Σε κάθε έντονα ανοδική τάση, υπάρχει μια μερίδα επενδυτών που απέχουν μην έχοντας αγοραστικές θέσεις. Οι επενδυτές αυτοί συνήθως είναι βραχυπρόθεσμοι, δηλαδή εκείνοι που είτε ρευστοποίησαν νωρίς σε ενδεχόμενη πρωθύστερη λήψη θέσεων, είτε ανέμεναν - εις μάτην - κάποια «καλή» διόρθωση ώστε να τοποθετηθούν σε «καλύτερα» επίπεδα.
Το δεύτερο έρχεται σε άμεση συσχέτιση με την - ορθή - πεποίθηση ότι σε ανοδικές τάσεις, κάθε διορθωτική προσπάθεια συνιστά εύλογη ευκαιρία για τοποθέτηση. Εδώ όμως, εγείρονται δύο ερωτήματα: πρώτον, πόσο βαθιά είναι μια διόρθωση ώστε να αποτελέσει τελικά ένα «ασφαλές» επίπεδο εισόδου, και δεύτερον τι μέγεθος του χαρτοφυλακίου θα πρέπει να εμπλέξει ο ενδιαφερόμενος επενδυτής σε μια τέτοια διόρθωση.
Προτού αναλυθούν τα ερωτήματα, καταγράφεται το τελευταίο διάστημα μια διακύμανση μεταξύ 827 και 8078 μονάδων, η οποία μάλιστα δεν θεμελιώνει επ' ουδενί την έννοια της «διόρθωσης» εν μέσω ανοδικής τάσης, καθώς ούτε το εύρος της είναι σημαντικό (προσώρας ο Γενικός Δείκτης έχει απώλειες -0,4%) αλλά και η σχετική θέση της τιμής του (805-825) δικαιολογεί δευτερευούσης σημασίας πισωγυρίσματα. Άλλο είναι το ζήτημα αντιστροφής της ισχύουσας -ανοδικής- τάσης και έναρξη της πτωτικής κίνησης, που βεβαίως δεν υφίσταται καν σαν υπόθεση στην παρούσα φάση.
Μάλιστα, οι όγκοι συναλλαγών παραμένουν μεσοσταθμικά και εξ αναγωγής παρόμοιοι με αυτούς των περασμένων «χλιαρών» συνεδριάσεων, ώστε να μην προστίθενται νέα δεδομένα.
Όσον αφορά στο ερώτημα του πόσο βαθιά μπορεί να είναι μια διόρθωση, τούτο εξαρτάται αφενός από την ένταση της κύριας ανοδικής κίνησης και το αναλογούν μέρος της διόρθωσης.
Διότι είναι άλλο να μιλάμε για μια βαθιά διόρθωση -3% σε μια κίνηση +15% και άλλο σε μία κίνηση +50%, αφετέρου από τη γενική εικόνα της αγοράς, τουλάχιστον κατά το εξεταζόμενο βραχυπρόθεσμο πλαίσιο. Αυτή την περίοδο βρισκόμαστε εντός ανοδικής κίνησης με μέτρια γραμμή παλινδρόμησης.
Με άλλα λόγια, η κλίση της ανόδου διαγραμματικά έχει μειωθεί, ή αλλιώς καταγράφονται μικρότερα «προσθετικά» θετικά πρόσημα ανά συνεδρίαση σε σχέση με αυτά του Νοεμβρίου ή και του Δεκεμβρίου, δηλαδή χρειάζονται περισσότερες συνεδριάσεις για την ίδια εξεταζόμενη ποσοστιαία μεταβολή.
Επομένως, μια συνεδρίαση μερικών ρευστοποιήσεων συνιστά μια μέτρια διόρθωση και ευκαιρία για μερική τοποθέτηση σε επιλεγμένους τίτλους, παρόλο που δεν παράγει αυτήν την αίσθηση «ασφάλειας» στον εμπλεκόμενο. Διαφορετική θα ήταν η προσέγγιση στο θέμα εάν βρισκόμασταν σε έντονα ανοδική κίνηση, όπου λ.χ το -0,35% δεν θα σήμαινε απολύτως τίποτα.
Το δεύτερο ερώτημα συναρτάται σαφώς με τον τρόπο που εν γένει διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιό του ο επενδυτής (ή ο διαχειριστής του). Εάν ακολουθεί την αγορά «με θέσεις», δηλαδή με μόνιμα αγοραστική θέση και μερικές ρευστοποιήσεις κατά διαστήματα, είτε για αποκόμιση κερδών είτε και για αναδιάρθρωση και αγορά άλλων τίτλων, τότε επίσης τοποθετείται «μερικώς» σε κάθε διόρθωση, κατά το ποσοστό που εκείνος κρίνει. Αλλιώς, αν είναι ήδη εντελώς εκτός θέσης, καλό θα είναι να είναι περισσότερο γενναιόδωρος στις αγορές του.
Τα παραπάνω βεβαίως συνεπικουρούνται και με το γενικότερο κλίμα στις χρηματαγορές διεθνώς, αλλά και το «ημερολόγιο» που βλέπει μπροστά του, ήτοι τα γεγονότα-εξελίξεις που αναμένει, και από τα οποία προσδοκά είτε συνέχιση της ανόδου, είτε συσώρρευση, είτε και τελικά έντονη περαιτέρω διόρθωση.
Για την αγορά της Αθήνας σημειώνουμε ότι σε επίπεδο Γενικού Δείκτη, ο στόχος βραχυπρόθεσμα είναι οι 845 μονάδες, με στηρίξεις το ενδιαφέρον επίπεδο 798-802.
Το ανοδικό μεσοπρόθεσμο σενάριο, εφόσον δεν υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στα δεδομένα, είναι τετραψήφιο νούμερο, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις αποτιμήσεις των εταιρειών που μας ενδιαφέρουν, οι μεταβολές των οποίων συχνά υπεραποδίδουν.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.