Μπορεί τα μακροχρόνια ομόλογα που εκδίδουν τα κράτη να έχουν υψηλότερο ρίσκο καθώς είναι περισσότερο ευαίσθητα στις μεταβολές των επιτοκίων, η ζήτηση όμως παραμένει ισχυρή και οι κυβερνήσεις το εκμεταλλεύονται κλειδώνοντας μακροπρόθεσμο χρέος σε πολύ χαμηλά επιτόκια.
Μετά την Ιταλία την προηγούμενη εβδομάδα, σειρά πήρε η Αυστρία την Τρίτη πουλώντας 50ετες ομόλογο με τη ζήτηση να φτάνει τα 14,8 δις ευρώ. Στη δημοπρασία 50ετους ομολόγου της Ιταλίας η ζήτηση ήταν 13 φορές μεγαλύτερη από τα 5 δις ευρώ που επεδίωκε να αντλήσει.
Μετά από ένα δυνατό ξεκίνημα στις αρχές του 2021 οι εκδόσεις μακροπρόθεσμου χρέους όπως τα 50ετη ομόλογα μειώθηκαν από τον Φεβρουάριο με την άνοδο των αποδόσεων να φρενάρει τα σχέδια νέου δανεισμού.
Η τεράστια δημοσιονομική ένεση των ΗΠΑ προκάλεσε ανησυχίες αναζωπύρωσης του πληθωρισμού, εξέλιξη που θα μπορούσε να πλήξει τα ομόλογα, και παρέσυρε το κόστος δανεισμού ανοδικά.
Ωστόσο, οι τελευταίες εκδόσεις 50ετων ομολόγων από την Ιταλία και την Αυστρία είναι απόδειξη ότι η όρεξη των κυβερνήσεων να κλειδώσουν χαμηλό κόστος δανεισμού σε μακροχρόνιες εκδόσεις δεν έχει κορεστεί.
Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατάφερε να ηρεμήσει τις ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων, αυξάνοντας τους ρυθμούς των μηνιαίων αγορών χρεογράφων και διατηρώντας το κόστος δανεισμού στη ζώνη του ευρώ σε χαμηλά επίπεδα.
Το γεγονός όμως ότι η ΕΚΤ δεν αγοράζει ομόλογα με λήξεις πέραν της 30ετίας μέσω του προγράμματος PEPP σημαίνει ότι τα 50ετη έχουν υψηλότερο ρίσκο.
Στις αρχές της φετινής χρονιάς η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ισπανία δανείστηκαν μέσω 50ετων ομολόγων εκμεταλλευόμενες το χαμηλό κόστος δανεισμού. Οι τιμές των ομολόγων αυτών όμως κατρακύλησαν στην αναταραχή του Φεβρουαρίου.
Τα ιταλικά ομόλογα, ιδιαίτερα μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ Mario Draghi, παραμένουν ελκυστικά για τους θεσμικούς επενδυτές σε μια περίοδο όπου τα επιτόκια είναι αρνητικά η πολύ κοντά στο 0%.
Η προοπτική νέων εκδόσεων χρεογράφων ώθησε τις αποδόσεις ανοδικά την Τρίτη στην ευρωζώνη. Σύμφωνα με την ING, τα μακροχρόνια ομόλογα μπορεί να υποαπέδώσουν λόγω της προσφοράς της Τρίτης. Η απόδοση του γερμανικού 10ετους που είναι το ομόλογο αναφοράς στην ευρωζώνη ανέβηκε στο -0,276%, σε υψηλό δύο εβδομάδων. Η απόδοση στο 10ετες της Ιταλίας ανέβηκε στο 0,78% που είναι το υψηλότερο επίπεδο εδώ και ένα μήνα.
Στην αμερικανική αγορά ομολόγων οι αποδόσεις υποχώρησαν μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό του Μαρτίου. Οι τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ σημείωσαν τη μεγαλύτερη άνοδο τα τελευταία οκτώ χρόνια, όμως πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι πρόκειται για την αρχή μιας βραχύβιας περιόδου υψηλότερου πληθωρισμού.
Ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε 0,6% σε μηνιαία βάση επηρεασμένος από την άνοδο 9,1% στις τιμές των καυσίμων. Σε ετήσια βάση ο ρυθμός πληθωρισμού επιταχύνθηκε στο 2,6% από 1,7% τον Φεβρουάριο, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη άνοδο από τον Αύγουστο του 2018. Ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε στο 1,6% σε ετήσια βάση από 1,3% τον Φεβρουάριο.
Θετικά αντέδρασε η χρηματιστηριακή αγορά στην υποχώρηση των αποδόσεων και τα στοιχεία του πληθωρισμού θεωρώντας οτι η άνοδος δεν ήταν ξέφρενη.
Ο παγκόσμιος χρηματιστηριακός δείκτης της MSCI που παρακολουθεί μετοχές από 50 διαφορετικές χώρες κέρδισε 0,38% σημειώνοντας ιστορικό υψηλό ενώ ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 έκλεισε με άνοδο 0,12%.
Η αίσθηση στην αγορά είναι ότι η Federal Reserve θεωρεί την άνοδο του πληθωρισμού παροδική και δεν θα αυξήσει τα παρεμβατικά της επιτόκια, εστιάζοντας στην περαιτέρω υποχώρηση της ανεργίας.