«Τότε για ποια πράγματα πολεμάμε;» αναρωτήθηκε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, όταν του ζητήθηκε να κόψει την χρηματοδότηση στις τέχνες, λόγω των αναγκών του πολέμου. Ο αρχιτέκτονας της συμμαχικής νίκης δεν ήταν μόνο θεματοφύλακας της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Είχε ακλόνητη πίστη στις θεμελιώδεις αξίες της δημοκρατίας και του πολιτισμού που τα έβλεπε κι αυτά ως όπλα απέναντι στο σκοτάδι του ολοκληρωτισμού. Και υπήρξε λάτρης της τέχνης, κρατώντας ως το τέλος το βλέμμα του ανθρώπου που δεν συγκινείται απλώς από τη ζωγραφική έκφραση, αλλά την χρησιμοποιεί ως απαραίτητο εργαλείο στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων.
Ένας πίνακας του Σερ Ουίνστον Λέοναρντ Σπένσερ-Τσώρτσιλ με το δημοφιλές εμπορικό σήμα ουίσκι πρόκειται να πουληθεί στον οίκο δημοπρασιών του Sotheby’s. Η ελαιογραφία ενός μπουκαλιού Johnny Walker Black label μαζί με ένα μπουκάλι μπράντι, κανάτα και ποτήρια, αντικατοπτρίζει την αγάπη του Τσώρτσιλ για το ουίσκι (με σόδα), με το οποίο συνήθιζε μάλιστα να ξεκινά τη μέρα του, όπως έκανε γνωστό ο οίκος δημοπρασιών.
Ζωγραφισμένη στο εξοχικό σπίτι του Τσώρτσιλ στο Chartwell farm του Κεντ, στη νοτιοανατολική Αγγλία, η νεκρή φύση ονομάζεται «Jug with Bottles» κι αναμένεται να πουληθεί έως και 280.000 ευρώ. Φιλοτεχνήθηκε τη δεκαετία του 1930 και δόθηκε ως δώρο στον Αμερικανό επιχειρηματία W. Averell Harriman, ο οποίος εργάστηκε ως ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1940. Ο ρόλος του Χάριμαν δεν ήταν τυχαίος. Αυτό μας δείχνει και η φωτογραφία του ανάμεσα στον Τσώρτσιλ και τον Στάλιν στη Μόσχα το 1942. Ο Άγγλος πρωθυπουργός χάριζε πίνακές του σε πρόσωπα για τα οποία έτρεφε βαθύ σεβασμό και «ομοϊδεάτες» δήλωσε ο Simon Hucker, επικεφαλής της σύγχρονης και μεταπολεμικής βρετανικής τέχνης στου Sotheby's. Δεν είναι σαφές εάν ο Τσώρτσιλ γνώριζε ότι η σύζυγος του γιου του Ράντολφ, η Παμέλα Τσόρτσιλ, είχε σχέση με τον Χάριμαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αναφέρουν οι Times του Λονδίνου. Η Pamela Churchill παντρεύτηκε τον Harriman δεκαετίες αργότερα, τη δεκαετία του 1970, και ο πίνακας πουλήθηκε μετά το θάνατό του το 1997.
«Προσωπικό καταφύγιο»
Ένα παρόμοιο έργο του Τσώρτσιλ, με τίτλο «Bottlescape» κρέμεται σήμερα ακόμη στην κατοικία του Chartwell. «Προφανώς ήταν ερασιτέχνης ζωγράφος, αλλά πήρε μαθήματα από πραγματικά σπουδαίους καλλιτέχνες», δήλωσε ο Χούκερ. «Εδώ, τον ενδιαφέρει κυρίως η σύλληψη της αντανάκλασης και της διαφάνειας του γυαλιού», δήλωσε ο εκτιμητής που συμπληρώνει με έμφαση: «σε κάθε περίπτωση, δεν το έκανε για το κοινό, το έκανε για τον εαυτό του. Αυτή η ιδιαίτερη νεκρή φύση είναι στην πραγματικότητα αρκετά ασυνήθιστη, επειδή αγαπούσε να κάνει τοπία».
Ο Τσώρτσιλ έπιασε πρώτη φορά πινέλο με προτροπή της αδερφής του Γκουεντολίν Μπέρτι, αφού και η ίδια ήταν ζωγράφος. Στα 50 χρόνια που ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, ο βρετανός πολιτικός σχεδίαζε κυρίως τοπιογραφίες και θαλασσογραφίες, ενώ από τους πίνακές του φαίνεται ότι υπήρξε λάτρης της υπαίθρου. Είχε επηρεαστεί από πολλούς κορυφαίους καλλιτέχνες, όπως ο Έντουαρντ Μανέ, ο Κλοντ Μονέ, ο Πολ Σεζάν και ο Ανρί Ματίς. Επισκεπτόταν μάλιστα τα τοπία που είχαν ζωγραφίσει in situ, προκειμένου να ατενίσει ο ίδιος αυτό που μαγνήτισε το βλέμμα τους.
Όπως είχε πει κάποτε, η ζωγραφική τον είχε βοηθήσει να διατηρήσει την πνευματική του διαύγεια, την παρατηρητικότητα και τη μνήμη του. Οπωσδήποτε, από όσα έχει γράψει, αλλά κι από το σωζόμενο έργο του, φαίνεται η ζωγραφική υπήρξε μια μορφή προσωπικής καταφυγής. «Το έκανε όλη του τη ζωή, και ιδίως στην πιο “σκοτεινή ώρα” το επεδίωκε όποτε μπορούσε» λέει χαρακτηριστικά ο Χούκερ.
Το 1921, στο βιβλίο του «Painting as a Pastime» (Ζωγραφίζοντας για να περνάει η ώρα), γράφει ο ίδιος: «Είναι ευτυχισμένοι οι ζωγράφοι, γιατί δεν είναι ποτέ μόνοι. Φως και χρώμα, ειρήνη και ελπίδα τους κρατούν συντροφιά ως το τέλος, ή περίπου ως το τέλος της ζωής τους».
Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ αφιερώθηκε αποκλειστικά στην αγαπημένη του ασχολία μετά το 1955, όταν και αποχώρησε από την πολιτική. Συνολικά, ζωγράφισε 530 πίνακες, οι περισσότεροι από τους οποίους πουλήθηκαν μετά τον θάνατό του για πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Το «The Goldfish Pool at Chartwell» από τη συλλογή της κόρης του Mary Soames πουλήθηκε για 1,8 εκατομμύρια λίρες πάλι στον οίκο Sotheby's το 2014.