Η απόπειρα δολοφονίας του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία ευτυχώς απέτυχε, μπορεί να έκοψε την ανάσα εκατομμυρίων ανθρώπων στις ΗΠΑ και σε όλον τον κόσμο. Την ίδια ώρα όμως, έκανε πολλούς να πιστέψουν πως η εκλογική αναμέτρηση της 5ης Νοεμβρίου έχει ήδη κριθεί υπέρ του. Αυτή τη στιγμή, μία τέτοια εκτίμηση ακούγεται αρκετά λογική, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας την εικόνα που εμφανίζει το Δημοκρατικό κόμμα εξαιτίας της φανερής αδυναμίας του προέδρου Μπάιντεν να ακολουθήσει τους ρυθμούς που είναι απαραίτητοι για μία τόσο απαιτητική προεκλογική εκστρατεία. Αφού πρώτα επισημάνουμε πως οι τέσσερις μήνες που απομένουν μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου είναι ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος από τώρα για το τελικό αποτέλεσμα, μπορούμε να κάνουμε μία σύντομη επισκόπηση των εκτιμήσεων για το τι σημαίνει μία νίκη του Τραμπ για τις χρηματιστηριακές αγορές, με τη βοήθεια του διεθνούς Τύπου.
Ξεκινώντας πρέπει να πούμε πως σε γενικές γραμμές, οι περισσότεροι παρατηρητές εκτιμούν πως μία νέα τετραετία διακυβέρνησης υπό τον Ντόναλντ Τραμπ θα είναι θετική για τις αγορές. Η εκτίμηση αυτή δε βασίζεται μόνο στο γεγονός πως κατά την πρώτη τετραετία του οι χρηματιστηριακοί δείκτες ακολούθησαν μία ανοδική πορεία, ακόμα και μετά την περιπέτεια της πανδημίας. Βασίζεται και στο γεγονός πως από τις μέχρι τώρα δηλώσεις του Τραμπ και των συνεργατών του, είναι σαφές πως θα επιδιώξει την ανανέωση της ισχύος των μειωμένων φορολογικών συντελεστών που ψηφίστηκαν κατά την πρώτη τετραετία του και σύντομα λήγουν. Αυτό είναι εντελώς αντίθετο από τη σημαντική αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων των μεγάλων επιχειρήσεων που υπόσχεται η πλευρά Μπάιντεν.
Πέρα από αυτό, είναι βέβαιο πως θα ακολουθήσει πολύ πιο ελαστική πολιτική σε ζητήματα ανταγωνισμού και μονοπωλιακής πολιτικής, σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική του Τζο Μπάιντεν. Ευνοημένες από μία τέτοια εξέλιξη θα είναι οι εταιρείες που ανήκουν σε κλάδους που έχουν «υποφέρει» από το 2021 μέχρι σήμερα. Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες οι οποίες έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της επιτροπής ανταγωνισμού και του υπουργείου δικαιοσύνης, σίγουρα δε θα στενοχωρηθούν καθόλου από αυτό, ούτε φυσικά οι μέτοχοί τους. Ένας άλλος κλάδος που βρίσκεται υπό πίεση είναι αυτός των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών υγείας, όπως και οι επιχειρήσεις που εκδίδουν πιστωτικές κάρτες.
Σύμφωνα με το Bloomberg και άλλους παρατηρητές, από την επανεκλογή Τραμπ θα ευνοηθούν οι επιχειρήσεις που λειτουργούν ιδιωτικές φυλακές. Κατά πάσα πιθανότητα, ευνοημένες θα είναι και οι μεγάλες τράπεζες, καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπαθεί να επιβάλλει πολύ αυστηρούς κανόνες στη λειτουργία τους και λογικά θα γίνουν πιο εύκολες οι μεγάλες συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων, οι οποίες αποφέρουν πολλά έσοδα στις τράπεζες και τις χρηματιστηριακές εταιρείες. Γενικά, ευνοημένες θα είναι οι επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία εξαρτάται και από τις αποφάσεις των διάφορων ανεξάρτητων αρχών, η δύναμη των οποίων υπέστη ισχυρό πλήγμα μετά την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για το Chevron Doctrine (το Black Box είχε ασχοληθεί πολύ έγκαιρα με αυτή την πολύ σημαντική υπόθεση (Το μοναδικό σπριντ της Άκτωρ, η ώρα της ΔΕΗ, η εκστρατεία της Πειραιώς, τα κεφάλαια της Autohellas, η επιβράβευση της Alpha Αστικά και τα κοντέρ των εφοπλιστών| Liberal.gr).
Θεωρητικά, σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι μεγάλες ενεργειακές εταιρείες. Ο Τραμπ έχει δηλώσει ξεκάθαρα πως σκοπεύει να αφήσει ελεύθερες τις πετρελαϊκές εταιρείες και αυτές που ασχολούνται με το φυσικό αέριο να δουλέψουν ελεύθερα χωρίς περιορισμούς στην εξόρυξη και τη μεταφορά υγρών καυσίμων. Είναι επίσης βέβαιο πως θα αρθούν οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν πριν μερικούς μήνες στις επιχειρήσεις που κατασκευάζουν τερματικούς σταθμούς LNG στις ακτές των ΗΠΑ (σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να χαρούν και αρκετά ευρωπαϊκά κράτη). Για τις πετρελαϊκές εταιρείες, τα πράγματα δεν είναι και τόσο σίγουρα. Οι περισσότερες από αυτές έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται έντονα και στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ο Τραμπ έχει απειλήσει πως θα καταργήσει όλες τις σχετικές επιδοτήσεις, από τις οποίες όμως ωφελούνται και πολλές μεγάλες πετρελαϊκές επιχειρήσεις που σίγουρα έχουν δωρίσει αρκετά χρήματα στην εκστρατεία του πρώην προέδρου.
Μιλώντας για ΑΠΕ και πράσινη ενέργεια, ένα μεγάλο ερωτηματικό αφορά στη βιομηχανία ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Ο Τραμπ έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη πως δε συμφωνεί με το πρόγραμμα IRA μέσω του οποίου εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ έχουν επιδοτήσει εργοστάσια κατασκευής ηλεκτρικών αυτοκινήτων και μπαταριών. Αν αποφασίσει να «κυνηγήσει» το IRA, τότε πάρα πολλές βιομηχανίες, αμερικανικές και διεθνείς, θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα, κάτι που σίγουρα έχει υπόψη του ο Τραμπ καθώς τα περισσότερα εργοστάσια βρίσκονται σε «ρεπουμπλικανικές» πολιτείες. Μία άλλη κατηγορία επιχειρήσεων που θα βρεθούν σε δύσκολη θέση αν ο Τραμπ εκλεγεί και δεν αλλάξει απόψεις, είναι αυτή των αμερικανικών αμυντικών βιομηχανιών που έχουν ωφεληθεί πολύ από την πώληση όπλων στην Ουκρανία. Αν υποθέσουμε πως εκλεγόμενος θα «σταματήσει τον πόλεμο σε μία μέρα», τότε αυτές οι επιχειρήσεις δε θα χαρούν καθόλου, σε αντίθεση με τις αντίστοιχες στην Ευρώπη!
Εκτός όμως από το πώς θα επηρεαστούν διάφορες επιχειρήσεις αν επιστρέψει ο Ντόναλντ Τραμπ, υπάρχει και ένα θέμα που απασχολεί κυρίως τους οικονομολόγους και δευτερευόντως τους επενδυτές. Αυτό έχει σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική που θα ακολουθήσει. Οι σημαντικές μειώσεις φόρων που υπόσχεται, σε συνδυασμό με τη δέσμευση του για επιβολή δασμών ύψους 10% σε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα, είναι μέτρα που θα ενισχύσουν τον πληθωρισμό. Πληθωριστικό μέτρο θεωρείται πως θα είναι και ο σημαντικός περιορισμός της παράνομης μετανάστευσης, η οποία μπορεί να δημιουργεί διάφορα προβλήματα αλλά περιορίζει τις ανοδικές πιέσεις στο κόστος εργασίας, καθώς αυξάνεται το εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις που διαβάσαμε στο Barron’s, μόνο η επιβολή δασμών ύψους 10% θα ανεβάσει τον πληθωρισμό κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Αν αυτές οι εκτιμήσεις είναι σωστές, θα γίνει πολύ δύσκολη η θέση του διοικητή της Fed, η οποία ετοιμάζεται να ξεκινήσει τη μείωση των επιτοκίων. Η μείωση των φόρων δε θα επηρεάσει τόσο τον πληθωρισμό, όσο το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ, καθώς οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως θα το αυξήσει σημαντικά. Αυτό αποτελεί επίσης ανασχετικό παράγοντα για τη μείωση των επιτοκίων, κάτι που εξηγεί και ένα πρόσφατο «τσίμπημα» των αποδόσεων των μακροπρόθεσμων ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου.
Προφανώς, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για την πολιτική που θα ακολουθήσει ο Τραμπ εφόσον εκλεγεί για δεύτερη φορά πρόεδρος των ΗΠΑ. Πιθανότατα δεν ξέρει ούτε ο ίδιος και θα το αποφασίσει όταν έρθει η ώρα και ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν τότε. Αυτό δεν εμποδίζει τους επενδυτές να προσπαθούν να τοποθετηθούν έγκαιρα προκειμένου να ωφεληθούν από την – πολύ πιθανή για αυτούς – εκλογή του. Από αυτά που μπορούμε να καταλάβουμε μέχρι τώρα, μία γενική εκτίμηση που επικρατεί είναι πως οι εταιρείες και οι κλάδοι της οικονομίας που θα ωφεληθούν θα είναι περισσότερες από αυτές που θα υποστούν βλάβη. Όσο για τις ανησυχίες σχετικά με τον πληθωρισμό και τα εμπόδια στη μελλοντική μείωση των επιτοκίων, προς το παρόν βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο, με τα οφέλη για τις επιχειρήσεις να είναι στο προσκήνιο.
shutterstock
shutterstock