Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξάνει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης για τρίτη συνεχή φορά, ως ευρέως προεξοφλημένη. Το κόστος του χρήματος στην Ευρωζώνη ανεβαίνει έτσι στο 2%, το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2009. Μια κίνηση ευρέως αναμενόμενη από τους οικονομολόγους υπό το φως του πληθωρισμού σε μια ανάσα από το 10% (στο 9,9% τον Σεπτέμβριο).
Ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός, τα επιτόκια θα αυξηθούν ξανά
Το επιτόκιο των πράξεων οριακής χρηματοδότησης, από την άλλη, ανεβαίνει στο 2,25%, ενώ το επιτόκιο των καταθέσεων των εμπορικών τραπεζών στην ίδια την ΕΚΤ ανέρχεται στο 1,50%. Αντιμέτωπη με τον πληθωρισμό που παραμένει υψηλός και σίγουρα απέχει πολύ από τον στόχο του 2%, η ΕΚΤ αναμένεται να αυξήσει περαιτέρω τους ρυθμούς στο μέλλον με βάση τον πληθωρισμό και τις οικονομικές τάσεις.
Έτσι, αποφάσεις θα λαμβάνονται κατά καιρούς σε κάθε συνεδρίαση. Για την Κεντρική Τράπεζα, ο πληθωρισμός συνεχίζει να είναι «πολύ υψηλός και θα παραμείνει πάνω από τον στόχο για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Τροποποιημένοι όροι και προϋποθέσεις λειτουργιών TLTRO
Εκτός από την αύξηση των επιτοκίων, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αλλάξει τους όρους και τις προϋποθέσεις που εφαρμόζονται στον τρίτο γύρο στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (Tltro III), ένα βασικό εργαλείο κατά τη διάρκεια της πανδημίας για την αντιμετώπιση καθοδικών κινδύνων για τη σταθερότητα των τιμών.
Τώρα με το κόστος διαβίωσης να «επαναπροσαρμόζεται» για να διασφαλιστεί ότι είναι συνεπές με την ευρύτερη διαδικασία ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής και ενισχύει τη μετάδοση των αυξήσεων των επιτοκίων αναφοράς στους όρους για τη χορήγηση τραπεζικής πίστης, εξήγησε η ΕΚΤ, που αποφάσισε να αλλάξει τα επιτόκια που ισχύουν για το Tltro III από τις 23 Νοεμβρίου και να προσφέρει στις τράπεζες πρόσθετες ημερομηνίες για οικειοθελή πρόωρη αποπληρωμή των ποσών.
Τέλος, αποφάσισε να καθορίσει την αποζημίωση των υποχρεωτικών αποθεματικών που διατηρούν τα πιστωτικά ιδρύματα στο Ευρωσύστημα με το επιτόκιο της ΕΚΤ στις καταθέσεις στην κεντρική τράπεζα, προκειμένου να ευθυγραμμιστεί καλύτερα αυτή η αποζημίωση με τις συνθήκες της αγοράς χρήματος.
Σε κάθε περίπτωση, από τις 23 Νοεμβρίου έως την ημερομηνία λήξης ή πρόωρης αποπληρωμής κάθε αναχρηματοδότησης με αυτό το μέσο, «το επιτόκιο θα αναπροσαρμόζεται στο μέσο όρο των επιτοκίων αναφοράς της ΕΚΤ που ισχύουν για κάθε πράξη στη συγκεκριμένη περίοδο».
Η ΕΚΤ έχει επισημάνει ότι «θα επανεξετάζει τακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι στοχευμένες πράξεις αναχρηματοδότησης συμβάλλουν στον προσανατολισμό της νομισματικής πολιτικής».
Συνεχίζει με το σχέδιο κρίσης Pepp και το πρόγραμμα App
Αντίθετα, η ΕΚΤ δεν άλλαξε τα σχέδιά της για την επαναγορά κρατικών ομολόγων και γενικά συσσωρευμένων ομολόγων με τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, τόσο το σχέδιο Pepp κατά της κρίσης όσο και το προϋπάρχον και πιο ουσιαστικό πρόγραμμα App.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως, το κεφάλαιο που έχει αποπληρωθεί σε λήξιμους τίτλους στο πλαίσιο της εφαρμογής για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια αναφοράς (δηλαδή από τον περασμένο Ιούλιο ) και, σε κάθε περίπτωση, εφόσον είναι απαραίτητο να διατηρηθούν συνθήκες άφθονης ρευστότητας και επαρκής στάση της νομισματικής πολιτικής».
Όλα επιβεβαιώθηκαν και για το Pepp (πρόγραμμα έκτακτης αγοράς πανδημίας). Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύσει το αποπληρωμένο κεφάλαιο σε τίτλους που λήγουν στο πλαίσιο του προγράμματος τουλάχιστον έως το τέλος του 2024.
Ετσι, η μελλοντική μείωση του χαρτοφυλακίου Pepp θα αντιμετωπιστεί με τρόπο που να αποφεύγεται η παρέμβαση στην κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής. Η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να επανεπενδύει ευέλικτα το αποπληρωμένο κεφάλαιο σε ομόλογα λήξεως στο χαρτοφυλάκιο Pepp για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζεται με την πανδημία.
«Σε λίγο περισσότερο από τρεις μήνες, η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια συνολικά κατά 200 μονάδες βάσης. Είναι ο πιο οξύς και επιθετικός κύκλος όλων των εποχών. Στους δύο προηγούμενους ανοδικούς κύκλους από την έναρξη της νομισματικής ένωσης, η ΕΚΤ έδρασε τουλάχιστον 18 μήνες για να αυξηθούν τα επιτόκια συνολικά κατά 200 μονάδες βάσης», δήλωσε ο Carsten Brzeski, Global Head of Macro στην Ing.
Η σημερινή αύξηση των επιτοκίων παρέχει περαιτέρω στοιχεία για την ακραία αλλαγή παραδείγματος στην ΕΚΤ. «Πράγματι, οδήγησε τις πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων στην ιστορία της», παρά τον πόλεμο στην Ευρώπη, τις ενδείξεις μιας επικείμενης ύφεσης και ρεκόρ πληθωρισμού, κυρίως λόγω της υψηλής ενέργειας και τις τιμές των εμπορευμάτων. Ωστόσο, η ΕΚΤ ξύπνησε πολύ αργά για το γεγονός ότι ακόμη και αν ο πληθωρισμός οφείλεται σε παράγοντες που σχετίζονται με την προσφορά, ο πολύ υψηλός πληθωρισμός για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να βλάψει την αξιοπιστία μιας κεντρικής τράπεζας και να σπείρει τους σπόρους για δεύτερο αδικαιολόγητο αντίκτυπο.
Επιπλέον, για τον Michele Morra, Portfolio Manager της Moneyfarm, η συνεδρίαση της ΕΚΤ χαρακτηρίστηκε από χαμηλότερο από το αναμενόμενο επίπεδο λιτότητας. «Ενώ βλέπουμε μια δεύτερη jumbo αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης και την αναβαθμονόμηση των σχεδίων της Tltro, από την άλλη πλευρά, μια πιο βολική ρητορική και ευελιξία στις επανεπενδύσεις της App και της Pepp ήταν μια εκτεταμένη έκπληξη», σημείωσε η Morra.
Αν και μεγάλο μέρος του πληθωρισμού αποδίδεται στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, «με αυτήν την επιλογή η ΕΚΤ συνεχίζει να ευνοεί την αποτροπή της πληθωριστικής σπείρας εις βάρος της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά αφήνεται ένας ορισμένος βαθμός ευελιξίας για να περιοριστεί ο κίνδυνος κατακερματισμού». Από την Πέμπτη, οι αγορές αναμένουν σταθερή άνοδο του επιτοκίου καθ' όλη τη διάρκεια του 2023, αλλά σε πιο ήπιο ρυθμό.