Οι Ευρωπαίοι ηγέτες γνώριζαν εδώ και καιρό ότι η Γηραιά Ήπειρος ζούσε πέραν των δυνατοτήτων της γερασμένης και στάσιμης οικονομίας της. Το ερώτημα σήμερα είναι αν οι τριβές που προκαλεί η δεύτερη θητεία Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα τους αφυπνίσει ώστε να αντιδράσουν.
Σε λιγότερο από ένα μήνα μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου ο κάποτε αδιαμφισβήτητος σύμμαχος της Ευρώπης διαμηνύει ότι θα σταματήσει να πληρώνει τον λογαριασμό της ειρήνης στην περιοχή.
Όπως το έθεσε χαρακτηριστικά ο νέος υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ, o Τραμπ «δεν θα επιτρέψει σε κανένα να κάνει τον Θείο Σαμ έναν Θείο Βλάκα».
Αν όμως η Ευρώπη θα πρέπει πλέον να επωμισθεί το κόστος της δικής της άμυνας, αυτό απειλεί να τινάξει στον αέρα προυπολογισμούς που ήδη με δυσκολία χρηματοδοτούν το ευρωπαϊκό κράτος πρόνοιας που πολλοί ανά τον κόσμο ζηλεύουν.
Στη Σύνοδο για την Άμυνά στο Μόναχο ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν Νοέλ Μπαρότ τόνισε ότι η Ευρώπη θα βρεθεί αντιμέτωπη με δύσκολες, πολύπλοκες αποφάσεις, ακόμη και με θυσίες που δεν περίμενε μέχρι σήμερα για να διασφαλίσει την ασφάλεια της.
Μερικοί ανησυχούν για τις πολιτικές αντιδράσεις αν οι κυβερνήσεις περικόψουν κοινωνικές δαπάνες για να αγοράσουν περισσότερα όπλα.
«Τότε θα έχουμε σχίσμα στην κοινωνία και οι μόνοι που θα ωφεληθούν θα είναι τα ακροδεξιά κόμματα,» ανέφερε στη Σύνοδο στο Μόναχο ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους.
Αμυντικές δαπάνες της τάξης του 2% του ΑΕΠ δεν επαρκούν παραδέχτηκε η πρωθυπουργός της Δανίας Μέττε Φρεντέρικσεν.
O οίκος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας S&P Global υπολογίζει ότι για να φτάσουν οι αμυντικές δαπάνες το 5% του ΑΕΠ θα κοστίσει $875 δισ. ετησίως, «ποσά πολύ μεγαλύτερα από αυτά που μπορούν να χρηματοδοτήσουν οι χώρες της Ευρώπης χωρίς να αντισταθμίσουν τις δαπάνες αυτές με περικοπές αλλού ή χωρίς να ρισκάρουν το αξιόχρεο τους».
Ο αντίλογος είναι ότι η Ευρώπη που κατάφερε να φουσκώσει τους προϋπολογισμούς με νέα κονδύλια για να συγκεντρώσει ένα πακέτο 2 τρισ. ευρώ τόνωσης της οικονομίας μετά την πανδημία COVID 19 μπορεί να βρει τα χρήματα, αν θέλει.
Σε άρθρο γνώμης στους Financial Times την εβδομάδα που πέρασε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Mario Draghi εκτιμά ότι από το 2009 οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν δημοσιονομικά ελλείμματα για να ρίξουν πενταπλάσια ποσότητα χρήματος στην οικονομία τους από ότι οι χώρες της Ευρωζώνης – 14 τρισ. ευρώ σε σύγκριση με 2,5 τρισ. αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τον Μόριτσ Κρέμερ, επικεφαλής οικονομολόγο της τράπεζας LBBW και πρώην στελέχους της S&P Global σε δηλώσεις του στο Reuters, το γεγονός ότι το ευρώ δεν είναι το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα όπως το δολάριο σημαίνει ότι το επίπεδο βιώσιμου χρέους είναι χαμηλότερο.
Άλλοι όμως διαφωνούν ότι οι αγορές θα τρόμαζαν σε περίπτωση που χώρες με υγιή δημοσιονομικά όπως η Γερμανία ή η Ολλανδία αύξαναν τον δανεισμό τους για να ικανοποιήσουν μια αμυντική ανάγκη.
Στη δεξαμενή σκέψης Bruegel, ή άποψη είναι ότι πολλές χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωσή είναι σε θέση να έχουν υψηλότερο δημόσιο χρέος. Το ζήτημα είναι αν έχουν την πολιτική θέληση.
Το ερώτημα της πολιτικής θέλησης θα τεσταριστεί σύντομα.
Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε στη Σύνοδο του Μονάχου ότι θα στηρίξει «ρήτρες διαφυγής» ώστε οι αμυντικές δαπάνες να μην είναι δέσμιες των ορίων που διέπουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Θα χρειαστεί τη στήριξη των εθνικών κυβερνήσεων.