Τα ελληνοτουρκικά δεν λύνονται με συνταγή Λιβάνου - Ισραήλ
AP
AP

Τα ελληνοτουρκικά δεν λύνονται με συνταγή Λιβάνου - Ισραήλ

Μια πραγματικά ιστορική συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών καθώς αφορά δυο γειτονικές χώρες που είναι τυπικά σε εμπόλεμη κατάσταση εδώ και σχεδόν 75 χρόνια, ήταν αυτή μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, η οποία άνοιξε τη συζήτηση σε ορισμένους κύκλους στην Αθήνα, εάν θα μπορούσε να αποτελέσει το πρότυπο για μια αμερικανική μεσολάβηση με την Τουρκία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι ΗΠΑ έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαπραγμάτευση της Συμφωνίας και κατά κάποιο τρόπο αποτελούν και τους εγγυητές εφαρμογής της, με την προσδοκία ότι η Συμφωνία αυτή θα έχει σοβαρά οικονομικά οφέλη για τις δυο χώρες αλλά και τις πετρελαϊκές εταιρείες που εμπλέκονται κυρίως όμως θα συμβάλει στη δρομολόγηση της ομαλοποίησης των σχέσεων του Ισραήλ με τον Λίβανο.

Η Συμφωνία αυτή δεν έχει καμία σχέση με τα Ελληνοτουρκικά και με το μεγάλο πρόβλημα που υπάρχει μεταξύ των δυο χωρών και αφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ούτε βεβαίως υπάρχει πεδίο που θα ευνοούσε μια αμερικανική διαμεσολάβηση όπως αυτή του Αμος Χοχστάιν που είχε τεχνοκρατικό κυρίως χαρακτήρα.

Για την ιστορία απαιτείται η κατανόηση των δεδομένων της Συμφωνίας Ισραήλ -Λιβάνου.

Ο Λίβανος είναι σε κατάσταση χρεωκοπίας και η προοπτική έρευνας και εκμετάλλευσής κοιτασμάτων στην ΑΟΖ του θα έδινε μια σημαντική ανάσα στην οικονομία της χώρας και θα προσέφερε την ευκαιρία για αποκατάσταση και της πολιτικής σταθερότητας. Η επίλυση της διαφοράς και η έστω και έμμεση διαπραγμάτευση της δημιουργεί προϋποθέσεις για εξεύρεση ενός modus operandi με το Ισραήλ που θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει και σε αποκατάσταση των διμερών σχέσεων.

Η εξάλειψη του «φοβήτρου» του Ισραήλ θα συνέβαλε στην αποδυνάμωση της Χεζμπολάχ και συνεπώς της ιρανικής παρουσίας στον Λίβανο, κάτι που θα βοηθούσε ακόμη περισσότερο στην ομαλοποίηση των σχέσεων. Για το Ισραήλ ήταν κρίσιμης σημασίας η εξεύρεση μιας συμφωνίας ώστε να συνεχισθεί ανεμπόδιστα η εκμετάλλευση ήδη εντοπισθέντων κοιτασμάτων και η αποκατάσταση μιας «κανονικότητας» στις σχέσεις με τον Λίβανο. Ο πρωθυπουργός Γ.Λαπιντ ήθελε επίσης να κλείσει την εκκρεμότητα αυτή, με παραίνεση των Αμερικανών αλλά και των Γάλλων πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου.

Η Κύπρος υπέγραψε Συμφωνία με τον Λίβανο για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών το 2007 η οποία όμως δεν έχει επικυρωθεί από το Κοινοβούλιο του Λιβάνου.

Όταν το 2010 η Κύπρος υπέγραψε συμφωνία με το Ισραήλ τότε υπήρξε διαμαρτυρία από τον Λίβανο που θεωρούσε ότι η οριοθετική γραμμή είχε μετακινηθεί προς βορρά εις βάρος των συμφερόντων του Λιβάνου σε μια απόσταση 9 ν.μ. Επρόκειτο για τη διαφορά που αφορούσε ένα τρίγωνο 860 τ.χλμ που αποτελούσε και το αντικείμενο της διαφοράς που υπήρχε μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου και το οποίο με την τελευταία Συμφωνία που πέτυχαν οι Αμερικανοί αποδόθηκε στον Λίβανο.

Για το κοίτασμα Κάνα που πιθανολογείται ότι εκτείνεται εκατέρωθεν της νέας οροθετικής γραμμής, υπήρξε ουσιαστικά συμφωνία συνεκμετάλλευσης όπου με την εμπλοκή της γαλλικής TOTAL με προσωπική παρέμβαση του προέδρου Μακρόν, συμφωνήθηκαν οι λεπτομέρειες, ώστε να ξεπερασθεί το εμπόδιο εμπλοκής των δυο κυβερνήσεων, καθώς οι δυο χώρες δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις.

Εκ των πραγμάτων και καθώς το όριο της ισραηλινής ΑΟΖ μετακινείται προς νότο προκύπτει η ανάγκη αναπροσαρμογής της οριοθετικής γραμμής μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ καθώς το Σημείο 1 που υπήρχε θα αποτελεί τώρα το Σημείο 1 της οριοθέτησης Κύπρου -Λιβάνου.

Η Συμφωνία της Κύπρου με το Ισραήλ προβλέπει διαδικασία «διόρθωσης» και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, ενώ αντιθέτως με τον Λίβανο θα πρέπει να υπάρξει διαπραγμάτευση, καθώς είχε από το 2011 καταθέσει μονομερώς όρια της ΑΟΖ του με Ισραήλ, Κύπρο και Συρία. Στην περίπτωση του Λιβάνου-Ισραήλ ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι εταιρείες καθώς είναι η υπό κρατικό έλεγχο γαλλική TOTAL η οποία αναλαμβάνει ρόλο για υλοποίηση της συμφωνίας και για τη συνεκμετάλλευση του κοιτάσματος Κάνα που εάν επιβεβαιωθούν οι πρώτες έρευνες θα εκτείνεται εκατέρωθεν της νέας και τελικής γραμμής οριοθέτησης.

Όμως η συμφωνία Λιβάνου- Ισραήλ ουδεμία σχέση έχει με την κατάσταση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο

Στην περίπτωση της Ελλάδας με την Τουρκία η διαφορά δεν εστιάζεται σε μια οριοθετική γραμμή η οποία θα πρέπει να μετακινηθεί μερικά χιλιόμετρα προς βορρά ή προς νότο ώστε το τρίγωνο που θα δημιουργείται να αποδίδεται στη μια η στην άλλη χώρα. Και επίσης στην περίπτωση Λιβάνου- Ισραήλ είναι εξαιρετικά πιο απλή μια Συμφωνία συνεκμετάλλευσης για κοιτάσματα που κείνται εκατέρωθεν της συνοριακής γραμμής.

Στην περίπτωση της Ελλάδας με την Τουρκία, υπάρχουν θεμελιώδη προβλήματα τα οποία θα εμπόδιζαν μια αντίστοιχη αμερικανική μεσολάβηση.

Στόχος της Τουρκίας δεν είναι η επίλυση του προβλήματος αλλά μέσω της διαδικασίας αυτής να επιβεβαιωθεί το αναθεωρητικό δόγμα της Τουρκίας που θα τη μετατρέπει σε κυρίαρχο της Ανατολικής Μεσογείου και ισότιμου εταίρου στο Αιγαίο.

Η Τουρκία θέλει να αποτρέψει κάθε άσκηση εκ μέρους της Ελλάδας των δικαιωμάτων που της προσφέρει το Δίκαιο της Θάλασσας, και στις περιπτώσεις που αυτό συμβεί να γίνει μόνο με την έγκριση της, ώστε να μην θίγονται αυτά που θεωρεί «ζωτικά και νόμιμα» συμφέροντα της.

Όμως η διαφορά δεν αφορά τη μετακίνηση μιας απλής οροθετικής γραμμής και λόγω της ιδιομορφίας των θαλάσσιων ελληνοτουρκικών συνόρων αλλά και λόγω των διεκδικήσεων της Τουρκίας.

Η Τουρκία αμφισβητεί το δικαίωμα των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες πέραν των χωρικών υδάτων τους, αμφισβητεί το δικαίωμα της Ελλάδας και των νησιών σε χωρικά ύδατα 12 ν.μ., αμφισβητεί την κυριαρχία επί ελληνικών νησιών και νησίδων που παίζουν κρίσιμο ρόλο σε μια οριοθέτηση και δεν αποδέχεται εκ προοιμίου τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Έτσι κάθε μεσολάβηση θα δυσκολευτεί να βρει σημείο επαφής και αντιθέτως θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση ,εάν π.χ. ο Αμερικανός διαμεσολαβητής θα πρέπει να επεξεργαστεί προτάσεις οι οποίες θα αφορούν την ελληνική κυριαρχία ,είτε την κυριαρχία επί των νησίδων, είτε τα χωρικά ύδατα.

Η Συμφωνία Λιβάνου Ισραήλ είναι σημαντική καθώς συμβάλει στη δημιουργία ενός «κεκτημένου» εφαρμογής του Δικαίου της Θάλασσας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο, όμως δεν είναι αρκετή για να πείσει την Τουρκία να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο.

Γι αυτό είναι εκτός τόπου και χρόνου οι όποιες συγκρίσεις και οι προσδοκίες που επιχειρείται να δημιουργηθούν.