Πώς οι μεγαλύτεροι παραγωγοί απολαμβάνουν το μικρότερο όφελος
Shutterstock
Shutterstock
Κακάο

Πώς οι μεγαλύτεροι παραγωγοί απολαμβάνουν το μικρότερο όφελος

Η μεγάλη άνοδος της τιμής του κακάο ήταν ένα από τα πιο αξιοσημείωτα γεγονότα στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων και εμπορευμάτων το 2023. Τον Οκτώβριο που μας πέρασε, όταν το liberal.gr είχε ασχοληθεί με τον καρπό που μας δίνει τη σοκολάτα (Το Ελ Νίνο και η μεγάλη ζήτηση εκτοξεύουν το κακάο | Liberal.gr), η τιμή του ήταν κοντά στα 3.800 δολάρια/τόνο.

Από τότε τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει πολύ, καθώς η άνοδος συνεχίστηκε και χθες το κακάο ξεπέρασε και τα 4.700 δολάρια/τόνο στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης, πριν υποχωρήσει προς τα 4.650. Αν κάτι δεν αλλάξει, δεν αποκλείεται σε λίγο να δούμε και την υπέρβαση της ιστορικά υψηλότερης (σε δολαριακούς όρους) τιμής αυτού του πολύτιμου για τον ουρανίσκο μας καρπού, η οποία είχε σημειωθεί τον Ιούλιο του 1977 και ήταν 5.379 δολάρια.

Τότε, όπως και τώρα, η ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, πραγματική ή εκτιμώμενη, ήταν η αιτία για την εκτόξευση της τιμής του κακάο, το οποίο για πολλά χρόνια αποτιμάτο στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων ανάμεσα στα 2.000 και 3.000 δολάρια/τόνο και πριν από έναν χρόνο ήταν κοντά στα 2.600 δολάρια/τόνο.

Σήμερα όμως δεν θα μας απασχολήσουν η άνοδος και οι αιτίες της ούτε οι συνέπειες της ανόδου στις τιμές της σοκολάτας. Με οδηγό ένα σχετικό άρθρο του Bloomberg θα προσπαθήσουμε να κοιτάξουμε προς το μέλλον και να δούμε πώς η πολύ μεγάλη άνοδος μπορεί να αλλάξει σημαντικά την παγκόσμια αγορά κακάο εις βάρος των παραγωγών που τώρα κυριαρχούν.

Είναι γνωστό πως η αγορά του κακάο κυριαρχείται από δύο χώρες, οι οποίες μάλιστα βρίσκονται ακριβώς δίπλα από γεωγραφικής απόψεως. Την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Γκάνα. Εδώ και πολλά χρόνια, αυτές οι δύο χώρες παράγουν κατά μέσο όρο ετησίως περίπου το 60% της παγκόσμιας συγκομιδής.

Το ποσοστό αυτό ήταν ακόμα μεγαλύτερο αλλά τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί λίγο. Από τις δύο αυτές γειτονικές χώρες η Ακτή του Ελεφαντοστού είναι σαφώς η μεγαλύτερη παραγωγός, με σχεδόν διπλάσια ετήσια παραγωγή από την Γκάνα. Και για τις δύο χώρες η παραγωγή του κακάο είναι πολύ σημαντική για τα κρατικά έσοδα και έτσι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως το κράτος παίζει σημαντικό ρόλο και στις δύο περιπτώσεις, ελέγχοντας και ρυθμίζοντας τα πάντα σχετικά με την καλλιέργεια, τη συγκομιδή και τη διάθεση του καρπού στους διεθνείς αγοραστές.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Bloomberg, η τιμή που λαμβάνει ο κάθε παραγωγός ορίζεται από τις κρατικές αρχές με βάση τα στοιχεία των προηγούμενων ετών.

Για τη σοδειά που παραδίδουν αυτή την περίοδο οι καλλιεργητές/παραγωγοί στην Γκάνα εισπράττουν ανά τόνο περίπου 1.800 δολάρια ενώ αυτοί στην Ακτή Ελεφαντοστού περίπου 1.600 δολάρια, δηλαδή τιμές που αντιστοιχούν το πολύ στο 75% των περσινών τιμών.

Θεωρητικά, θα εισπράξουν πολύ περισσότερα σε ένα χρόνο από τώρα όταν θα αρχίσουν να «μπαίνουν στην εξίσωση» οι τωρινές υψηλές τιμές, οπότε το μόνο πρόβλημα είναι πως θα αργήσουν να δουν το όφελος από την άνοδο της τιμής του κακάο. Στην πράξη όμως δημιουργούνται κάποια άλλα προβλήματα, καθώς σε πολλές άλλες χώρες οι παραγωγοί αμείβονται με διαφορετική μέθοδο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Εκουαδόρ, που αναφέρει το Bloomberg.

Η χώρα της Νοτίου Αμερικής είναι μία από τις ανερχόμενες παγκόσμιες δυνάμεις και έχει θέσει ως στόχο της να φτάσει μέχρι το 2030 σε ετήσια παραγωγή 800.000 τόνων και να φτάσει την Γκάνα.

Η αγορά του Εκουαδόρ είναι πολύ πιο «ελεύθερη», πράγμα που σημαίνει πως οι καλλιεργητές/παραγωγοί εισπράττουν περίπου το 90% της διεθνούς τιμής του καρπού, σύμφωνα με τον Ivan Ontaneda, ο οποίος διευθύνει την Εθνική Ένωση Εξαγωγέων Κακάο και είχε δώσει μία συνέντευξη Τύπου τον περασμένο Νοέμβριο.

Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως οι καλλιεργητές του Εκουαδόρ μπορούν αμέσως τώρα να κάνουν νέες επενδύσεις αυξάνοντας την παραγωγή προκειμένου να εκμεταλλευθούν τις υψηλές τιμές.

Αυτό δεν μπορούν να το κάνουν τώρα οι παραγωγοί του αφρικανικού διδύμου και δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα μπορούν να το κάνουν όταν αρχίσουν να εισπράξουν την αυξημένη τιμή, αφού ούτως ή άλλως βάζουν στην τσέπη τους πολύ μικρότερο ποσοστό της διεθνούς τιμής.

Η αρθρογράφος του διεθνούς πρακτορείου υποστηρίζει, πως αυτό σημαίνει πως σταδιακά το μερίδιο αγοράς των καλλιεργητών από την Γκάνα και την Ακτή Ελεφαντοστού θα μειώνεται υπέρ των καλλιεργητών σε άλλες χώρες, όπου η παρέμβαση του κράτους είναι πολύ πιο «διακριτική» και η οικονομία είναι πιο ελεύθερη.

Το Εκουαδόρ δεν είναι η μόνη χώρα που προσπαθεί να μπει δυνατά στην αγορά κακάο. Η Βραζιλία είναι μία από αυτές που κινείται δυναμικά, και μάλιστα αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν από τις μεγάλες εξαγωγικές δυνάμεις στο κακάο.

Η παραγωγή της καταστράφηκε όμως εξ αιτίας μίας ασθένειας που έπληξε τα κακαόδεντρα. Όπως διαβάζουμε σε ρεπορτάζ του Bloomberg από τον Νοέμβριο, τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει σημαντικές επενδύσεις από τους τοπικούς αγρότες, πολλές φορές σε συνεργασία με πολυεθνικές εταιρείες του χώρου οι οποίες παρέχουν πολύτιμη τεχνική βοήθεια.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg, στόχος των Βραζιλιάνων αγροτών είναι να ανεβάσουν την ετήσια παραγωγή προς τις 500.000 χιλιάδες τόνους ετησίως.

Σημαντικές φιλοδοξίες έχει και μία άλλη αφρικανική χώρα, το Καμερούν, του οποίου η παραγωγή ανέρχεται τώρα σε 295.000 τόνους ετησίως. Το υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης της χώρας εκτιμά πως η παραγωγή θα διπλασιαστεί πριν το 2030, καθώς πολλοί αγρότες και επιχειρηματίες προσελκύονται από τις υψηλές τιμές. Στην καλλιέργεια κακάο έχει αρχίσει να δραστηριοποιείται και η Νιγηρία, ενώ στη Νότια Αμερική στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το Περού.

Αυτό που αντιλαμβανόμαστε διαβάζοντας το άρθρο του Bloomberg είναι πως με την πάροδο του χρόνου θα μειώνεται η σημασία της Ακτής Ελεφαντοστού και της Γκάνας στη διεθνή αγορά κακάο.

Αυτή βέβαια είναι μία διαδικασία που δεν μπορεί να προχωρήσει πολύ γρήγορα, καθώς κάθε νέο κακαόδεντρο χρειάζεται τουλάχιστον τρία χρόνια πριν αρχίσει να γίνεται παραγωγικό. Κάτι άλλο που κάνει δύσκολη τη σημαντική αύξηση της παραγωγής στις φιλόδοξες νέες δυνάμεις είναι και οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ζητά από τους παραγωγούς να αποδεικνύουν πως οι καλλιέργειές τους δεν βρίσκονται σε περιοχές που μέχρι πρόσφατα βρισκόντουσαν δάση που αποψιλώθηκαν από αυτούς.

Παρ' όλα αυτά όμως, φαίνεται πως η Ακτή Ελεφαντοστού και η Γκάνα δεν μπορούν να αποφύγουν αυτή τη «μοίρα». Ο τρόπος με τον οποίον έχει οργανωθεί η τοπική αγορά αποθαρρύνει τους καλλιεργητές από το να επεκταθούν, πράγμα που είναι ούτως ή άλλως δύσκολο, γιατί στην πλειοψηφία τους δεν έχουν μεγάλες οικονομικές δυνατότητες.

Επίσης, τα περισσότερα δέντρα είναι μεγάλης ηλικίας και πολύ ευαίσθητα στις αλλαγές του καιρού και πολύ ευάλωτα απέναντι σε ασθένειες όπως αυτές που τα έχουν πλήξει την τελευταία διετία και έχουν συμβάλλει στη μείωση της παραγωγής και στην επακόλουθη άνοδο της τιμής του κακάο.

Εδώ λοιπόν, φαίνεται πως μπορεί να βρισκόμαστε μπροστά σε μία κατάσταση όπου η μεγάλη αύξηση της τιμής του κακάο θα έχει τελικά πολύ αρνητικές συνέπειες για τη θέση των καλλιεργητών της Γκάνας και της Ακτής του Ελεφαντοστού. Από τη μία, δεν μπορούν να ωφεληθούν οικονομικά όσο θα περίμενε κανείς από την αύξηση της τιμής, λόγω του τρόπου με τον οποίον έχει οργανωθεί το σύστημα στις δύο αυτές χώρες.

Από την άλλη, θα βλέπουν σιγά-σιγά το μερίδιό τους στην παγκόσμια αγορά να μειώνεται και τους ανταγωνιστές από άλλες περιοχές να ισχυροποιούνται με την πάροδο του χρόνου. Ειδικά αν η μείωση της παραγωγής τους που έχει προκαλέσει τη μεγάλη αύξηση των τιμών συνεχιστεί για μεγάλο διάστημα.

Σε μία τέτοια περίπτωση, είναι πιθανόν να δούμε την τιμή να κρατιέται ψηλά, τα εισοδήματα των καλλιεργητών του διδύμου της Δυτικής Αφρικής να μην αυξάνονται πάρα πολύ και τους καλλιεργητές των ανταγωνιστικών χωρών να εκμεταλλεύονται τα δικά τους πιο αυξημένα έσοδα για να επενδύσουν στην ακόμα μεγαλύτερη επέκτασή τους. Δώρον άδωρον δηλαδή οι τιμές ρεκόρ για τους μικροκαλλιεργητές της Ακτής Ελεφαντοστού και της Γκάνας; Καθόλου απίθανο!