Μένουν λίγες μόνο ώρες για να μάθουμε ποιος θα είναι ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου και το μόνο σίγουρο, αυτή τη στιγμή, είναι ότι από αύριο, πολλά θα αλλάξουν για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επενδυτές από ολόκληρη την υφήλιο παρακολουθούν με αγωνία την εξέλιξη αυτής της εξαιρετικά αμφίρροπης, όπως όλα δείχνουν, μάχης.
Η αντίληψη που κυριαρχεί, πριν ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος των εκλογών, είναι ότι η αμερικανική οικονομία παραμένει ανθεκτική και ότι η Fed θα πετύχει εν τέλει την ομαλή προσγείωση. Παράλληλα, η παράδοση δείχνει ότι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν επηρεάζει τα χρηματιστήρια μακροπρόθεσμα. Όμως, όλα αυτά μπορούν πολύ εύκολα να ανατραπούν. Για παράδειγμα, όταν ένας εκ των κορυφαίων επενδυτών στην ιστορία των παγκόσμιων αγορών αποφασίζει να αυξήσει τα μετρητά του, κατά περίπου 50 δισ. δολάρια, μέσα σε ένα μόλις τρίμηνο, τότε οι επενδυτές αρχίζουν να ψάχνουν για μαύρα σύννεφα στον ορίζοντα.
Ο επενδυτικός κολοσσός Berkshire Hathaway, του οποίου ηγείται ο Γουόρεν Μπάφετ, επέλεξε να αυξήσει τα μετρητά του, στα 325 δισ. δολάρια στο τέλος Σεπτεμβρίου, έναντι 277 δισ. δολαρίων στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Οι ερμηνείες για τη συγκεκριμένη κίνηση του «Μάντη της Όμαχα» είναι πολλές. Ο Μπάφετ μπορεί να πιστεύει ότι έρχεται χρηματιστηριακή και οικονομική καταιγίδα και προτιμά να έχει γεμάτα τα… ταμεία του, για να αξιοποιήσει τις όποιες αγοραστικές ευκαιρίες παρουσιαστούν. Μπορεί, επίσης, να εκτιμά ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερα ικανοποιητικές ευκαιρίες σήμερα, με τις αποτιμήσεις σε τόσο υψηλά επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι «κρατάει» τόσα πολλά κεφάλαια άμεσα διαθέσιμα, προκαλεί αίσθηση.
Η… αγάπη του Μπάφετ για τα μετρητά είναι μόνο ένας από τους πολλούς οιωνούς, καθώς τελευταία αυξάνονται οι αναλυτές που προειδοποιούν για το ενδεχόμενο μίας μεγάλης στροφής των αγορών. Ιδίως στο σενάριο που ο Τραμπ αυξήσει τους δασμούς στο 60%, για τα κινεζικά προϊόντα και στο 10% για όλα τα υπόλοιπα. Πρόκειται για μία εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακρά περίοδο στασιμοπληθωρισμού. Την ίδια ώρα, το outlook για την παγκόσμια οικονομία δεν είναι καλό, με τον παγκόσμιο μεταποιητικό PMI να ξεπερνάει μετά βίας το 50 (50,1) τον Οκτώβριο.
Ακόμη, όμως, και αν νικήσει η Χάρις, η πιο σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που προβλέπει το πρόγραμμά της και η αύξηση των φόρων στις επιχειρήσεις, δεν υπόσχονται ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης σύντομα στις ΗΠΑ. Αυτό που ενδιαφέρει τις αγορές είναι ότι η Χάρις δεν προβλέπεται να προκαλέσει αναστάτωση στο παγκόσμιο εμπόριο, κάτι που ο αντίπαλός της, Τραμπ, έχει θέσει ως βασικό στόχο. Από τη μία πλευρά, λοιπόν, αναμένεται να ασκηθεί πολύ πιο περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, ενώ, από την άλλη, αναμένεται άνοδος του πληθωρισμού, την ώρα που ο αντίκτυπος ενός νέου εμπορικού πολέμου μπορεί να είναι ανυπολόγιστος.
Μην ξεχνάμε ότι το 2018, οι αγορές υπέστησαν ένα μεγάλο σοκ (εξαιρουμένης της πανδημίας), όταν οι δασμοί του Τραμπ εκτόξευσαν την αβεβαιότητα και η Wall Street βίωσε τον χειρότερο Δεκέμβριο από το μακρινό 1931. Ο πληθωρισμός και η κρίση του κόστους διαβίωσης αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία και των πολιτών και ο εμπορικός πόλεμος μόνο κακό μπορεί να κάνει.
Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών Ipsos, η ακρίβεια αποτελεί τον βασικότερο φόβο, με πολύ υψηλά ποσοστά ανά την υφήλιο, όπως το 56% στη Σιγκαπούρη, το 55% στην Τουρκία και το 51% σε ΗΠΑ και Καναδά. Ο κίνδυνος αναθέρμανσης του φαινομένου δεν έχει εξαλειφθεί, άσχετα αν ο Τραμπ δεν δείχνει να ανησυχεί ιδιαίτερα, θυμίζοντας… Ερντογάν όταν δηλώνει ότι θα τον καταπολεμήσει πολύ γρήγορα.
Με βάση το FedWatch Tool, η Fed θα μειώσει τα επιτόκια, κατά 0,25%, το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο, ωστόσο, η συνέχεια δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Με τα σημερινά δεδομένα, η Fed εκτιμάται ότι θα φτάσει, έως ένα εύρος 3,25%-3,50%, εντούτοις αν επιστρέψει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα πρέπει να αξιολογήσει εκ νέου τη στρατηγική της. Επιπλέον, σε ένα περιβάλλον αύξησης των δασμών και η ΕΚΤ θα κληθεί να αναθεωρήσει τη δική της στρατηγική.
Ο μεγαλύτερος φόβος, λοιπόν, είναι ότι θα αλλάξει το τοπίο διεθνώς, σε τέτοιο βαθμό που οι τιμές θα πάρουν πάλι την ανιούσα, το εμπόριο θα δυσκολέψει και η παγκόσμια οικονομία θα περάσει μία νέα φάση ακραίου προστατευτισμού.
Ένας άλλος, μικρότερος, φόβος και με πιο βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις, αφορά στην ίδια τη διαδικασία. Όπως είναι δομημένο το αμερικανικό εκλογικό σύστημα και αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες η διαφορά των δύο υποψηφίων παραμένει στα όρια του στατιστικού λάθους, είναι πολύ πιθανό ο Τραμπ να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα, αν ηττηθεί. Το ίδιο, εξάλλου, είχε πράξει και το 2020, όταν προσπαθούσε, επί δύο μήνες, να ανατρέψει το αποτέλεσμα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώην πρόεδρος έχει δηλώσει πως ο μοναδικός τρόπος για να νικήσει η Χάρις είναι να «κλέψει».
Αμερικανοί εκλογολόγοι σημειώνουν πως, αν η διαφορά μεταξύ Τραμπ και Χάρις είναι πάνω από 537 ψήφους, στις λεγόμενες «swing states» (οι οποίες εμφανίζουν ευμετάβλητες πλειοψηφίες), τότε ο θόρυβος θα είναι περιορισμένος, καθώς υπάρχει το προηγούμενο του αμφισβητούμενου αποτελέσματος στη Φλόριντα το 2000, όταν ο Τζορτζ Μπους νίκησε τον Αλ Γκορ. Σε κάθε περίπτωση, το σενάριο αμφισβήτησης του αποτελέσματος θα ενισχύσει την αβεβαιότητα και στις αγορές.