«Ψαλίδι» από Λαγκάρντ με φόντο τους δασμούς - Τι περιμένουν οι αγορές
Shutterstock
Shutterstock

«Ψαλίδι» από Λαγκάρντ με φόντο τους δασμούς - Τι περιμένουν οι αγορές

Με σημαντικά για τις αγορές μηνύματα - και ενδεχομένως συμπεράσματα – αλλά χωρίς εκπλήξεις σε ό,τι αφορά τα επιτόκια, αναμένεται να ολοκληρωθεί η πρώτη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για το 2025. Εκτός από το προφανές ενδιαφέρον για το κόστος του χρήματος, το οποίο εκτιμάται πως θα μειωθεί για τέταρτη συνεχόμενη φορά (στο 2,75% θα φτάσει το επιτόκιο αναφοράς από 3%), ο επενδυτικός κόσμος περιμένει τα «σινιάλα» της Κριστίν Λαγκάρντ για τη στρατηγική που θα ακολουθήσει μέσα στους επόμενους μήνες. Μία στρατηγική που θα επηρεάσει σχεδόν τα πάντα, από την ανάκαμψη της οικονομίας και τα χρηματιστήρια μέχρι την πορεία του ευρώ και τις αποδόσεις των ομολόγων.

Στη δεδομένη συγκυρία, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ καλούνται να λάβουν υπόψη, εκτός από… εσωτερικά ζητήματα όπως η επιμονή του πληθωρισμού και η αναιμική ανάκαμψη, και τις επιπτώσεις που θα έχει η πιθανή επιβολή δασμών από τον Ντόναλντ Τραμπ. Το τοπίο δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει, ωστόσο ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δείξει με το καλημέρα ότι δεν μπλοφάρει και στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθεί από τους Ευρωπαίους, θα επιβάλλει δασμούς 10% στα ευρωπαϊκά προϊόντα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η εκτίμηση των στελεχών της ΕΚΤ που επικρατούσε τους τελευταίους μήνες και οδήγησε το επιτόκιο αναφοράς στο 3% (από 4% που είχε κορυφωθεί) ήταν ότι ο πληθωρισμός θα έχει διακυμάνσεις βραχυπρόθεσμα αλλά θα… ρίξει άγκυρα γύρω στο 2% μεσοπρόθεσμα και παράλληλα η οικονομική δραστηριότητα θα υποστηριχθεί από την αύξηση των πραγματικών μισθών.

Πλέον, στην ΕΚΤ παραβλέπουν το γεγονός ότι ο πληθωρισμός αντί να επιβραδύνει, επιτάχυνε τους τελευταίους μήνες (στο 2,4% τον Δεκέμβριο από 1,7% τον Σεπτέμβριο) γιατί πιστεύουν ότι θα σταθεροποιηθεί στο 2% φέτος. Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να λαμβάνει αποφάσεις για τα επιτόκια με βάση τα διαθέσιμα κάθε μήνα στοιχεία, αλλά η γενικότερη στάση της είναι «dovish», τείνει δηλαδή προς την ταχύτερη μείωση των επιτοκίων έως το επίπεδο που θεωρείται «ουδέτερο».

Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. «Περιστέρια» και «γεράκια» στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ διαφωνούν για το που ακριβώς είναι το σημείο εκείνο όπου το επιτόκιο αναφοράς δεν περιορίζει την οικονομική δραστηριότητα αλλά ούτε μπορεί να αναθερμάνει τον πληθωρισμό. Διαφωνούν, επίσης, για την ταχύτητα με την οποία θα πραγματοποιηθούν οι μειώσεις.

Ο Ιταλός αναλυτής, Λορέντζο Κοντόνιο εκτιμά ότι θα έρθει μία ακόμα μείωση τον Μάρτιο στο 2,50% και μία τελική τον Ιούνιο στο 2,25%. Από κει και πέρα, όλα θα εξαρτηθούν από τις οικονομικές συνθήκες. Βλέπετε, είναι τόσο ραγδαίες και καθηλωτικές οι εξελίξεις διεθνώς που θα ήταν λάθος να καταρτίσει η ΕΚΤ μία συνολική στρατηγική για ολόκληρο το 2025.

Αν, για παράδειγμα, οι Ευρωπαίοι καταλήξουν στο ότι η προστατευτισμός των ΗΠΑ αποτελεί πραγματικό και άμεσο κίνδυνο για την οικονομία της Ευρωζώνης, τότε είναι πολύ πιθανό να πάμε σε πιο εμπροσθοβαρείς μειώσεις. Σε αυτό το σενάριο δεν αποκλείεται να δούμε και μία jumbo μείωση των 50 μονάδων βάσης ή διαδοχικές μειώσεις των 25 μ.β., με αποτέλεσμα το επιτόκιο αναφοράς να υποχωρήσει στο 1,75%. Η ING προβλέπει ότι στο εν λόγω σενάριο το ευρώ θα κινηθεί προς τα 1,045 δολάρια, από 1,039 δολάρια σήμερα και η απόδοση του γερμανικού 10ετούς θα υποχωρήσει στο 2,40% από 2,55% σήμερα.

Οι αποφάσεις της ΕΚΤ έχουν και μία άλλη πτυχή. Βρισκόμαστε σε μία συγκυρία που η ΕΚΤ δείχνει να ακολουθεί διαφορετική κατεύθυνση από τη Fed και αυτό είναι ουσιώδες για τις αγορές. Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα σχετίζεται με την κερδοφορία των τραπεζών, καθώς ακριβώς λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων εκτιμάται ότι θα είναι δύσκολο θα τις τράπεζες να ξεπεράσουν τις προσδοκίες των αναλυτών για το 2025.

Μην ξεχνάμε ότι οι αγορές προέρχονται από ένα 2024 κατά τη διάρκεια του οποίου ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος είδε την κερδοφορία και τις τιμές των μετοχών να εκτινάσσονται σε επίπεδα που είχαν να καταγραφούν από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας. Πάντως, η Fitch εκτιμά ότι οι ισχυρές επιδόσεις των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών θα συνεχιστούν και το 2025, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα δεχθούν πιέσεις στα έσοδα.