Ψυχραιμία επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στην αγορά πετρελαίου, μετά την εκτίναξη των τιμών σε ποσοστό άνω του 6% τη Δευτέρα, στον απόηχο της απόφασης ορισμένων εκ των κορυφαίων πετρελαιοπαραγωγών χωρών να μειώσουν την παραγωγή κατά 1,16 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Το κλίμα αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι παρά την απρόσμενη κίνηση του ΟΠΕΚ+, ο ορίζοντας δεν είναι ξεκάθαρος.
Σε πρώτη φάση, οι ειδικοί προσπαθούν να προβλέψουν αν το πετρέλαιο θα σπάσει ξανά το φράγμα των 100 δολαρίων και παράλληλα να αναλύσουν τι θα σημαίνει αυτό για την οικονομία και τις αγορές. Επειδή όμως οι μαύροι κύκνοι των τελευταίων ετών έχουν ως αποτέλεσμα οι προβλέψεις να διαψεύδονται διαρκώς, οι αναλυτές προτιμούν πλέον να κάνουν σενάρια. Κάνε με προφήτη να σε κάνω πλούσιο…
Να πούμε εδώ ότι η τελευταία φορά που η τιμή του Brent βρέθηκε έστω ενδοσυνεδριακά στα 100 δολάρια ήταν στις 31 Αυγούστου 2022. Πριν από ένα χρόνο οι τιμές του πετρελαίου ξεπερνούσαν το επίπεδο των 100 δολαρίων το βαρέλι, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Λίγο αργότερα, το Brent έφτασε, στα τέλη Μαΐου και στα μέσα Ιουνίου, στο υψηλό των 125 δολαρίων. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για περαιτέρω άνοδο των τιμών που εντέλει θα επιβεβαίωναν τα πιο καταστροφικά σενάρια. Τελικά, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν βάσει του δυσμενούς σεναρίου και από τα τέλη Αυγούστου, οι τιμές του Brent και του αργού WTI βρίσκονται κάτω από τα 100 δολάρια και από τις 22 Νοεμβρίου κάτω από τα 90 δολάρια.
Εκεί, λοιπόν, που πολλοί πίστευαν ότι το πετρέλαιο θα έγραφε νέα ιστορικά υψηλά ξεπερνώντας το ρεκόρ του 2008, οι συνθήκες άλλαξαν. Στα μέσα Φεβρουαρίου, η JPMorgan προέβλεπε ότι η τιμή του Brent δεν θα ξεπεράσει τα 100 δολάρια το 2023, εκτός και αν υπάρξει κάποιο νέο μεγάλο γεωπολιτικό γεγονός που θα προκαλέσει ξανά χάος στις αγορές. Υποστήριζε μάλιστα ότι ο ΟΠΕΚ+ θα μπορούσε να αυξήσει την παραγωγή κατά 400 χιλ. βαρέλια ημερησίως και ότι οι ρωσικές εξαγωγές θα μπορούσαν θα ανακάμψουν προς τα μέσα του έτους.
Στα μέσα Μαρτίου 2023, η τιμή του Brent υποχώρησε στα 73 δολάρια, ένα επίπεδο που φαινομενικά είναι φυσιολογικό, όμως παραμένει υψηλότερο από τη μέση τιμή των προηγούμενων 10 ετών.
Τελικά, ο ΟΠΕΚ αντί να αυξήσει την παραγωγή τη μείωσε κι έτσι οι αναλυτές αναγκάζονται να ξανατρέξουν τα σχετικά μοντέλα, με νέες παραδοχές, για να δώσουν νέες τιμές-στόχους. Διανύουμε, βλέπετε, μία περίοδο που οι αβεβαιότητες είναι πολλές, οι εκπλήξεις περισσότερες και το διεθνές οικονομικό τοπίο επηρεάζεται ταυτόχρονα από οικονομικές και γεωπολιτικές ανατροπές. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο ραγδαία άλλαξε το κλίμα τον Μάρτιο με τα προβλήματα των τραπεζών σε ΗΠΑ και Ευρώπη και πόσες φορές έχουν μεταβληθεί οι εκτιμήσεις το τελευταίο διάστημα για την πορεία του πληθωρισμού και των επιτοκίων.
Ποιος μπορεί, λοιπόν, να προβλέψει με ασφάλεια πόσο ψηλά θα φτάσουν οι τιμές του πετρελαίου; Λίγες μόλις ώρες μετά την ανακοίνωση του ΟΠΕΚ, η Goldman Sachs προχώρησε στην αναβάθμιση της πρόβλεψης για το Brent, από τα 90 στα 95 δολάρια για το 2023 και από τα 97 στα 100 δολάρια για το 2024. Πρόσθεσε δε, ότι η τιμή μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 107 δολάρια αν οι χώρες του ΟΠΕΚ τηρήσουν τελικά τους νέους στόχους παραγωγής.
Ο Αμερικανός αναλυτής, ειδικός στην αγορά πετρελαίου, Πολ Σάνκι, υποστηρίζει ότι τα 100 δολάρια θα είναι σύντομα η νέα πραγματικότητα για τις τιμές του πετρελαίου. Όμως υπάρχουν και επενδυτικοί οίκοι που εκτιμούν ότι η ύφεση και μία σειρά άλλων παραγόντων θα εμποδίσουν την άνοδο σε τέτοια επίπεδα.
Σε τεχνικό επίπεδο, εκτιμάται ότι οι τιμές του πετρελαίου επηρεάζονται κατά 20 δολάρια το βαρέλι για κάθε 1 εκατ. μεταβολής της παραγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι η ζήτηση παραμένει ίδια. Ακόμη, λοιπόν, και αν υποχωρήσει η παγκόσμια ζήτηση, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανόδου από τα 85 περίπου δολάρια που διαμορφώνεται σήμερα η τιμή του Brent.