Τα κρούσματα της νόσου COVID-19 σημειώνουν έξαρση στην Ευρώπη με τις περισσότερο πληγείσες χώρες να επιβάλλουν και πάλι περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα και στην κινητικότητα.
Στην Αυστρία όπου ο αριθμός των κρουσμάτων έχει αυξηθεί από τα 220 ανά εκατομμύριο πριν ένα μήνα στα σχεδόν 1.300, πληθυσμός γύρω στα 2 εκατομμύρια που δεν έχουν πλήρως εμβολιαστεί έχει τεθεί σε lockdown.
Στη Γερμανία αριθμός περιοχών μαζί με την πρωτεύουσα, το Βερολίνο, έχουν εισαγάγει μέτρα που περιορίζουν την πρόσβαση σε εστιατόρια, σινεμά και άλλους δημόσιους χώρους σε άτομα που έχουν εμβολιαστεί η ανέκαμψαν πρόσφατα από τη νόσο του κορονοϊού.
Η κυβέρνηση της Ιρλανδίας επανεισήγαγε περιορισμούς στις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων, κάνοντας έκκληση στους πολίτες να εργάζονται από το σπίτι μετά την αύξηση των κρουσμάτων από 340 ανά εκατομμύριο στα 846 τον τελευταίο μήνα.
Την προηγούμενη Παρασκευή η Ολλανδία επέβαλε ξανά ένα μερικό lockdown μετά από πενταπλασιασμό των κρουσμάτων τον τελευταίο μήνα.
Ωστόσο, παρά το νέο κύμα των λοιμώξεων κορονοϊού, οι μετοχές στην ευρωζώνη συνέχισαν την κούρσα τους με τον ευρωπαϊκό δείκτη Stoxx 600 να κλείνει σε υψηλό ρεκόρ την Τρίτη μετά από άνοδο στις 16 από τις τελευταίες 18 συνεδριάσεις.
«Πιστεύουμε ότι αυτή η αισιόδοξη αντίδραση των επενδυτών είναι δικαιολογημένη και βλέπουμε περαιτέρω άνοδο στις μετοχές της ευρωζώνης», αναφέρει σε έκθεση της η UBS και εξηγεί:
Καινούργια, πλήρη απαγορευτικά δεν είναι πιθανά καθώς τα εμβόλια έχουν αποδυναμώσει τη σχέση των νέων κρουσμάτων με σημαντική νόσηση, που σημαίνει ότι η έξαρση των κρουσμάτων δεν έχει συνοδευτεί από ισοδύναμη άνοδο των εισαγωγών σε νοσοκομεία.
Οι περιορισμοί είναι επίσης στοχευμένοι, όπως η εστίαση της Αυστρίας στους μη εμβολιασμένους, και συνεπώς είναι λιγότερο επιβαρυντικοί για την οικονομία από ότι τα πλήρη απαγορευτικά.
Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική παραμένουν στηρικτικές. Αυτή την εβδομάδα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Christine Lagarde επανέλαβε ότι η χαλαρή στάση της κεντρικής τράπεζας θα διατηρηθεί.
«Σε μία περίοδο που η αγοραστική δύναμη ήδη πιέζεται από τις υψηλές τιμές ενέργειας και καυσίμων ένα αδικαιολόγητο σφίξιμο των χρηματοδοτικών συνθηκών δεν είναι επιθυμητό και θα αποτελούσε ένα μετωπικό άνεμο για την ανάκαμψη», δήλωσε.
Οι μετοχές θα ευνοηθούν επίσης από τις εκταμιεύσεις πόρων από τα κυβερνητικά προγράμματα για επενδύσεις στις υποδομές, αναφέρει η έκθεση.
«Οι μετοχές στηρίζονται από την ανάκαμψη της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Με το 91% των επιχειρήσεων της ευρωζώνης να έχουν ήδη ανακοινώσει αποτελέσματα τρίτου τριμήνου, ποσοστό 70% ξεπέρασε τις προβλέψεις των αναλυτών για τα κέρδη. Επίσης, η ευρωζώνη είχε περισσότερες αναθεωρήσεις επί τα βελτίω για την κερδοφορία των επιχειρήσεων από άλλες περιοχές και προβλέπουμε ρυθμό αύξησης των κερδών 60% στη φετινή χρήση», επισημαίνει η UBS.
«Με το σκηνικό αυτό, οι μετοχές της ευρωζώνης είναι από τις τοπ προτιμήσεις μας. Οι αποτιμήσεις δεν είναι παράλογες καθώς ο δείκτης MSCI EMU στα τρέχοντα επίπεδα έχει πολλαπλασιαστή γύρω στις 16 φορές τα προβλεπόμενα κέρδη του επόμενου 12μηνου. Εκτιμούμε ότι θα ήταν δικαιολογημένος ένας πολλαπλασιαστής κοντά στις 17 φορές δεδομένου του περιβάλλοντος χαμηλών η αρνητικών ομολογιακών αποδόσεων.»
«Για τους επενδυτές που εστιάζουν στο εισόδημα, η μερισματική απόδοση της αγοράς στο 2,8% είναι ελκυστική σε σύγκριση με τις αποδόσεις των ομολόγων που βρίσκονται κοντά στο μηδέν η και κάτω από το μηδέν».