Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία εφαρμόζει μια νέα Ναυτική Στρατηγική, που στοχεύει στην υπεράσπιση των φιλοδοξιών της να κυριαρχήσει στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένου του Αιγαίου, και να πιέσει με τη συντριπτική υπεροχή των ναυτικών δυνάμεών της εκτελώντας επιχειρήσεις καταναγκασμού, στην αποδοχή των παράνομων αξιώσεών της.
Η Στρατηγική αυτή απευθύνει έκκληση για ενίσχυση της ικανότητας του Ναυτικού για την υπεράσπιση της Τουρκίας στις προσεγγίσεις σε ανοικτές θαλάσσιες περιοχές και παράκτια ύδατα. Ζητά επίσης τη βελτίωση των δυνατοτήτων του ναυτικού με δυνατότητες να προσβάλει στόχους με βλήματα μεγάλης εμβέλειας και να αυξήσει την ισχύ της σε στρατηγικά σημαντικές περιοχές του κόσμου με εκτεταμένες δυνάμεις επιφανείας και υποβρύχιων. Τέλος υπογραμμίζει τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το Ναυτικό στην αποτροπή, ιδιαίτερα ενάντια στις δυνατότητες των αντιπάλων της, με το να είναι σε θέση να προστατεύσει τους στόχους υψηλής αξίας.
Η ικανότητα της Τουρκίας να πραγματοποιήσει τους στόχους της, παραμένει ένα θέμα σημαντικής συζήτησης και αβεβαιότητας μεταξύ των στρατιωτικών εμπειρογνωμόνων. Υπήρξαν σημαντικές καθυστερήσεις που ξεπεράστηκαν το τελευταίο διάστημα στην κατασκευή πλοίων λόγω διαχείρισης, σχεδιασμού και προβλημάτων της αλυσίδας εφοδιασμού. Η συντήρηση παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα στη διατήρηση των ναυτικών επιχειρήσεων, όπως και η απομάκρυνση έμπειρων στελεχών μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Ερντογάν. Υπάρχει το ενδεχόμενο, ωστόσο, η Τουρκία να καταφέρει να εκσυγχρονίσει όλες της γερασμένες μονάδες του στόλου με σταθερό ρυθμό, και να αναπτύξει νέες κατηγορίες πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων το προσεχές διάστημα.
Στην Πολιτική Εθνικής Άμυνας και Ασφαλείας της Ελλάδος απαιτείται να προσδιορίσουμε την ανάδυση, του στρατηγικού ανταγωνισμού με την Τουρκία ως τη κεντρική πρόκληση της ευημερίας και ασφάλειας του Ελληνισμού. Επιπλέον, στον απόηχο της τουρκικής άρνησης για επίλυση του Κυπριακού, των προσπαθειών για να αποσταθεροποιήσει τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και των άλλων πράξεων επιθετικότητας που επιδεικνύει καθημερινά, τα μέλη των δύο τριμερών συμμαχιών (Ελλάς-Κύπρος-Ισραήλ-Αίγυπτος) αλλά και οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία και οι ΕΕ με το ΝΑΤΟ, που έχουν έννομο συμφέρον από την άντληση υποθαλασσίων πόρων, πρέπει να συμφωνήσουν ότι μια εταιρική σχέση με τη Τουρκία θα παραμείνει απατηλή. Ενώ θα χρειαστεί μια ανανεωμένη έμφαση στην αποτροπή, τη συλλογική άμυνα και πολιτική διαλόγου με τη Τουρκία για αποδοχή και πειθάρχηση στο διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Απαιτείται να εμμένουμε στα στρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ για τη Μεσόγειο, και να εξετάσουμε την εξέλιξη και τη πιθανή μελλοντική κατεύθυνση της πολιτικής άμυνας της Ευρώπης προς την ευρύτερη περιοχή για την προώθηση των συμφερόντων αυτών, με έμφαση τη θαλάσσια διάσταση. Να προσφέρουμε το κλειδί ασφαλείας στις προκλήσεις σε αυτά τα συμφέροντα με μια αυξημένη στρατιωτική παρουσία,τόσο δική μας όσο και των συμμάχων, που θα επιχειρούν για την αντιμετώπιση των απειλών. Να ζητήσουμε την ελληνική αμυντική συνεργασία με λοιπούς συμμάχους του ΝΑΤΟ και εμβάθυνση συνεργασιών με το Ισραήλ και την Αίγυπτο για περαιτέρω αμυντική συνεργασία στο θαλάσσιο και εναέριο τομέα.
Τα στρατηγικά συμφέροντα του Ελληνισμού στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο περιλαμβάνουν τη διατήρηση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας, της απεριόριστης πρόσβασης στον υποθαλάσσιο ορυκτό πλούτο από τους δικαιούμενους σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο Θαλάσσης και την ασφαλή μεταφορά των πόρων μεταξύ της Ελλάδος των Συμμάχων και των εταίρων σε όλη την Ευρώπη. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας ενόψει των τεράστιων αμφίδρομων και επενδυτικών δεσμών, των πολλών κοινών περιφερειακών και παγκόσμιων συμφερόντων, όπως η δέσμευση για αξιόπιστη συλλογική άμυνα του ΝΑΤΟ και εμβάθυνση εταιρικής σχέσης ασφαλείας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Κλείνοντας, πιστεύω τέσσερις προϋποθέσεις απαιτούνται να ληφθούν για τη σύνταξη μιας νέας Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Ασφαλείας
• Σε μια περίοδο ενός έντονου ανταγωνισμού με γεωπολιτικές ανακατατάξεις, ο Ελληνισμός και οι σύμμαχοι του βρίσκονται αντιμέτωποι με τη πρόκληση της ναυτικής ισχύος στη διάσταση της αποτροπής και της άμυνας για το θαλάσσιο έλεγχο στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
• Η αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα και η ανάπτυξη μιας σειράς από νέες θαλάσσιες μονάδες κρούσεως επιφανείας και υποβρυχίων έχουν κλιμακώσει την απειλή για τις θαλάσσιες γραμμές επικοινωνίας στη Μεσόγειο, που είναι η κεντρική περιοχή ευθύνηςγια την άντληση και ασφαλή μεταφορά των υποθαλασσίων πόρων και ένας χώρος όπου είναι απαραίτητη η ασφάλεια για την ενίσχυση των δυνάμεων που θα αναπτύσσονται σε περίπτωση μιας σοβαρής κρίσης στη Μέση Ανατολή.
• Οι ελληνικές και συμμαχικές αεροναυτικές μονάδες απαιτείται να δίνουν απαντήσεις που περιλαμβάνουν μια αυξημένη ναυτική επιχειρησιακή συνεργασία, διευρυμένες αεροναυτικές ασκήσεις, τη διασπορά και αποθήκευση αξιόπιστου εξοπλισμού, καθώς και την άμεση επισκευή και αποκατάσταση των Ναυτικών Βάσεων στη Κύπρο για περαιτέρω αξιοποίηση.
• Οι εξελίξεις αυτές πρέπει να ενσωματωθούν στη Πολιτική Εθνικής Άμυνας Ασφαλείας και στα εθνικά σχέδια για την άμυνα της Μεσογείου και να δοκιμάζονται μέσα από ασκήσεις και συνεκπαίδευση με τους συμμάχους. Μπορεί να υπάρχουν ευκαιρίες για τη βελτίωση αυτής της ολοκλήρωσης στο πλαίσιο των τριμερών συνεργασιώνμε Ισραήλ και Αίγυπτο και τη συνεργασία με τη Κύπρο στο πλαίσιο του ενιαίου αμυντικού χώρου.
* Ο Δημήτρης Τσαιλάς είναι Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ