Κατά τη διάρκεια των ανοδικών χρηματιστηριακών κύκλων, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι χρηματιστηριακές ανακοινώσεις γεμίζουν με καλά επιχειρηματικά νέα και με νέα που εκθειάζουν το μακροοικονομικό περιβάλλον. Οι ανοδικοί κύκλοι έχουν μεγάλη διάρκεια. Οι τιμές των μετοχών και οι δείκτες ανεβαίνουν σταθερά, ωθούμενες από το σταδιακό αλλά συνεχές ενδιαφέρον των επενδυτικών κεφαλαίων.
Οι χρηματιστηριακές άνοδοι λειτουργούν σαν τα ναρκωτικά. Οι συμμετέχοντες εθίζονται σταδιακά στις υπεραποδόσεις και στις υπεραξίες, κυνηγώντας ολοένα και περισσότερες ευκαιρίες και αναλαμβάνοντας ολοένα κι ένα υψηλότερο ρίσκο. Οι άνοδοι κινούνται αργά και για πολύ καιρό, προσφέροντας μια ψυχολογική ευχαρίστηση διαρκείας.
Αντίθετα, στις πτώσεις, η αγορά κινείται με υπερβολική ταχύτητα. Οι βιαστικοί πωλούν «με το καλημέρα». Ακολουθούν και οι θεσμικοί επενδυτές με ιδιαίτερη ταχύτητα, καθώς η έκθεση τους σε μια πτωτική αγορά μπορεί να εξαϋλώσει τα κεφάλαια τους.
Ο φόβος αντικαθιστά την προσδοκία του κέρδους και την απληστία και κυριαρχεί το «τρεχάτε ποδαράκια μου», που λέγαμε στο σχολείο. Δεν χρειάζεται να αναλύονται τα εταιρικά δεδομένα, ούτε να δαπανάται χρόνος για μελέτες. Αρκεί να ακουσθεί το : «η αγορά γύρισε».
Πέραν αυτών των επενδυτών που κινούνται γρήγορα, υπάρχουν και οι άλλοι που αντέχουν στη ζημιά και στην ψυχική καταπόνηση της πτώσης, καθώς αδυνατούν να κατανοήσουν την κίνηση της αγοράς, που τους διαψεύδει από τη μια στιγμή στην άλλη. «Μα δεν είναι δυνατόν να πέφτει η μετοχή Α», «Θα γυρίσει, που θα πάει;», «Οι ψύχραιμοι θα δικαιωθούν», είναι μερικές από τις πλέον κλασσικές εκφράσεις που ακούγονται από τα χείλη των εγκλωβισμένων επενδυτών.
Η χρηματιστηριακή ιστορία έχει δείξει, ότι οι πιο κερδοφόρες κινήσεις είναι οι short, δηλαδή οι πτωτικές. Αιχμηρές, γρήγορες και αυτοτροφοδοτούμενες. Οι «σορτάκηδες» αποτελούν μια μειοψηφία της επενδυτικής κοινότητας. Συνήθως παραμένουν υπομονετικά στο περιθώριο της αισιοδοξίας και δρουν μόνο την στιγμή της πτώσης. Κι αυτό γίνεται με την ελάχιστη χρονική έκθεση στον κίνδυνο των αγορών.
Οι σορτάκηδες από αυτή την άποψη, είναι οι πλέον επιτυχημένοι κερδοσκόποι, καθώς συμμετέχουν στα δρώμενα των κεφαλαιαγορών, πάντοτε στοχευμένα. Παραμένουν στο περιθώριο των αγορών με το όπλο «παρά πόδα», περιμένοντας την ευκαιρία.
Και ο ρόλος τους είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για την αγορά, καθώς κατά πρώτον προσφέρουν ρευστότητα στο σύστημα, κατά δεύτερον ορθολογικοποιούν τις αποτιμήσεις των εταιρειών και κατά τρίτον συχνά αποτρέπουν τη δημιουργία φουσκών.
Βέβαια, όλα αυτά συμβαίνουν σε χρηματιστήρια που έχουν μια σοβαρή αγορά παράγωγων προϊόντων. Σε χρηματιστήρια και κεφαλαιαγορές, που τα futures και τα options, χρησιμοποιούνται τόσο για κερδοσκοπία όσο και για αντιστάθμιση κινδύνου. Σε κεφαλαιαγορές, που οι επενδυτικές δυνάμεις, φέρνουν μια ισορροπία στο σύστημα, αποτρέποντας τις υπερβολές. Σε κεφαλαιαγορές, που ουδεμία σχέση έχουν με το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Ας φέρουμε στο μυαλό μας το «ροντέο» που παρακολουθούμε από την πολύπαθη μετοχή της Τράπεζας Αττικής.
Σε ποιο σοβαρό χρηματιστήριο μια πτωχευμένη μετοχή θα κατέγραφε άνοδο της τάξης του 550%, με πράξεις αξίας μόλις 70 χιλιάδων ευρώ, συμπαρασύροντας την αποτίμηση της Τράπεζας στα 2 δισ. ευρώ και τον Τραπεζικό Χρηματιστηριακό Δείκτη στο +2,39%;
Αλλά και μετά το χθεσινό κλείσιμο, και παρ’ όλη την πτώση της μετοχής κατά 30%, με μόλις 43 χιλιάδες τεμάχια, η Τράπεζα Αττικής έχει αποτίμηση στα 1,5 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η αποτίμηση της Eurobank βρίσκεται στα 3,5 δισ., της Alpha Bank στα 2,6 δισ., της Εθνικής Τράπεζας στα 2,5 δισ. και της Τράπεζας Πειραιώς στα 1,7 δισ. ευρώ.
Αρκετοί διερωτήθηκαν, που ήταν οι αρχές του Χρηματιστηρίου και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και δεν επενέβησαν. Εμείς θα προτιμούσαμε να διερωτηθούμε, που ήταν οι δυνάμεις της αγοράς; Διότι αυτές είναι που θα είχαν πάρει «μια βρεγμένη σανίδα», απέναντι σε όσους στρέβλωσαν με γελοίο τρόπο το χρηματιστηριακό σκηνικό.
Και θα είχαν δίκιο. Διότι πως είναι δυνατόν μια τραπεζική μετοχή που θα έχει «νέα τιμή» μετά τη ΑΜΚ στο 0,274, να διαπραγματεύεται προχθές το 1,78 και χθες στο 1,246; Και όμως είναι δυνατόν, διότι δεν υπάρχουν ούτε οι τρόποι, αλλά ούτε και τα εργαλεία, να ποντάρει ένας επενδυτής κόντρα στο παράλογο, που όλα βλέπαμε μπροστά στα μάτια μας. Ακόμα και το ΣΜΕ του Τραπεζικού Δείκτη, το οποίο θα μπορούσε να σορταριστεί, από το «έξυπνο χρήμα», είναι σα να μην υπάρχει.
Αν υπήρχε η δυνατότητα σορταρίσματος, είναι σίγουρο ότι η μετοχή της Τράπεζας Αττικής, θα είχε κατρακυλήσει στη «δίκαιη τιμή» της. Και ο τραπεζικός δείκτης δεν θα πραγματοποιούσε ανοδική κίνηση, τη στιγμή που και οι 4 συστημικές τράπεζες είχαν αρνητικό πρόσημο.
Το παράδειγμα με την μετοχή της Τράπεζας Αττικής, μαζί μα άλλα πολλά παραδείγματα από το πρόσφατο παρελθόν, έρχονται να μας υπενθυμίσουν ότι η απουσία σοβαρών επενδυτικών εργαλείων, όπως είναι το short selling, η απουσία μιας σοβαρής και βαθιάς αγοράς παράγωγων προϊόντων, καθώς και η παντελής απουσία αποτελεσματικών market makers, λειτουργούν σαν χειρόφρενα αμαξοστοιχίας, στην προσπάθεια να δημιουργηθεί μια υγιής και αποτελεσματική χρηματιστηριακή αγορά στη χώρα μας.