Άλλη μία εβδομάδα, άλλο ένα ρεκόρ για τη Wall Street, με τον S&P 500 και τον Dow Jones να… γιορτάζουν τα δεύτερα «γενέθλια» της bull market κλείνοντας στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Αυτή τη φορά ήταν τα αποτελέσματα των αμερικανικών τραπεζών που συντήρησαν το θετικό κλίμα, ωστόσο οι επενδυτές δεν παύουν να παρακολουθούν τις εξελίξεις σε τρία πολύ σημαντικά μέτωπα.
Στο προσεχές διάστημα, η πορεία της αμερικανικής οικονομίας, η προσπάθεια ανάκαμψης της Κίνας και τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, είναι οι τρεις παράγοντες που θα καθορίσουν την πορεία των αγορών. Μόνο που οι δύο πρώτοι παράγοντες δεν θα έχουν καμία σημασία αν επιβεβαιωθεί το δυσμενές σενάριο στη Μ. Ανατολή, με αποτέλεσμα αγορές και παγκόσμια οικονομία να βρεθούν αντιμέτωπες με μία μεγάλη πετρελαϊκή κρίση.
Το καλό σενάριο για τις αγορές είναι να προσγειωθεί ομαλά η αμερικανική οικονομία, που σημαίνει ότι ο πληθωρισμός θα τεθεί υπό έλεγχο χωρίς να προκληθεί ύφεση, παράλληλα να βρει λύσεις η Κίνα στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει και πάνω απ’ όλα να αποκλιμακωθεί η ένταση στη Μ. Ανατολή.
Η οικονομία των ΗΠΑ δείχνει μέχρι στιγμής να τα καταφέρνει, καθώς συνεχίζει να αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτική, παρά τα αρνητικά σινιάλα που στέλνουν διάφοροι δείκτες. Τα ικανοποιητικά περιθώρια κέρδους και οι υγιείς ισολογισμοί της επιτρέπουν να αντισταθμίζει τις επιπτώσεις των υψηλών επιτοκίων της περασμένης διετίας.
Την ίδια ώρα, η ανεργία που ανησυχούσε ιδιαίτερα τον Τζερόμ Πάουελ, υποχωρεί κάτω από το 4%, διαψεύδοντας τις προβλέψεις της Fed για άνοδο στο 4,4% στο τέλος του έτους. Αν τελειώσει και η αβεβαιότητα σχετικά με τις εκλογές της 4ης Νοεμβρίου, τότε είναι πιθανό να σημειωθεί μία μικρή και βραχύβια ώθηση στις επενδύσεις, ανεξάρτητα μάλιστα από τον νικητή.
Όσο για την Κίνα, θα είναι πολύ θετικό για τις αγορές αν καταφέρει να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης που θα ξεπερνούν το 5%. Χθες Σάββατο, το Πεκίνο δεσμεύτηκε να αυξήσει σημαντικά το χρέος για να δώσει ώθηση στην οικονομία, χωρίς να αποκαλύπτεται το συνολικό μέγεθος του πακέτου.
Τα βασικά μέτρα αφορούν στην οικονομική ενίσχυση των υπερχρεωμένων περιφερειών, στην παροχή κινήτρων στα χαμηλά εισοδήματα, στη στήριξη της αγοράς ακινήτων και στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Τα προηγούμενα μέτρα στήριξης έχουν ήδη πυροδοτήσει ένα εντυπωσιακό ράλι στις κινεζικές αγορές και πλέον οι διεθνείς επενδυτές ελπίζουν ότι η Κίνα μπορεί να γυρίσει σελίδα και να παίξει ξανά το ρόλο της ατμομηχανής της παγκόσμιας οικονομίας.
Σύμφωνα με την ING, ο συνδυασμός ισχυρής ζήτησης από την Κίνα και λήξης του γεωπολιτικού συναγερμού - ίσως και με τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία – μπορεί να συντηρήσει το χρηματιστηριακό ράλι, ακόμη και αν εξασθενήσει η μανία για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Η ανάκαμψη της Κίνας και η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας θα μπορούσαν να βγάλουν και τη Γερμανία από το τέλμα, γεγονός που θα έδινε ώθηση και στις ευρωπαϊκές αγορές.
Στο ίδιο σενάριο, οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια αλλά χωρίς άγχος και πιο σταδιακά, φτάνοντας στο «ουδέτερο» επιτόκιο κάποια στιγμή μέσα στο 2025. Για την Ευρώπη το επιτόκιο αυτό θα είναι γύρω στο 2,5% και για τις ΗΠΑ γύρω στο 3,5%.
Υπάρχει όμως και το κακό σενάριο που δεν είναι άλλο από την εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου λόγω της σοβαρής κλιμάκωσης των εχθροπραξιών στη Μ. Ανατολή μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Μία εξέλιξη που θα κάνει τους επενδυτές να ξεχάσουν όσα ειπώθηκαν παραπάνω, καθώς η πετρελαϊκή κρίση θα προκαλέσει ύφεση σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Η αμερικανική οικονομία δείχνει ανθεκτική αλλά δεν είναι τόσο που να αντέξει μία γενικευμένη κρίση.
Αναλυτές εκτιμούν πως αν φτάσουμε στο σημείο να κλείσει το Στενό του Ορμούζ οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν ακόμη και να διπλασιαστούν, από τα 78 δολάρια/βαρέλι που έκλεισε αυτή την εβδομάδα το Brent. Αρχικά, η εκτόξευση των τιμών θα οδηγούσε σε άνοδο τον πληθωρισμό κατά 1,5-2 ποσοστιαίες μονάδες σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη, χωρίς να υπολογίζεται η έμμεση επίπτωση από την άνοδο των τιμών των τροφίμων και άλλων αγαθών.
Σε αυτό το σενάριο οι αγορές δεν μπορούν παρά να υποστούν σοκ. Και αυτό γιατί οι κεντρικές τράπεζες θα βρίσκονταν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα. Να στηρίξουν τη ζήτηση με επιθετικές μειώσεις επιτοκίων για να αποκρούσουν την πετρελαϊκή κρίση ή να κρατήσουν ψηλά τα επιτόκια για να σώσουν ό,τι μπορούν από την άνοδο του πληθωρισμού; Οι κρίσεις των τελευταίων ετών έχουν δείξει ότι οι κεντρικές τράπεζες θα τυπώσουν ξανά χρήμα για να στηρίξουν την ανάκαμψη, μία εξέλιξη πολύ ευνοϊκή για τις αγορές, οι οποίες πιθανότατα θα έχουν διορθώσει σε μεγάλο βαθμό.