Η μοναξιά της κοινοτικής αλληλεγγύης

Η μοναξιά της κοινοτικής αλληλεγγύης

Η κρίση με την Τουρκία  θέτει επιτακτικά για πολλούς στην Ελλάδα το θέμα της αλληλεγγύης της ΕΕ απέναντι στην τουρκική απειλή. Θα αντιπαρέλθω το ότι οι πρώτοι που ενίστανται για την έλλειψη κοινοτικής αλληλεγγύης είναι εκείνοι που για χρόνια καταγγέλλουν την ΕΕ και λοιδωρούν τους ευρωπαίους ‘δανειστές’ μας για να εξετάσω τον βαθμό και τις δυνατότητες της αλληλεγγύης της ΕΕ σε ένα απευκταίο σενάριο σύγκρουσης με την Τουρκία.

Η ΕΕ είναι μια ειρηνική ένωση κρατών με πρώτα και κύρια οικονομικούς στόχους. Σταδιακά, και διστακτικά διαμορφώνει μια ένωση ασφάλειας και ακόμα πιο δύσκολα μια αμυντική ένωση. Το ευρωπαϊκό συμφέρον στο βαθμό που υπάρχει είναι κυρίως οικονομικό και πολύ λιγότερο γεωπολιτικό. Η δύναμή της ΕΕ ως εκ τούτου έγκειται κυρίως στο οικονομικό και διπλωματικό και πολύ λιγότερο στο στρατιωτικό πεδίο. Τα τελευταία ωστόσο χρόνια η Ένωση έχει προχωρήσει στην διαμόρφωση μηχανισμών αλληλεγγύης, προστασίας των εξωτερικών συνόρων της και της ακεραιότητας των κρατών της.

Βασικό στοιχείο της κοινοτικής αλληλεγγύης είναι η διάταξη του άρθρου 42.7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), γνωστή και ως ρήτρα αμοιβαίας άμυνας, η οποία προβλέπει ότι «σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του (is the victim of armed aggression on its territory), τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».

Η ρήτρα αυτή (που αντιγράφει στην πράξη το άρθρο V της Συνθήκης της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου) εντάχθηκε αρχικά στη Συνταγματική Συνθήκη (που ουδέποτε τέθηκε σε ισχύ) και αυτούσια στην Συνθήκη της Λισσαβώνας και η εισαγωγή της συμπίπτει με μια αισιόδοξη περίοδο και ισχυρές προοπτικές περαιτέρω εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Η ρήτρα αυτή χρησιμοποιήθηκε μόνο μια φορά μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου 2015 μετά από σχετικό αίτημα της γαλλικής κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα παρότι τα κράτη μέλη απάντησαν θετικά, οι αντιδράσεις της Γαλλίας εφεξής δεν απαίτησαν ευρωπαϊκή ενεργοποίηση: η Γαλλία ζήτησε και έλαβε διμερώς από διάφορα κράτη μέλη τη συνδρομή που επεδίωκε για την αντιμετώπιση των επιθέσεων.

Η περίπτωση αυτή δεν παρέχει πολλές πληροφορίες για την εμβέλεια και το περιεχόμενό της ρήτρας: η Γαλλία δεν δέχθηκε επίθεση από κράτος αλλά από τρομοκρατική οργάνωση, η βοήθεια που ζήτησε δεν αφορούσε την αντίσταση σε επίθεση αλλά στην πράξη ‘αντεπίθεση’ στη Συρία και το Ιράκ και η ΕΕ δεν αντέδρασε ως ενιαία δομή (ούτε καν ως συντονιστής) της συνδρομής των άλλων κρατών μελών. Σημαίνει αυτό ότι η ρήτρα έχει μόνο συμβολικό χαρακτήρα; Η απάντηση είναι αρνητική – η ρήτρα έχει και ουσιαστικό χαρακτήρα (τα κράτη «οφείλουν» δεν δικαιούνται απλώς να παράσχουν  «βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους» το αμυνόμενο κράτος), απλώς η απουσία των ευρωπαϊκών θεσμών από τη διαδικασία αυτή σημαίνει ότι ο χαρακτήρας της επίθεσης κρίνεται από τα κράτη μέλη και όχι από το κράτος που επικαλείται την επίθεση.

Η περίπτωση αυτή δείχνει τα όρια – αλλά και τις δυνατότητες – του άρθρου αυτού σε ό τι μας αφορά. Η επίκληση της  ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής είναι προβληματική για πολλούς λόγους Το άρθρο μιλά για «ένοπλη επίθεση στο έδαφος» ενός κράτους μέλους. Η διατύπωση εδώ δημιουργεί και γλωσσικά ζητήματα (το αγγλικό κείμενο μιλά για aggression που σωστότερα μεταφράζεται ως επιθετική πράξη – ενώ το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ χρησιμοποιεί τον όρο ‘attack’). Επίσης δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι καλύπτει την περίπτωση ενός επεισοδίου στο Αιγαίο. Οι γεωτρήσεις (ακόμα λιγότερο οι σεισμολογικές έρευνες) στην υφαλοκρηπίδα δύσκολα μπορούν να χαρακτηρισθούν ως ‘ένοπλη επίθεση’ πολύ δε περισσότερο στο ‘έδαφος’ ενός κράτους μέλους – στην υφαλοκρηπίδα η χώρα έχει κυριαρχικά δικαιώματα και όχι κυριαρχία και είναι νομικά συζητήσιμο αν συνιστά  ‘έδαφος’ ενός κράτους μέλους. Τυχόν αντίδραση της Ελλάδας στην τουρκική προκλητικότητα κινδυνεύει να θεωρηθεί ως αρχή ένοπλης επίθεσης. Τούτο βέβαια διαφοροποιείται αν η επίθεση γίνει (ή και συνεχισθεί) σε ένα ελληνικό έδαφος.

Η μέχρι τώρα στάση της ΕΕ στις πρόσφατες εντάσεις με την Τουρκία δείχνει και τα όρια της θεσμικής αντίδρασής της. Με δεδομένες τις διαφορετικές προσεγγίσεις των κρατών μελών για τον ρόλο της Τουρκίας, η επίσημη ευρωπαϊκή αντίδραση δεν μπορεί να είναι και πολύ διαφορετική από την αρκετά χλιαρή δήλωση του Ύπατου Εκπροσώπου κ. Μπορέλ που προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες και ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας (και) με την Τουρκία. Η σημερινή (11/8) δήλωση του εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν αλλάζει ουσιαστικά τη δήλωση Μπορέλ πέραν της έκφρασης πλήρους αλληλεγγύης προς την Ελλάδα και την Κύπρο. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα πρέπει να γνωρίζει ότι δύσκολα η αλληλεγγύη της Ένωσης θα εκφρασθεί στρατιωτικά. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι η Ευρώπη θα παρακολουθήσει αμέτοχη τυχόν ανάφλεξη στο Αιγαίο, ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες πολλαπλών κρίσεων. Η χώρα σωστά παίζει το ευρωπαϊκό χαρτί, ασκώντας έτσι και πίεση στα κράτη της Ένωσης ώστε να τοποθετηθούν για το ζήτημα. Δεν πρέπει να υποτιμούμε τη σημασία της κοινοτικής αλληλεγγύης– η σημασία της έγκειται στην αποφυγή του να φθάσει κάποιος στο σημείο της ανάγκης να γίνει επίκληση της ρήτρας με την υποστήριξη της Ένωσης και ιδίως των κρατών της που έχουν και την στρατιωτική ισχύ.


*Ο Γιάννης Παπαγεωργίου είναι Αναπληρωτής καθηγητής, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών, ΑΠΘ