Οι αντιφάσεις στις ευρωπαϊκές αγορές και ο μονόδρομος της ενοποίησης

Οι αντιφάσεις στις ευρωπαϊκές αγορές και ο μονόδρομος της ενοποίησης

Προς έκπληξη πολλών, οι επιδόσεις των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων μέσα στο 2025 έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τις αντίστοιχες των αμερικανικών. Ο γερμανικός DAX 40, σημείωνε άνοδο 17,77% μέχρι χθες, με τον πανευρωπαϊκό δείκτη STOXX 600 να ανεβαίνει κατά 9,68%. Παρά τη γενική πεποίθηση πως η Ευρώπη, η ευρωπαϊκή οικονομία, η ευρωπαϊκή τεχνολογία και η ευρωπαϊκή άμυνα βρίσκονται σε πολύ κακή κατάσταση και το λεκτικό σφυροκόπημα που έρχεται καθημερινά από τον αμερικανό πρόεδρο και τους συνεργάτες του, οι επενδυτές προτίμησαν τις ευρωπαϊκές από τις αμερικανικές μετοχές.

Αυτή η υπεραπόδοση προηγήθηκε των πολύ πρόσφατων ανακοινώσεων σχετικά με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας και των εξαγγελιών για ριζική αλλαγή της γερμανικής οικονομικής πολιτικής οι οποίες τόνωσαν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια τις τελευταίες μέρες. Η καλή πορεία τους τις προηγούμενες εβδομάδες μπορεί να οφείλεται και στο γεγονός πως για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα οι διεθνείς επενδυτές είχαν γυρίσει την πλάτη τους στην Ευρώπη και οι αμερικανικές μετοχές είχαν γίνει, και παραμένουν, πολύ πιο ακριβές από τις ευρωπαϊκές (και τις περισσότερες ασιατικές).

Μπορεί να οφείλεται και στο γεγονός πως είχε παραγίνει η κινδυνολογία γύρω από τα ευρωπαϊκά προβλήματα. Όπου και να οφείλεται πάντως, είναι γεγονός πως στην αρχή του 2025 οι ευρωπαϊκές μετοχικές αποδόσεις έχουν αφήσει πίσω τους τις αντίστοιχες αμερικανικές. 

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως έχει αλλάξει η γενική κατάσταση στα παγκόσμια χρηματιστήρια και πως τα ευρωπαϊκά γίνονται και πάλι πόλος έλξης για τις μεγάλες διεθνείς εταιρείες. Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούν να γίνουν πόλος έλξης και για τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών από το Ηνωμένο Βασίλειο. Όπως μαθαίνουμε από τον διεθνή Τύπο, στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο.

Σε άρθρο του Bloomberg από την 19η Φεβρουαρίου αναφερόταν πως η Ευρώπη, όπως και η Ασία, έχουν πέσει θύμα της γοητείας που ασκούν οι αμερικανικές χρηματιστηριακές αγορές σε όσες εταιρείες από τις δύο ηπείρους επιθυμούν να μπουν σε κάποιο χρηματιστήριο, οι περισσότερες από τις οποίες προτιμούν την εισαγωγή τους στο Nasdaq ή στο NYSE.

Αυτές οι εταιρείες επιλέγουν τις αμερικανικές αγορές για δύο βασικούς λόγους, δηλαδή τις καλύτερες τιμές που μπορούν να δώσουν οι επενδυτές στις μετοχές τους και τη μεγαλύτερη ευχέρεια προσέλκυσης κεφαλαίων. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι νέο. Όπως διαβάσαμε στο παραπάνω άρθρο, το 2024 οι αμερικανικές αγορές προσέλκυσαν 101 διεθνείς εταιρείες, δηλαδή 51% παραπάνω από το 2023.

Οι αρχικές δημόσιες εγγραφές (IPOs) διεθνών εταιρειών ήταν πάνω από τις μισές του συνόλου των περσινών IPOs στις αμερικανικές αγορές. Και αυτό, όπως σημείωναν οι συντάκτες του, δεν λαμβάνει υπόψη και τις περιπτώσεις διεθνών εταιρειών που μετέφεραν τη βασική τους χρηματιστηριακή διαπραγμάτευση από τη χώρα προέλευσής τους προς τις ΗΠΑ. Το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα ευρωπαϊκής εταιρείας που προτίμησε τις ΗΠΑ είναι αυτό της βρετανικής εταιρείας σχεδιασμού microchips ARM Holdings (ARM NASDAQ), η οποία το 2023 προτίμησε να πάει στο Nasdaq αντί για το χρηματιστήριο του Λονδίνου. Όσο αφορά στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και παρά την καλή πορεία των μετοχών φέτος, αυτή η τάση δεν φαίνεται να αλλάζει.

Όπως είπε στο Bloomberg ο David Boles, εταίρος της νομικής εταιρείας Freshfields, ο αριθμός των ευρωπαϊκών εταιρειών που σκέφτονται να κάνουν την αρχική δημόσια εγγραφή τους στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά ενώ υπάρχει μία ξεκάθαρη αύξηση των εταιρειών που είναι εισηγμένες σε ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και εξετάζουν τον ενδεχόμενο να επιδιώξουν την παράλληλη διαπραγμάτευσή τους και στις ΗΠΑ.

Κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα εταιρειών που ετοιμάζουν την αρχική τους εισαγωγή στις ΗΠΑ είναι αυτά της σουηδικής fintech εταιρείας Klarna Group, η οποία είναι μία από τις μεγαλύτερες στον τομέα της χορήγησης καταναλωτικών πιστώσεων του τύπου «buy now, pay later», της ολλανδικής παραγωγού χημικών Nouryon, της γερμανικής εταιρείας Northern Data που ασχολείται με την Τεχνητή Νοημοσύνη και τα data centers και την ελβετικής τσιμεντοβιομηχανίας Holcim, η οποία έχει αποσχίσει το κομμάτι της που δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ και σχεδιάζει την εισαγωγή του σε αμερικανικό χρηματιστήριο. Η μεγάλη εξορυκτική εταιρεία Glencore (GLEN LONDON) και η βρετανική Ashtead Group (ATH LONDON, εταιρεία ενοικίασης βιομηχανικού εξοπλισμού) εξετάζουν τη σταδιακή τους μεταπήδηση σε κάποιο αμερικανικό χρηματιστήριο.

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο πως οι λόγοι για τους οποίους οι διεθνείς και ειδικότερα οι ευρωπαϊκές εταιρείες προτιμούν τα αμερικανικά χρηματιστήρια δεν έχουν εκλείψει, παρά την καλή πρόσφατη πορεία των μετοχών στην ήπειρό μας. 

Υπάρχει κάποιος τρόπος να αλλάξει αυτό; Σύμφωνα με τον διεθνή Τύπο και πολλούς αναλυτές, υπάρχει μόνον ένας: η ενοποίηση των κεφαλαιαγορών της ηπείρου μας. Αυτό που στην ευρωπαϊκή ένωση έχει γίνει γνωστό ως το project Capital Markets Union. Με στοιχεία του Ιανουαρίου 2024 βλέπουμε πως στην ΕΕ δραστηριοποιούνταν 22 Όμιλοι εταιρειών που λειτουργούσαν χρηματιστηριακές αγορές, υπήρχαν 31 χρηματιστήρια στα οποία ήταν εισηγμένες μετοχές εταιρειών και 36 χρηματιστήρια στα οποία διενεργούνταν συναλλαγές.

Την ίδια στιγμή στις ΗΠΑ υπήρχαν 7 όμιλοι επιχειρήσεων που λειτουργούσαν χρηματιστηριακές αγορές, 2 χρηματιστήρια στα οποία ήταν εισηγμένες μετοχές εταιρειών και 16 χρηματιστήρια στα οποία διενεργούνταν συναλλαγές. Πιο εντυπωσιακές είναι οι διαφορές στον τομέα της εκκαθάρισης συναλλαγών και της φύλαξης των τίτλων. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρχαν 18 κεντρικά συστήματα εκκαθάρισης και 22 κεντρικά συστήματα φύλαξης τίτλων ενώ στις ΗΠΑ 1 και 1 αντίστοιχα.

Και όλα αυτά με την αξία των εισηγμένων μετοχών να είναι στα 11 τρισεκατομμύρια ευρώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 45 τρισεκατομμύρια στις ΗΠΑ (δεδομένης της σημαντικής υπεραπόδοσης των αμερικανικών αγορών το 2024 η διαφορά σε αυτόν τον τομέα θα είναι ακόμα μεγαλύτερη αυτή την στιγμή). Αν λάβουμε υπόψη μας και τις χρηματιστηριακές αγορές στο Ηνωμένο Βασίλειο βλέπουμε μία εντελώς κατακερματισμένη ευρωπαϊκή αγορά που βρίσκεται αντιμέτωπη με την πολύ πιο ενοποιημένη και πολύ πιο μεγάλη αμερικανική.

Δεν είναι παράξενο λοιπόν που πολλές μεγάλες και μεσαίες ευρωπαϊκές εταιρείες προτιμούν τα αμερικανικά χρηματιστήρια που τους δίνουν πρόσβαση σε πολύ περισσότερα κεφάλαια και πολλούς περισσότερους επενδυτές. Οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνωρίζουν καλά το πρόβλημα, με τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και τη διάδοχό του Κριστίν Λαγκάρντ να πιέζουν έντονα προς αυτή την κατεύθυνση χωρίς να έχουν καταφέρει να κινητοποιήσουν και να συντονίσουν τους Ευρωπαίους πολιτικούς.

Ενδεικτικό είναι πως στην πασίγνωστη πλέον έκθεσή του, ο Ντράγκι προειδοποίησε πως η καθυστέρηση στην ενοποίηση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών αποτελεί επιβραδύνει δραματικά τον κύκλο της καινοτομίας. Η Λαγκάρντ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την μείωση του κόστους και της πολυπλοκότητας των συναλλαγών, έτσι ώστε να μπορούν τα νοικοκυριά να επενδύουν πιο εύκολα. Όσο όμως και να πιέζει η ΕΚΤ, η Capital Markets Union θα προχωρήσει μόνο αν κινητοποιηθούν και συντονιστούν μεταξύ τους οι εθνικές ηγεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αν δεν γίνει αυτό, η κατάσταση θα συνεχίσει να χειροτερεύει. Το μερίδιο των χρηματιστηρίων της Ε.Ε. στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές συναλλαγές έπεσε το 2023 στο 11% από 16% το 2006 ενώ οι μετοχές πολλών ευρωπαϊκών εταιρειών που διαπραγματεύονται και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη έχουν πλέον μεγαλύτερη συναλλακτική δραστηριότητα στις ΗΠΑ, με πολύ χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της ολλανδικής ASML (ASML AMSTERDAM NASDAQ), της πιο σημαντικής ίσως ευρωπαϊκής τεχνολογικής επιχείρησης. 

Η καλύτερη απόδοση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων σε σχέση με τα αμερικανικά είναι μία πολύ ευχάριστη εξέλιξη αλλά όσο το Capital Markets Union δεν μπαίνει σε κατάσταση sprint, η έξοδος των καλών εταιρειών και η φυγή τους προς τις αμερικανικές χρηματιστηριακές αγορές θα συνεχίζονται και θα εντείνονται, αποδυναμώνοντας και τις ευρωπαϊκές αγορές και την ίδια την οικονομία της περιοχής. Ας ελπίσουμε πως το λεκτικό μαστίγωμα που έρχεται από τις ΗΠΑ θα κάνει τις ηγεσίες της περιοχής να χτυπήσουν το καμπανάκι του συναγερμού και σε αυτόν τον τομέα.