Η νομισματική πολιτική φαίνεται να κυριαρχεί στην προσοχή των επενδυτών τα τελευταία χρόνια. Αυτό φαίνεται από τον τρόπο τον οποίο αντέδρασαν και αντιδρούν οι αγορές που περιμένουν με ανυπομονησία την έναρξη του κύκλου μειώσεων των επιτοκίων από την Fed.
Η στροφή αυτή και η προσαρμοστικότητα των αγορών αποτελεί, σύμφωνα με τους αναλυτές της Morgan Stanley μια απάντηση στις αυξήσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ που ξεκίνησαν το 2022.
Όμως, σύμφωνα με το Μid Υear Μarket Οutlook της Morgan Stanley, οι αγορές ενδέχεται να γίνουν πιο ευαίσθητες στη δημοσιονομική πολιτική κατά το υπόλοιπο του 2024 και μετά. Και αυτό γιατί αναμένονται νέες αντιδράσεις στην αυξανόμενη επιρροή που έχουν οι κρατικές δαπάνες, τα ελλείμματα και το χρέος των ΗΠΑ στην οικονομική δραστηριότητα. Επίσης, τονίζουν οι αναλυτές της Morgan Stanley ότι οι επερχόμενες αμερικανικές εκλογές αναμένεται να επηρεάσουν την πορεία των αγορών, καθώς οι ίδιοι οι επενδυτές αξιολογούν ως οι πολιτικές των δύο υποψηφίων για την προεδρία ενδέχεται να επηρεάσουν την οικονομία.
Ανεξάρτητα από τον νικητή των φετινών αμερικανικών προεδρικών εκλογών, οι επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν πώς οι κυβερνητικές δαπάνες και το χρέος μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλότερο πληθωρισμό και πώς οι δασμοί ως απάντηση στις εμπορικές εντάσεις μπορούν να τροφοδοτήσουν την αύξηση των τιμών, λέει ο Jim Caron, επικεφαλής επενδύσεων του Portfolio Solutions Group της Morgan Stanley.
Οι επόμενοι έξι έως δεκαοκτώ μήνες μπορεί να είναι κρίσιμοι για τον προσδιορισμό της πιθανής πορείας του πληθωρισμού και η δημοσιονομική πολιτική που διογκώνει το εθνικό χρέος θα μπορούσε να οδηγήσει σε επενδύσεις υψηλότερων αποδόσεων, αλλά και υψηλότερου ρίσκου αλλά και σε «αντίθετους ανέμους» για τις τιμές των μετοχών και άλλων περιουσιακών στοιχείων.
Τα καλά νέα για τους επενδυτές, σύμφωνα με τη Morgan Stanley είναι ότι τα μειονεκτήματα των «premiums» υψηλότερου ρίσκου μπορεί να μην είναι ομοιόμορφα κατανεμημένα στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξουν κερδισμένοι και χαμένοι μεταξύ των διαφόρων τομέων της οικονομίας και ανάλογα με το βαθμό επιρροής της δημοσιονομικής πολιτικής σε αυτούς, αναφέρει ο Caron. Οι επενδυτές που στοχεύουν στη διάρθρωση χαρτοφυλακίων που μπορούν να επωφεληθούν από αυτές τις προκλήσεις μπορούν να εξετάσουν ευκαιρίες σε χρέη αναδυόμενων αγορών, μετοχές αμερικανικών εισηγμένων εταιρειών, δάνεια και ιδιωτικά ακίνητα.
Δολάριο και μετοχές
Η ισοτιμία του δολαρίου ΗΠΑ ως προς τα άλλα νομίσματα επηρεάζεται από τα επιτόκια και τις διαφορές ανάπτυξης μεταξύ των ΗΠΑ και του υπόλοιπου κόσμου. Και στις δύο περιπτώσεις, οι τάσεις που έχουν ενισχύσει το δολάριο μπορεί να έχουν εξαντλήσει τον κύκλο τους, καθιστώντας την κατάλληλη στιγμή για να προσπαθήσει κάποιος επενδυτής να βρει ευκαιρίες σε νομίσματα εκτός ΗΠΑ, μετοχές αλλά και στα χρέη αναδυόμενων αγορών.
Και αυτό γιατί «η οικονομική δραστηριότητα δείχνει μια δυναμική και πέρα από τα σύνορα της Αμερικής. Άλλωστε, βρίσκουμε λιγότερο πειστική την περίπτωση να συνεχίσει η οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ να υπερέχει έναντι του υπόλοιπου κόσμου», λέει η Jitania Kandhari, αναπληρώτρια διευθύντρια επενδύσεων της ομάδας Solutions and Multi Asset Group του τομέα Investment Management της Morgan Stanley.
Παράλληλα, η πρόβλεψη για τα κέρδη του 2025 για τον S&P 500 αυξάνεται και αυτό υποδηλώνει ότι ο δείκτης θα μπορούσε να πλησιάσει τις 6.000 μονάδες μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, αφού σκαρφάλωσε πάνω από τις 5.000 μονάδες τον Φεβρουάριο, αναφέρει ο Andrew Slimmon, επικεφαλής της Applied Equity Advisors στην Investment Management.
Αυτό που πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι επενδυτές είναι ότι οι αγορές δεν κινούνται σε ευθεία γραμμή, λέει ο Slimmon. Ιστορικά, οι αμερικανικές μετοχές βλέπουν μια διόρθωση της τάξης του 10% περίπου μία φορά το χρόνο. Η τελευταία πτώση αυτού του μεγέθους σημειώθηκε το φθινόπωρο του 2023, οπότε η αγορά μπορεί να είναι έτοιμη για άλλη μια απότομη πτώση.
Ενώ οι δημοσιονομικές δαπάνες μπορεί να συμβάλουν στην αβεβαιότητα της αγοράς, μπορούν επίσης να στηρίξουν άμεσα ορισμένους τομείς, όπως οι βιομηχανικές και οι πρώτες ύλες, όπως με το νόμο για τις υποδομές (Infrastructure Act) και οι ημιαγωγοί και ο εξοπλισμός, όπως με τον νόμο για τα τσιπ (Chips Act). «Η εστίασή μας είναι τώρα στους τομείς όπου η κυβέρνηση των ΗΠΑ δαπανά τα χρήματα», αναφέρει ο Slimmon.
Επενδύσεις σε CLOs και ακίνητα
Μια άλλη επενδυτική ευκαιρία είναι αυτή των πιστωτικών αγορών που μπορούν να επωφεληθούν από τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη και τις υπερβολικά υψηλές αρχικές αποδόσεις.
Η οικονομική ανάπτυξη εξασθενεί αλλά παραμένει θετική, ο πληθωρισμός μειώνεται και τα υψηλά επιτόκια φαίνεται να ανήκουν στο παρελθόν, σύμφωνα με τον Christopher Remington, Διευθύνοντα Σύμβουλο Στρατηγικής Προϊόντων και Χαρτοφυλακίου στον τομέα Διαχείρισης Επενδύσεων. Οι σχεδόν διψήφιες αποδόσεις συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην απορρόφηση πιθανών κινδύνων στον ορίζοντα, λέει.
Τα τραπεζικά δάνεια και οι εξασφαλισμένες δανειακές υποχρεώσεις (CLOs), μεμονωμένοι τίτλοι που υποστηρίζονται από μια ομάδα χρέους, είναι ιδιαίτερα ελκυστικά μεταξύ των επιλογών σταθερού εισοδήματος, λέει ο Remington. Προσφέρουν πιστωτικό προφίλ ανώτερης/εξασφαλισμένης πίστωσης, υψηλό εισόδημα με ουσιαστικά μηδενική διάρκεια επιτοκίου και διαπραγματεύονται φθηνά σε σύγκριση με άλλα περιουσιακά στοιχεία. Αυτοί οι παράγοντες μπορούν να βοηθήσουν τα τραπεζικά δάνεια και τα CLOs να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικές αντισταθμίσεις.
Μια άλλη επενδυτική ευκαιρία είναι και αυτή των ακινήτων, σύμφωνα με το report της Morgan Stanley. Οι αξίες των ιδιωτικών ακινήτων έχουν μειωθεί κατά περίπου 20% από την κορύφωσή τους το δεύτερο τρίμηνο του 2022, με τη συναλλακτική δραστηριότητα να αναμένεται να διευρυνθεί καθώς η υπάρχουσα χρηματοδότηση ωριμάζει και οι επενδυτές καλούνται να ανακεφαλαιοποιήσουν με υψηλότερο κόστος,αναφέρει ο Steve Turner, επικεφαλής του τμήματος επιλογής επενδύσεων στην ομάδα Portfolio Solutions Group.
Η μετριοπαθής ζήτηση σε συνδυασμό με την αυξημένη προσφορά έχουν ασκήσει πίεση στα ενοίκια, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές για τη συγκεκριμένη κατηγορία περιουσιακών στοιχείων είναι ισχυρές, αναφέρει ο Turner. Η προσφορά ακινήτων αναμένεται να μειωθεί σημαντικά μέχρι το τέλος του 2024 και μέσα στο 2025, ενώ οι αγορές χρέους παραμένουν σχετικά υγιείς.
«Μπαίνουμε σε μια ελκυστική ευκαιρία στο τομέα των ιδιωτικών ακινήτων τόσο για τους πιστωτικούς παρόχους όσο και για τους επενδυτές μετοχών», καταλήγει ο Turner.