Οι εξαγορές των ιδιωτικών σχολείων ως μοχλός πίεσης για την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης

Οι εξαγορές των ιδιωτικών σχολείων ως μοχλός πίεσης για την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης

Τους τελευταίους μήνες βλέπουμε να εξαγοράζονται το ένα μετά το άλλο ελληνικά ιδιωτικά σχολεία από ξένους εκπαιδευτικούς ομίλους. Έξι τέτοιες εξαγορές έχουν ολοκληρωθεί ενώ τουλάχιστον άλλα δύο σχολεία είναι σε διαπραγματεύσεις.

Σε πρώτη ανάγνωση, αυτή η επενδυτική δραστηριότητα σηματοδοτεί μια υγιή ανάπτυξη. Η ελληνική αγορά ιδιωτικής εκπαίδευσης πρέπει να είναι από τις ενδιαφέρουσες στην Ευρώπη, αν υπολογίσουμε τον αριθμό των μαθητών που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. 

Ταυτόχρονα όμως παρουσιάζει και μεγάλη διασπορά, με τα περισσότερα σχολεία να είναι ανεξάρτητες οικογενειακές επιχειρήσεις που πλέον έχουν περάσει στην τρίτη ή και στην τέταρτη γενιά. Σχολεία που έχουν ιδρυθεί και εξακολουθούν να διοικούνται από εκπαιδευτικούς, τα περισσότερα με μάλλον υψηλό δανεισμό, ιδιόκτητες εγκαταστάσεις και έχοντας φτάσει εδώ και καιρό στο όριο της ανάπτυξης αναφορικά με τον αριθμό μαθητών που μπορούν να εξυπηρετήσουν. 

Τα παραπάνω πρέπει πάντοτε να συνεκτιμώνται με το βασικό χαρακτηριστικό της εκπαίδευσης ως επιχειρηματική δραστηριότητα, που είναι αναμφισβήτητα ο μεγάλος (έως και τεράστιος) χρόνος ανάπτυξης & εξέλιξης. Ρεαλιστικά, ένα σχολείο που ξεκινά από το μηδέν χρειάζεται από τρία έως πέντε χρόνια για σχεδιασμό και υλοποίηση και τουλάχιστο άλλα πέντε χρόνια λειτουργίας για να αρχίσει να αποκτά τον δικό του χαρακτήρα. Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως ένα σχολείο αγγίζει την ωριμότητα κάπου είκοσι χρόνια από την ημέρα που οι ιδρυτές του ξεκίνησαν να το οραματίζονται!

Με βάση τα παραπάνω λοιπόν, είναι φυσιολογικό μια πολυεθνική αλυσίδα που αποφασίζει να μπει στην ελληνική εκπαιδευτική αγορά να προχωρά σε εξαγορές καθιερωμένων επιχειρήσεων, αντί να αναπτύξει από το μηδέν καινούρια δραστηριότητα. 

Γιατί όμως μια πολυεθνική αλυσίδα να ενδιαφέρεται για τη σχετικά μικρή σε όγκο ελληνική εκπαιδευτική αγορά;

Ο βασικός λόγος είναι πιθανότατα η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων, κάτι που σε συνδυασμό με το βαρύ όνομα και την ιστορία της χώρας μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα το Ελντοράντο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης! Λαμβάνοντας ως δεδομένο πως το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων δεν μπορεί να συνδυαστεί με την είσοδο σε μη κρατικό πανεπιστήμιο, ένα ιδιωτικό σχολείο με διεθνές πρόγραμμα σπουδών τύπου ΙΒ οπωσδήποτε θα γίνει ο βασικός δρόμος εισαγωγής.

Από την άλλη πλευρά, αν οι ξένοι επενδυτές συνεχίσουν να αποκτούν ιδιωτικά σχολεία με αυτόν τον ρυθμό, είναι ορατός ο κίνδυνος η ελληνική ιδιωτική εκπαίδευση να αποκτήσει χαρακτήρα ολιγοπωλίου. Σε ένα όχι και τόσο απίθανο σενάριο, οι ξένες αλυσίδες συμφωνούν μεταξύ τους σε παραπλήσιες (μεγάλες) αυξήσεις διδάκτρων και κοινό μισθολόγιο για τους εκπαιδευτικούς που απασχολούν. Ταυτόχρονα, εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις οικονομίες κλίμακας δημιουργώντας συνθήκες για την ύπαρξη κοινού στόλου σχολικών λεωφορείων, λογιστικής & γραμματειακής υποστήριξης, κλπ.

Το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα είναι πως θα καταφέρουμε αυτή η ξαφνική ανάπτυξη της ιδιωτικής εκπαίδευσης να συμπαρασύρει προς τα πάνω και το δύσμοιρο δημόσιο σχολείο. Διότι, όπως έχουμε πει πολλές φορές, χώρα δίχως υψηλού επιπέδου δημόσια & δωρεάν παιδεία, μέλλον δεν έχει.

Και για να συμβεί αυτό, θα πρέπει απαραιτήτως οι μεγάλες τομές που ξεκίνησε ο Κυριάκος Πιερρακάκης (μη κρατικά πανεπιστήμια, ΙΒ στο δημόσιο σχολείο, τα Ωνάσεια γυμνάσια, οι επαγγελματικές ακαδημίες που θα ιδρύονται από ιδιωτικές επιχειρήσεις) να συνεχιστούν με την ίδια ένταση και από τη Σοφία Ζαχαράκη αλλά και από τις επόμενες κυβερνήσεις και να οδηγήσουν στην πολυπόθητη απεμπλοκή της δημόσιας εκπαίδευσης από τον σφιχτό κεντρικό σχεδιασμό.

Ώστε κάθε δημόσιο σχολείο, απαλλαγμένο από τον γραφειοκρατικό εναγκαλισμό του κράτους και διοικούμενο από σωστά επιλεγμένο διευθυντή με όραμα, ταχύτητα & αυξημένη αυτοτέλεια στη λήψη αποφάσεων, να αποκτήσει τον δικό του μοναδικό χαρακτήρα και να μπορέσει να ακολουθήσει τον φρενήρη ρυθμό εξέλιξης των ιδιωτικών. Και να λειτουργήσει ως μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση απέναντι στην ακριβή επιλογή της ιδιωτικής εκπαίδευσης. 

Σε αντίθετη περίπτωση, η ψαλίδα ανάμεσα σε ιδιωτική & δημόσια παιδεία θα συνεχίσει να μεγαλώνει ανεξέλεγκτα και θα έχουν δίκαιο οι επιχειρηματίες της εκπαίδευσης να θεωρούν το ελληνικό κράτος ως τον καλύτερο χορηγό τους!

* O Γιάννης Γιαννούδης είναι συνιδρυτής στο σχολείο Dorothy Snot και στη διαδικτυακή πλατφόρμα έμπνευσης thewhycommunity.com.