Τον τόνο στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές τον δίνει η Wall Street και ο βασικότερος δείκτης της, ο S&P 500. Οπότε, παρά την τεράστια διαφορά στα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά των δύο αγορών, συγκρίσεις πρέπει να γίνονται. Άλλωστε το διεθνές σημείο αναφοράς και σύγκρισης των αποδόσεων των μετοχών και των δεικτών παραμένει ο S&P 500.
Τι συμπεράσματα μπορεί να εξάγουμε από μια στατική σημερινή φωτογραφία του S&P 500; Ο S&P 500 έχει εμφανίσει άνοδο της τάξης του +40% μέσα στο τελευταίο δωδεκάμηνο. Είναι η μεγαλύτερη δωδεκάμηνη άνοδος που έχει καταγραφεί στη Wall Street μετά το 1954. Οι ιστορικά υψηλότερες αποδόσεις έχουν ως εξής:
1. 1928: +37.9%
2. 1933: +46.6%
3. 1935: +41.4%
4. 1945: +30.7%
5. 1954: +45.0%
6. 1958: +38.1%
7. 1975: +31.6%
8. 1995: +34.1%
9. 1997: +31.0%
10. 2013: +29.6%
Σαν αποτέλεσμα η σημερινή κεφαλαιοποίηση τoυ S&P 500, δηλαδή η χρηματιστηριακή αξία των εταιρειών που συνθέτουν τον συγκεκριμένο δείκτη, βρίσκεται στα $48,6 τρισεκατομμύρια. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου δωδεκαμήνου, η κεφαλαιοποίηση του S&P 500 έχει αυξηθεί κατά $14 τρισ., που αντιστοιχεί σε μηνιαία άνοδο σε απόλυτους αριθμούς κατά $1,17 τρισ.
Και όλα αυτά συνέβησαν σε ένα δωδεκάμηνο αμφιβολίας για τις προθέσεις της Fed όσον αφορά τη μείωση των επιτοκίων, ανησυχίας από την μη υποχώρηση του πληθωρισμού και αγωνίας σχετικά με την έκβαση των αμερικανικών προεδρικών εκλογών.
Συνηθίζουμε να λέμε ότι η άνοδος κατά +40% του S&P 500, οφείλεται στην πορεία των επτά μεγαλύτερων τεχνολογικών εταιρειών. Αυτό είναι μόνο εν μέρει αληθές. Διότι η άνοδος έχει διαχυθεί στους περισσότερους κλάδους, όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα.
Για παράδειγμα στον κλάδο των ημιαγωγών (chips), η NVDA βρίσκεται στο +238%, της AVGO στο +103%, η AMD και η QCOM στο +62%. Στον κλάδο του λογισμικού (software) η MSFT βρίσκεται στο +25% και η ORCL στο +71%. Στον κλάδο των καταναλωτικών ηλεκτρονικών (consumer electronics) η AAPL βρίσκεται στο +35%. Στο χώρο των διαδικτυακών εφαρμογών (internet content & information) η GOOG είναι στο +31%, η META στο +91%, η NFLX στο 83% και η ΤMUS στο +60%. Στο κλάδο των καταναλωτικών κυκλικών μετοχών (internet retail & auto manufactures) η AMZN στο +54% και η TSLA στο +26%.
Ωστόσο, στην άνοδο όπως βλέπουμε στο ανωτέρω γράφημα συμμετέχουν και μετοχές από την «κλασσική» και «παραδοσιακή» οικονομία. Ο μετοχές της Walmart (WMT) και της Costco (COST) που εκπροσωπούν τον κλάδο των λεγόμενων αμυντικών καταναλωτικών εταιρειών απέδωσαν +52% και +65% αντιστοίχως. Η φαρμακοβιομηχανία με την LLY και τη ABBV παρουσίασαν άνοδο της τάξης του +52% και του +29% αντιστοίχως. Στον χώρο της βιομηχανικής παραγωγής η GE είναι στο +101%, η RTX στο +59%, η ETN στο +76% και η CAT στο +57%.
Σημαντική ήταν και η άνοδος των μετοχών του χρηματοοικονομικού κλάδου. Η Visa (V) είναι στο +19%, η Mastercard στο +31%, η American Express (AXP) στο +86%. Στις παραδοσιακές τράπεζες η JPMorgan (JPM) βρίσκεται στο +58%, η Bank of America (BAC) στο +63%, η Morgan Stanley στο +64%, η Goldman Sachs στο +72%, η Citigroup (C) στο +59% και η Wells Fargo (WFC) στο +65%.
Γιατί προβήκαμε σε αυτήν την εξαντλητική καταγραφή των αποδόσεων τόσων πολλών και διαφορετικών μετοχών; Για να τονίσουμε την ουρανομήκη διαφορά των ξένων χρηματιστηρίων από το ελληνικό χρηματιστήριο. Το 40% του Χρηματιστηρίου Αθηνών είναι οι τράπεζες, με αποτέλεσμα ο Γενικός Δείκτης να είναι «τραπεζοκεντρικός». Από εκεί και πέρα το χρηματιστηριακό γίγνεσθαι αφορά αφ’ ενός έναν μικρό αριθμό ενεργειακών, κατασκευαστικών και βιομηχανικών εταιρειών και αφ’ ετέρου έναν μικρό αριθμό επενδυτών.
Έτσι όσο καλά και να πηγαίνουν οι προαναφερθέντες κλάδοι και επιχειρήσεις τα περιθώρια ανόδου των μετοχών τους είναι πολύ συγκεκριμένα. Το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν διαθέτει δυστυχώς τις εταιρείες και τις μετοχές που μπορούν να κάνουν τη μεγάλη διαφορά.
Θέλετε επειδή είναι μικρή και απομονωμένη αγορά η Ελλάδα; Θέλετε επειδή παλινδρομεί διαρκώς ανάμεσα στους χαρακτηρισμούς της ώριμης και της αναδυόμενης αγοράς; Θέλετε επειδή η κρατική παρέμβαση είναι πανταχού παρούσα; Θέλετε επειδή ο εξαγωγικός και διεθνής προσανατολισμός των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών είναι αδύναμος;
Ένας σημαντικός επίσης παράγοντας είναι ότι οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές αγοράζουν μετοχές με όρους «χονδρικής» αγοράς και όχι «λιανικής». Τους είδαμε λοιπόν τόσο μέσα στο 2023, όσο και στο 2024 να αγοράζουν μανιωδώς μετοχές μέσω ιδιωτικών τοποθετήσεων. Τους είδαμε να υπερκαλύπτουν μέσω της ζήτησης τους, πολλές φορές τον αριθμό των προσφερόμενων μετοχών μέσω των placement. Αυτό το είδαμε παντού και όχι μόνο στις τράπεζες.
Είδαμε τους ξένους επενδυτές να «εξαφανίζουν» όλες τις εταιρικές ομολογιακές εκδόσεις. Ωστόσο παρ’ όλο που κατέχουν περίπου το 60% των ημερήσιων συναλλαγών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, δεν τους βλέπουμε να εμφανίζουν το ίδιο ισχυρό ενδιαφέρον για αγορές μετοχών μέσα από το ταμπλό. Ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, όπου το κλίμα έχει στραβώσει για τα καλά. Το τελευταίο μάλιστα χρονικό διάστημα, οι ξένοι επενδυτές εμφανίζονται ως πωλητές.
Η καθοδική διάσπαση του ψυχολογικού ορίου των 1400 μονάδων, του κινητού μέσου όρου των 200 ημερών (ΚΜΟ200) που βρίσκεται στις 1422 μονάδες, αλλά και του εκθετικού κινητού μέσου όρου των 200 ημερών στις 1398 μονάδες ενεργοποίησε αμέσως αρνητικά συναισθήματα. Με τους αισιόδοξους στόχους των 1440, 1470 ακόμα και 1500 μονάδων ως τιμές – στόχους, να δίνουν τις θέσεις τους στα χαμηλότερα σημεία στήριξης τα οποία οι αναλυτές προσδιορίζουν στις 1388, 1368, 1350 και 1320 μονάδες.
Οι ερμηνείες της χρηματιστηριακής δυσπραγίας, που δίνονται είναι αρκετές.
Ένας σαφής λόγος είναι η υπερεκτίμηση του θετικού momentum, από την επιτυχή κάλυψη των placements και των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου. Η υπερκάλυψη της προσφοράς από τη ζήτηση είχαν δημιουργήσει τη λανθασμένη αντίληψη ότι η ζήτηση που δεν καλύφθηκε θα μπορούσε να αναπληρωθεί από αγορές μέσα από το ταμπλό. Μια υπόθεση που διαψεύστηκε με οικτρό τρόπο. Αφού παρ’ όλο που αρκετές μετοχές διαπραγματεύονται σε τιμές χαμηλότερες από τα placements, δεν εμφανίζεται το αντίστοιχο ενδιαφέρον.
Ένας άλλος λόγος είναι η εκτίμηση για τις μετοχές των διυλιστηρίων, οι οποίες εκτός από την καταβολή των «έκτακτων φόρων αλληλεγγύης» κινούνται πλέον σε ένα διεθνές περιβάλλον με χαμηλότερα περιθώρια κέρδους διύλισης, που οδηγούν σε χαμηλότερες τιμές – στόχους.
Ένας ακόμα λόγος, που οδήγησε στην ισχυρή πίεση των τραπεζικών μετοχών είναι οι εκτιμήσεις για τη μείωση των εσόδων από τόκους λόγω της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της αναμενόμενης συμπίεσης των τραπεζικών προμηθειών, της επανεμφάνισης νέων κόκκινων δανείων και άλλων σημείων που μπαίνουν στο μικροσκόπιο των επενδυτών.
Εάν στη συνάρτηση της πτώσης συνυπολογίσουμε το μικρό βάθος της αγοράς το οποίο προκαλεί ανισορροπίες τόσο στη μαζική είσοδο όσο και στη μαζική αποχώρηση κεφαλαίων, την ενεργοποίηση των «stop loss» καθώς και των «margin calls», τότε έχουμε την πλήρη εικόνα του Χρηματιστηρίου Αθηνών, η οποία δεν έχει την παραμικρή σχέση με τη Wall Street.
Μέσα σε όλα αυτά ήρθε και η πρόσφατη έκθεση της Goldman Sachs, η οποία με τίτλο: «The S&P 500's era of hot returns is over», προειδοποιεί ότι ίσως οι μελλοντικές αποδόσεις δεν θα αξίζουν το ρίσκο συμμετοχής στις αγορές, ειδικά μετά από τις μεγάλες αποδόσεις που έχουν προηγηθεί.