορά ατόνησε και δεν βλέπουμε τον λόγο αυτήν τη φορά τα πράγματα να είναι διαφορετικά.
Το ερώτημα είναι αν θα μπορούσε η Ελλάδα να συγκεντρώσει σημαντικά μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την Πορτογαλία ή την Αυστρία. Μάλιστα η ευρωπαϊκή ομάδα στρατηγικής της JP Morgan αναφέρει χαρακτηριστικά ότι υπάρχουν κάποιοι επενδυτές που είναι overweight στην Ελλάδα και θέλουν η αγορά να παραμείνει στις αναδυόμενες αγορές και ότι δεν έχει ακουστεί ακόμη ούτε ένας Ευρωπαίος επενδυτής του DM που θέλει να προσθέσει την Ελλάδα στους δείκτες αναφοράς του DM. Σύμφωνα με την ομάδα έρευνας, μια αναβάθμιση της Ελλάδας από EM σε DM θα οδηγήσει σε εκροή 1,8 δισ. δολαρίων, καταλήγει η JP Morgan.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, οι αναλυτές της JP Morgan θεωρούν ότι η παραμονή της ελληνικής αγοράς στις αναδυόμενες παραμένει ένας σημαντικός τεχνικός παράγοντας στήριξης για τις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές. Το ενδιαφέρον των επενδυτών των ΕΜ παραμένει πολύ ισχυρό, με τη συζήτηση να επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις μακροπρόθεσμες δυνατότητες του τομέα και όχι στους βραχυπρόθεσμους παράγοντες. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται κατά περίπου 50% φθηνότερες από τις αντίστοιχες τράπεζες των χωρών CEEMEA.