Στο «σκοτεινό μονοπάτι» των διερευνητικών επαφών επιστρέφουν και πάλι Αθήνα και Αγκυρα, με διαφορετικές επιδιώξεις η κάθε μια και υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα που προτιμά το έστω και άγονο τραπέζι του διαλόγου από τη θερμή αντιπαράθεση στο τερέν της Ανατολικής Μεσογείου το οποίο κρύβει κινδύνους για την περιφερειακή ασφάλεια και πυροδοτεί ευρύτερες περιφερειακές αναμετρήσεις.
Οι διερευνητικές επαφές που ξεκίνησαν πριν από 18 χρόνια και στη διάρκειά τους έγιναν 60 συναντήσεις είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταλήξουν σε συμφωνία, έστω και παραπομπής της διαφοράς για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Δ.Δ. της Χάγης, καθώς, εκτός της περιόδου 2003-2004 που κατ' ισχυρισμό της τότε πολιτικής ηγεσίας βρέθηκε κοντά σε συμφωνία, ουδέποτε οδήγησαν σε ουσιαστική προσέγγιση.
Πολύ περισσότερο τώρα -μετά το 2016 που έγινε η τελευταία συνάντηση και ενώ έχει τεθεί σε εφαρμογή το δόγμα της «Γαλάζιας πατρίδας», έχει γίνει η προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων με το τουρκολιβυκό μνημόνιο και την αποστολή του «Oruc Reis» στην ελληνική μη οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα- έχουν περιοριστεί όχι μόνο τα περιθώρια συμφωνίας, αλλά δυσκολεύει και η προεργασία για τη δόμηση του διαλόγου αυτού.
Εγγυήσεις
Η διατήρηση ή η επαναδιαπραγμάτευση του κειμένου που είχε συμφωνηθεί τον Ιούλιο στη διάρκεια της τριμερούς στο Βερολίνο είναι ανοικτό και καθώς δεν έχει γνωστοποιηθεί το περιεχόμενό του δίνει λαβή ακόμη για συζητήσεις, καθώς αφορούσε τους όρους και τις προϋποθέσεις για την έναρξη και συνέχιση των διερευνητικών. Καθώς, εάν η Ελλάδα ζητά εγγυήσεις (και δικαιολογημένα) ότι στη διάρκεια των συνομιλιών θα αποφευχθούν ασκήσεις και έρευνες σε επίμαχες περιοχές, δεν είναι σαφές τι έχει ζητήσει η Αγκυρα από την πλευρά της ώστε να ξεκινήσουν οι συνομιλίες.
Το μήνυμα που έστειλε ο κ. Μητσοτάκης με το άρθρο του σε ξένες εφημερίδες ότι ο πλους του «Oruc Reis» παραβιάζει το διεθνές δίκαιο που δεν επιτρέπει έρευνες σε διεκδικούμενη από τις δυο χώρες περιοχή μη οριοθετημένης υφαλοκρηπίδας, θα μπορούσε να ήταν ένα από τα «νεύματα» που ζητούσε η Τουρκία προκειμένου να αποδεχθεί την επανέναρξη των διερευνητικών. Βεβαίως η αναφορά αυτή ανοίγει τη γενικότερη συζήτηση για τον ίδιο τον νόμο Μανιάτη, που όριζε ως εξωτερικό όριο των ελληνικών θαλασσίων ζωνών -μέχρις ότου υπάρξει συμφωνία οριοθέτησης- τη μέση γραμμή και βάσει αυτού χαράχθηκαν και αδειοδοτήθηκαν τα οικόπεδα νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Οι συνεχείς δηλώσεις της τουρκικής πλευράς ότι το «Oruc Reis» αποσύρθηκε απλώς για εργασίες συντήρησης και ανεφοδιασμό και θα συνεχίσει την αποστολή του επιβαρύνουν το κλίμα, αλλά είναι σαφές ότι εξυπηρετούν και εσωτερικές σκοπιμότητες, καθώς ο κ. Ερντογάν δέχεται κριτική ότι υποχώρησε υπό την πίεση των Γερμανών και των Αμερικανών.
Η Αθήνα δεν εμπιστεύεται ιδιαίτερα την ειλικρίνεια των τουρκικών προθέσεων και αντιλαμβάνεται ότι οι χειρισμοί της τουρκικής πλευράς έχουν να κάνουν κυρίως με τη διευκόλυνση των δυνάμεων που υποστηρίζουν μια αδιατάρακτη ευρωτουρκική σχέση, στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν απόφαση της Συνόδου Κορυφής για κυρώσεις. Που και πριν ακόμη εφαρμοστούν θα έδιναν σήμα στις αγορές να «πριονίσουν» κι άλλο την κλυδωνιζόμενη τουρκική οικονομία.
Όμως το πρόβλημα στις διερευνητικές είναι η εντελώς διαφορετική αντίληψη που έχει κάθε πλευρά για το περιεχόμενό τους διαχρονικά.
Η υφαλοκρηπίδα
Η Ελλάδα επιμένει ότι αντικείμενο είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών συνολικά, ενώ αντιθέτως η Τουρκία θεωρεί ότι οι διερευνητικές είναι το πλαίσιο για τη συζήτηση όλων των προβλημάτων, όπως η ίδια τα αντιλαμβάνεται στις διμερείς σχέσεις και η αναζήτηση τρόπου επίλυσής τους. Η Αθήνα για σειρά ετών είχε αποδεχθεί τη συζήτηση στις διερευνητικές και του θέματος της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων, παρά το γεγονός ότι αποτελεί απόλυτο κυριαρχικό δικαίωμα του κράτους, που ασκείται μονομερώς. Πάντως, ούτε και τότε (παρά τη μαρτυρία του Χ. Παμπούκη σε πρόσφατο άρθρο του ότι είχε υπάρξει συμφωνία για επιλεκτική επέκταση στα 8,5 ν.μ. με διεθνείς διαύλους και προφανώς αντιστοίχιση και του εναέριου χώρου) επιτεύχθηκε συνολική συμφωνία και όπως επίσης δήλωσε ο εκ των χειριστών της διαδικασίας πρώην υπουργός Εξωτερικών Τ. Γιαννίτσης, καμία συμφωνία στη διάρκεια των διερευνητικών δεν δεσμεύει τις πλευρές εάν δεν υπάρξει συνολική τελική συμφωνία (ad referendum).
Ο κ. Βενιζέλος δηλώνει ότι στη διάρκεια της θητείας του δεν τέθηκε στις διερευνητικές θέμα «γκρίζων ζωνών» και αποστρατιωτικοποίησης, ενώ ο Τ. Γιαννίτσης δηλώνει ότι «τέθηκαν θέματα που δεν έγιναν δεκτά ως αντικείμενο συζήτησης».
Η συζήτηση θέματος επέκτασης των χωρικών υδάτων αφαιρέθηκε από την ατζέντα με πρωτοβουλία του τότε ΥΠΕΞ Ευ. Βενιζέλου, ενώ δεν είναι γνωστό το περιεχόμενο των συζητήσεων στη διάρκεια των δύο συναντήσεων για διερευνητικές επαφές που έγιναν στη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και πριν διακοπούν με πρωτοβουλία της Τουρκίας τον Μάρτιο του 2016, αν και πηγές που είχαν σχετική πληροφόρηση δηλώνουν ότι υπήρχε απλή παράθεση επιχειρημάτων και γνωστών θέσεων, με την Τουρκία να δίνει έμφαση σε αυτό που και σήμερα ζητά, την «αποκήρυξη» εκ μέρους της Ελλάδας του «Χάρτη της Σεβίλης». Ενός χάρτη που σχεδίασε για λογαριασμό μιας έκθεσης της Κομισιόν ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Σεβίλης Juan Luis Suarez de Vivero και παρουσίαζε την ελληνική ΑΟΖ να συναντάται με την κυπριακή, λαμβάνοντας έτσι υπόψη την πλήρη επήρεια του Καστελόριζου. Ενας χάρτης που έχει δαιμονοποιηθεί από την Τουρκία, αν και ούτε επίσημος χάρτης παρουσίασης των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε. είναι, ούτε χρησιμοποιήθηκε επίσημα από την Ελλάδα.
Ο κ. Τσαβούσογλου επιχειρεί να προκαταλάβει το περιεχόμενο των διερευνητικών, γνωρίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο δυσκολεύει ακόμη και την επανέναρξή τους και δεν αποκλείεται να εντάσσεται αυτή η προσπάθεια και στο blame game που παίζει η Τουρκία για να «εξαγνιστεί» η εικόνα της στην Ευρώπη και διεθνώς, ως η χώρα που πιέζει για διάλογο αλλά σκοντάφτει στην «αδιάλλακτη» Ελλάδα.
Μεγάλο «πακέτο»
Στη συνέντευξή του στο CNNturk ο κ. Τσαβούσογλου παρουσίασε τους όρους για την επανέναρξη των διερευνητικών, που δεν περιορίζονται μόνο στην «αποκήρυξη του Χάρτη της Σεβίλης».
«Οι διερευνητικές συνομιλίες ξεκίνησαν πριν έρθουμε στην εξουσία. Περιλαμβάνουν την πολιτική αεροπορία (σ.σ. τις αρμοδιότητες εντός FIR), τα νησιά, τα χωρικά ύδατα, τις θαλάσσιες δικαιοδοσίες. Η Ελλάδα θέλει να συζητήσουμε μόνο το τελευταίο, αγνοώντας τα υπόλοιπα. Είναι μια καλή ιδέα να τα λύσουμε όλα ως πακέτο. Υπάρχουν πολλά θέματα που μπορούμε να κουβεντιάσουμε, όπως οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης, η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, το τζαμί στην Αθήνα. Ολα αυτά μπορούν να αξιολογηθούν».
Όμως ο κ. Τσαβούσογλου επιμένει σε ένα θέμα που η Τουρκία θεωρεί ότι νομικά μπορεί να «στριμώξει» την Ελλάδα και δηλώνει ότι «ένας από τους λόγους που καθιερώθηκαν οι διερευνητικές είναι το πρόβλημα της… στρατιωτικοποίησης των νησιών» και για τον λόγο αυτό η Τουρκία θα θέσει το ζήτημα με στόχο να απομακρύνει την επιφύλαξη που έχει θέσει η Ελλάδα για παραπομπή στη Χάγη.
Στο περιβάλλον αυτό, η επανέναρξη των διερευνητικών είναι θετικό βήμα, καθώς συμβάλλει σε ένα «διάλειμμα» μιας περιόδου διαρκούς έντασης, όμως δεν προεξοφλεί τη συνέχισή τους και πολύ περισσότερο την κατάληξή τους. Ούτε φυσικά διασφαλίζει ότι οι προκλήσεις και η προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων από την Τουρκία εγκαταλείπονται...
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 19-20 Αυγούστου.