Σε νέες περιπέτειες η αυτοκινητοβιομηχανία διεθνώς
shutterstock
shutterstock

Σε νέες περιπέτειες η αυτοκινητοβιομηχανία διεθνώς

Μπορεί το 2024 τα προβλήματα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας να ήταν στην πρώτη γραμμή των ειδήσεων, όμως το 2025 αναμένεται να αποτελέσει ένα εξαιρετικά δύσκολο έτος διεθνώς για τον κλάδο, καθώς βασικοί παράγοντες αναμένεται να περιορίσουν τη ζήτηση. Την ίδια στιγμή η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ αναμένεται να προσθέσει νέα αβεβαιότητα στον κλάδο από την πρώτη μέρα της εγκατάστασής της στον Λευκό Οίκο.

Καταρχάς, μια βασική ανησυχία για το 2025 είναι η εξέλιξη της ζήτησης για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα -EV- καθώς οι κυβερνήσεις επανεξετάζουν την πολιτική υποστήριξη, ιδίως τα κίνητρα και τις επιδοτήσεις, τη βιομηχανική πολιτική και τα τιμολόγια.

Στις εκτιμήσεις της για το νέο έτος, η S&P Global Mobility προβλέπει 89,6 εκατομμύρια πωλήσεις νέων οχημάτων παγκοσμίως, μέγεθος που αντικατοπτρίζει μια μάλλον μετριοπαθή αύξηση της τάξης του 1,7% από έτος σε έτος.

Η αλήθεια είναι ότι οι προβλέψεις για την αυτοκινητοβιομηχανία για το 2025 έχουν υποβαθμιστεί σε γενικές γραμμές, αντανακλώντας τις αναμενόμενες αλλαγές στην πολιτική των ΗΠΑ μετά την αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο, τους βραδύτερους ρυθμούς υιοθέτησης ηλεκτρικών οχημάτων, τη βραδύτερη ανάπτυξη σε βασικές αγορές, τις αυξημένες τιμές των νέων οχημάτων, την άνιση εμπιστοσύνη των καταναλωτών όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών και την προσφορά ενέργειας.

Ειδικά για την αγορά των ΗΠΑ όμως, το 2025 υπάρχουν επιπλέον λόγοι ανησυχίας.

Η εξέλιξη των επιτοκίων

Από τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNBC τα μέσα επιτόκια δανεισμού για καινούργια αυτοκίνητα είναι στο 9,01%, ενώ το κόστος δανεισμού για μεταχειρισμένα οχήματα είναι 13,76%.

Τα μέσα επιτόκια και για τους δύο τύπους δανείων έχουν μειωθεί περίπου μια πλήρη ποσοστιαία μονάδα από το υψηλό 24 ετών νωρίτερα φέτος, ενώ αναμενόταν ότι οι καταναλωτές μπορεί να έβλεπαν αισθητά ακόμη χαμηλότερα επιτόκια μέχρι την άνοιξη του 2025, κάτι που θα δημιουργούσε ένα πολύ πιο ευνοϊκό περιβάλλον αγοράς.

Όμως μετά την τελευταία συνεδρίαση της Fed, ο Τζερόμ Πάουελ ξεκαθάρισε ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα είναι εφεξής πολύ προσεκτική όσον αφορά τις μειώσεις επιτοκίων, και θα προβεί το 2025 μόλις σε δύο μειώσεις κατά 25 μονάδες βάσης, έναντι των πρότερων προβλέψεων για μείωση μιας ολόκληρης ποσοστιαίας μονάδας.

Οι δασμοί θα αυξήσουν τελικά το κόστος για τα οχήματα και στις ΗΠΑ

Ο Τραμπ «διαφημίζει» ότι μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του θα εφαρμόσει άμεσα πρόσθετο δασμό στα κινεζικά εισαγόμενα προϊόντα, καθώς και την προσθήκη δασμών 25% σε όλα τα προϊόντα από το Μεξικό και τον Καναδά.

Οι δασμοί όμως είναι φόροι στα εισαγόμενα αγαθά που καταβάλλονται από τις αμερικανικές εταιρείες που εισάγουν αυτά τα αγαθά. Νομοτελειακά λοιπόν θα επηρεάσουν δυσανάλογα και τις τιμές των αυτοκινήτων, καθώς πολλά από τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τη συναρμολόγηση ενός αμερικανικού οχήματος προέρχονται από διαφορετικά μέρη του κόσμου.

Βλέπετε, η αλυσίδα εφοδιασμού του τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι μοναδική και πολλά εξαρτήματα διασχίζουν τα διεθνή σύνορα πολλές φορές, πριν καν φτάσουν στο εκάστοτε εργοστάσιο συναρμολόγησης, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNBC αυτό το Σαββατοκύριακο.

«Δεν υπάρχει 100% αμερικανικό όχημα» όπως χαρακτηριστικά δηλώνουν στελέχη της αγοράς, καθώς αυτό συναρμολογείται με εξαρτήματα από ολόκληρο τον κόσμο.

Για παράδειγμα, οι ηλεκτρονικοί αισθητήρες ή άλλα εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται για το τιμόνι έρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες για συναρμολόγηση από χώρες όπως η Γερμανία.Στη συνέχεια, το τιμόνι στέλνεται στο Μεξικό για ραφή, για να επιστρέψει ξανά στις ΗΠΑ και να προσαρτηθεί στο όχημα.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις σε σημείωμα αναλυτών της Wells Fargo, οι δασμοί θα μπορούσαν να προσθέσουν 600 έως 2.500 δολάρια ανά όχημα, ανάλογα αν τα ανταλλακτικά εισάγονται από το Μεξικό, τον Καναδά ή την Κίνα.

Οι τιμές δε των οχημάτων που συναρμολογούνται στο Μεξικό και τον Καναδά - που αντιπροσωπεύουν περίπου το 23% των οχημάτων που πωλούνται στις ΗΠΑ - θα μπορούσαν να αυξηθούν από 1.750 έως 10.000 δολάρια.

Αν σκεφτεί κανείς πόσο ακριβά θα μπορούσαν να καταστούν τα οχήματα με αυτούς τους δασμούς, γίνεται κατανοητό ότι το κόστος αυτό θα επιβαρύνει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη: αυτοκινητοβιομηχανίες, αντιπροσώπους και καταναλωτές.

Καθώς ελάχιστες εταιρείες μπορούν να μετακυλήσουν όλο αυτό το κόστος κατευθείαν στους πελάτες τους, εκ των πραγμάτων θα «σηκώσουν» ένα μεγάλο μέρος του.

Από το δεύτερο εξάμηνο του 2025 τα δύσκολα

Όλες αυτές οι αλλαγές δε θα γίνουν ορατές στην αγορά άμεσα, δεδομένου ότι πολλά αυτοκίνητα που θα κυκλοφορήσουν στις αρχές του 2025 έχουν ήδη συναρμολογηθεί.

Οι αγοραστές αυτοκινήτων λοιπόν τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2025 είναι πολύ πιθανό να μην αισθανθούν την επιρροή στην τιμή από τους νέους δασμούς. Οι τιμές βάσης θα είναι περίπου οι ίδιες και οι έμποροι είναι πιθανό να προσφέρουν περισσότερα κίνητρα για να προσελκύσουν αγοραστές. Ήδη άλλωστε οι πωλήσεις αυτοκινήτων τον Νοέμβριο στις ΗΠΑ έχουν υψηλότερα κίνητρα και μεγαλύτερες προσφορές.

Η μέση τιμή συναλλαγής για νέα αυτοκίνητα αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 47.000 και 48.000 δολαρίων, ενώ τον Νοέμβριο, η μέση τιμή ήταν 48.724 δολάρια, ήτοι 1,5% υψηλότερη από το 2023.

Η επίδραση των δασμών αν εν τέλει επιβληθούν, θα φανεί πιθανότατα στην αγορά από το τρίτο τρίμηνο και μετά, όπου και θα ξεκινήσουν οι περιπέτειες για τις αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες.

Οι προβλέψεις πωλήσεων ανά αγορά

Ολοκληρώνοντας το 2024, η αγορά της Δυτικής/Κεντρικής Ευρώπης θα πρέπει να παραδώσει λίγο κάτω από 15 εκατομμύρια μονάδες (+1,1% ετησίως).

Μέχρι το 2025, οι αυστηροί κανόνες εκπομπών θα επηρεάσουν περαιτέρω το μείγμα της αγοράς με τη S&P Global Mobility να προβλέπει ότι η αγορά θα διαμορφωθεί περίπου στα ίδια επίπεδα, σημειώνοντας αύξηση μόλις 0,1% ετησίως, αντανακλώντας τους κινδύνους οικονομικής ύφεσης, την πολιτική αβεβαιότητα στη Γερμανία και τη Γαλλία, τη μείωση των επιδοτήσεων EV και των υψηλότερων τιμών λόγω κυρίως του αυξημένου κόστους ενέργειας, των δασμών της ΕΕ στις εισαγωγές από την Κίνα, καθώς και τους δασμολογικούς κινδύνους λόγω Τραμπ.

Όσον αφορά το σύνολο της Ευρώπης, αναμένεται να κατασκευάσει 16,6 εκατομμύρια μονάδες το 2025, ήτοι μείωση κατά 2,6% από την εκτίμηση των 17 εκατομμυρίων για το 2024.

Στις ΗΠΑ οι όγκοι πωλήσεων εκτιμάται ότι θα φτάσουν τις 16,2 εκατομμύρια μονάδες το 2025, ήτοι αύξηση 1,25% από το προβλεπόμενο επίπεδο του 2024 των 16 εκατομμυρίων μονάδων, αντικατοπτρίζοντας το αβέβαιο περιβάλλον της αγοράς και στις ΗΠΑ.

Στην Κίνα το 2024 οι πωλήσεις εκτιμάται ότι θα ανακάμψουν σε τουλάχιστον 25,8 εκατομμύρια μονάδες, ήτοι αύξηση 1,4% από το 2023 σύμφωνα με τη S&P Global Mobility.

Για το 2025, ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας προβλέπεται να συνεχίσει να υποστηρίζεται από τα προγράμματα NEV και τα ευρύτερα κυβερνητικά κίνητρα για τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης, με αποτέλεσμα η ζήτηση στην ηπειρωτική Κίνα να φτάσει τις 26,6 εκατομμύρια μονάδες, αυξημένη κατά 3% σε σχέση με τα επίπεδα του 2024.

Ειδικά όσον αφορά την ηλεκτροκίνηση, αναμένεται να επωφεληθεί από το φθηνότερο κόστος μπαταριών το οποίο σε συνδυασμό με τα γενναιόδωρα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα επιδοτήσεων θα συμβάλει στην τόνωση της ζήτησης.

Στην Ιαπωνία η ζήτηση αναμένεται να επιστρέψει το 2025 σε ρυθμούς ανάπτυξης μετά από ένα απογοητευτικό 2024, κυρίως λόγω της απροσδόκητης διακοπής των αποστολών της Daihatsu λόγω παρατυπιών στο θέμα των εκπομπών. Η S&P Global Mobility προβλέπει ότι οι όγκοι πωλήσεων θα φτάσουν τις 4,6 εκατομμύρια μονάδες το 2025, μια εκτιμώμενη αύξηση 5,4% από το προβλεπόμενο επίπεδο του 2024.

Βέβαια, η προοπτική των καθολικών δασμών των ΗΠΑ και των ασθενέστερων παγκόσμιων οικονομικών θεμελιωδών μεγεθών, θα μπορούσε να αποδειχθεί προβληματική για την Ιαπωνία, έναν βασικό καθαρό εξαγωγέα αυτοκινήτων, ειδικά στη Βόρεια Αμερική, αν και η αναμενόμενη βραδύτερη ανάπτυξη των αμερικανικών EVs θα μπορούσε να προσφέρει θετικό αποτέλεσμα.


Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

[email protected]