Τον Σεπτέμβριο του 1974 ο διευθυντής της Διεύθυνσης Πληροφοριών και Ερευνών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο οποίος διετέλεσε και αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, William Hyland, παραδίδει στον Χένρι Κίσινγκερ την πολυσέλιδη αναφορά του με το χρονολόγιο των ενεργειών βάσει των πληροφοριών που υπήρχαν στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που τελικά δεν εμπόδισαν αλλά άνοιξαν τον δρόμο για το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, που έδωσε την αφορμή για την τουρκική εισβολή.
Ακόμη και από αυτό το αμερικανικό έγγραφο διαπιστώνεται ότι παρά τα μηνύματα που υπήρχαν και έφθαναν και από άλλες πλευρές η Ουάσινγκτον άφησε να εξελιχθεί η κατάσταση και απέφυγε κάθε έντονη παρέμβαση προς τον Ιωαννίδη ώστε να βγάλει από το μυαλό του κάθε σκέψη ανατροπής του Μακαρίου.
Παρά το γεγονός ότι σε πολλά έγγραφα καταγράφεται ως αμερικανική θέση η αντίθεση σε κάθε ενέργεια εναντίον του Μακαρίου, κάποιο «αόρατο χέρι» παρενέβαινε και ανέβαλε διαρκώς αυτή την παρέμβαση, που ίσως να είχε αλλάξει τον ρου των εξελίξεων. Ο Τάσκα, ο οποίος επέμενε διαρκώς ότι δεν χρειάζεται παρέμβαση ευθέως προς τον Ιωαννίδη, ενώ ήδη από τον Μάιο η CIA ενημέρωσε αρμοδίως ότι ο Ιωαννίδης σχεδιάζει την απομάκρυνση του Μακαρίου, δεν μπορεί να ενεργούσε μόνος και να επέβαλε την επιλογή του απέναντι σε άλλους υπηρεσιακούς παράγοντες που προειδοποιούσαν για το τι θα συμβεί. Και προφανώς κανείς δεν πείθεται ότι ο Χ. Κίσινγκερ, απόλυτος κυρίαρχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, συμμορφωνόταν απλώς στην... εμμονή του υφισταμένου του.
Και συγχρόνως διαβεβαίωναν τον Μακάριο ότι είχαν κάνει αυστηρό διάβημα στον Ιωαννίδη δημιουργώντας στον Κύπριο ηγέτη παραπλανητική εικόνα για τις αντιδράσεις της χούντας.
Ακόμη και οι ίδιοι οι Αμερικανοί σε αυτή την πρόωρη «νεκροψία», που σκοπό είχε περισσότερο να κουκουλώσει παρά να αναζητήσει τις αμερικανικές ευθύνες για το πραξικόπημα, παραδέχονται ότι πιθανόν ο Ιωαννίδης είχε παρερμηνεύσει τη στάση τους, θεωρώντας ότι του έδιναν το πράσινο φως για το πραξικόπημα. Κι όμως, ενώ αυτό καταγράφεται στα αμερικανικά τηλεγραφήματα, κανείς δεν φρόντισε ώστε να λυθεί αυτή η... παρεξήγηση. Το πραξικόπημα χωρίς την παρέμβαση των Αμερικανών ήταν αναπόδραστο και έτσι δόθηκε η αφορμή για την προαναγγελθείσα τουρκική εισβολή. Για την οποία επίσης η αμερικανική διπλωματία ουδέν έκανε για να την αποτρέψει…
CYPRUS COUP POST MORTEM
Memorandum From the Director of the Bureau of Intelligence and Research (Hyland) to Secretary of State Kissinger 1
Washington, September 10, 1974.
(Υπόμνημα του διευθυντή του Γραφείου Πληροφοριών και Ερευνας (Hyland) προς τον υπουργό Εξωτερικών Κίσινγκερ Ουάσιγκτον, 10 Σεπτεμβρίου 1974)
Επισυνάπτεται το χρονολόγιο που ζητήσατε από σημαντικές αναφορές πληροφοριών και γεγονότα που οδήγησαν στο πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου. Τα συμπεράσματα φαίνεται να είναι:
1. Από τα μέσα Μαΐου έως τα μέσα Ιουνίου, υπήρξε αυξανόμενη ανησυχία στην Ουάσινγκτον στο πλαίσιο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (σε επίπεδο αρμόδιας διεύθυνσης) και την πρεσβεία Λευκωσίας ότι μια αντιπαράθεση μεταξύ Μακαρίου και Αθήνας δημιουργούσε επικίνδυνο ρίσκο. Πριν από οποιαδήποτε σημαντική αναφορά της CIA για ένα πιθανό πραξικόπημα υπό την αιγίδα του Ιωαννίδη, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνέστησε στον πρέσβη Τάσκα να γίνει διάβημα στην Αθήνα.
- Σε αυτή την περίοδο, για κάποιο λόγο, η πρεσβεία Αθηνών αντιστάθηκε σε κάθε προσέγγιση προς την ελληνική κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι στις 29 Μαΐου η CIA ανέφερε ότι ο Ιωαννίδης σκεφτόταν να απομακρύνει τον Μακάριο.
- Προφανώς η πρεσβεία έκανε μια χαμηλών τόνων παρέμβαση στις 17 Ιουνίου στον αρμόδιο της Διεύθυνσης Κύπρου, υπάλληλο του ελληνικού ΥΠΕΞ (το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε συναινέσει μέχρι τότε σε μια προσέγγιση χαμηλών τόνων). Υπό το φως αυτού του γεγονότος, είναι λογικό να αναρωτηθούμε αν ο Ιωαννίδης, ο οποίος έκανε εικασίες ελεύθερα για τα διάφορα σχέδιά του [λιγότερο από 1 γραμμή που δεν αποχαρακτηρίστηκε] έλαβε αυτό που θα μπορούσε να έχει ερμηνεύσει ως αδύναμη απάντηση των ΗΠΑ.
2. Παρ' όλα αυτά, οι πληροφορίες για την επόμενη περίοδο μέχρι τις αρχές Ιουλίου ήταν ακανόνιστες και πιθανότατα περιελάμβαναν κάποια σκόπιμη παραπληροφόρηση από τον Ιωαννίδη.
- Στις 19 Ιουνίου η CIA ανέφερε [λιγότερο από 1 γραμμή που δεν αποχαρακτηρίστηκε] ότι ο Ιωαννίδης δεν είχε αποφασίσει.
- Στις 28 Ιουνίου η CIA ανέφερε ότι ο Ιωαννίδης εργαζόταν για «σχέδια έκτακτης ανάγκης» σε περίπτωση που ο Μακάριος οδηγήσει σε αναμέτρηση.
- Στις 3 Ιουλίου η CIA [λιγότερο από 1 γραμμή που δεν αποχαρακτηρίστηκε] ισχυρίστηκε ότι ο Ιωαννίδης είχε αποφασίσει κατά της δράσης για την απομάκρυνση του Μακαρίου (sic).
Εν τω μεταξύ:
- Στις 29 Ιουνίου το υπουργείο έδωσε εντολή στην Αθήνα να ενημερώσει τον Ιωαννίδη ότι οι ΗΠΑ θα αντιταχθούν σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια απομάκρυνσης του Μακαρίου.
- Την 1η Ιουλίου ο Τάσκα αντιτάχθηκε σε αυτό το διάβημα.
- Ο Τάσκα, ωστόσο, μίλησε με τον Έλληνα πρόεδρο Γκιζίκη και εξέφρασε την ικανοποίησή του για την επανάληψη της προσήλωσης της Ελλάδας στις διακοινοτικές συνομιλίες.
3. Κατά την άμεση περίοδο πριν από το πραξικόπημα οι πληροφορίες συνέχισαν να είναι διφορούμενες· […] CIA […] στις 12 Ιουλίου ανέφερε ότι ο Ιωαννίδης αισθάνθηκε ότι η απομάκρυνση του Μακαρίου θα οδηγήσει σε επιπτώσεις πολύ εκρηκτικές για να εξασφαλιστεί η επιτυχία (αυτό δεν ελήφθη μέχρι τις 15 Ιουλίου).
4. Από την άλλη πλευρά, υπήρξε επαρκής ανησυχία στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στη Λευκωσία, η οποία οδήγησε στις συνομιλίες του πρέσβη Davies με τον Μακάριο στις 12 Ιουλίου, στις οποίες είπε στον Αρχιεπίσκοπο ότι (1) είχαμε ενημερώσει την ελληνική κυβέρνηση ότι η προσφυγή στη βία θα επιδείνωνε τα προβλήματα της Κύπρου, και (2) ότι η ελληνική κυβέρνηση γνώριζε την αντίθεση των ΗΠΑ σε δραστηριότητες που έτειναν να απειλούν τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. (Σχόλιο: Δεν μπορεί κανείς παρά να εικάσει αν αυτές οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στον Μακάριο στις 12 Ιουλίου ήταν πολύ καθησυχαστικές, αφού στην πραγματικότητα είχαμε κάνει μόνο περιορισμένες και χαμηλότερες παρεμβάσεις στην Αθήνα). Δεν μπορεί κανείς να συμπεράνει από τη συνημμένη έρευνα ότι είχαμε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «προειδοποίηση» για ένα επικείμενο πραξικόπημα. Αυτό που είχαμε ήταν επαρκή σήματα καταιγίδας για να δικαιολογήσουν κάποια διπλωματική δράση - η οποία, εκ των υστέρων, φαίνεται να ήταν αδύναμη και όχι αποφασιστική. Έτσι, είναι πιθανό ότι στην Αθήνα η πολιτική μας ερμηνεύθηκε ως φαινομενική συναίνεση στα σχέδια του Ιωαννίδη, ειδικά από τη στιγμή που η ελληνική χούντα δεν μπορούσε να γνωρίζει τα διάφορα πέρα - δώθε μεταξύ του υπουργείου και της πρεσβείας. […]
Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ ΕΩΣ 15 ΙΟΥΛΙΟΥ
Αυξανόμενη ένταση. Οι μακροχρόνιες διαφορές μεταξύ Αθήνας και Μακαρίου οξύνονταν μετά την κατάληψη της εξουσίας από τον Ιωαννίδη τον Νοέμβριο του 1973. Ο Ιωαννίδης θεωρούσε τον Μακάριο υπερεξαρτώμενο από την υποστήριξη του Κυπριακού Κομμουνιστικού Κόμματος και επικίνδυνα υπόχρεο προς την ΕΣΣΔ.
Επίσης ήταν δυσαρεστημένος από την απεξάρτηση του Μακαρίου από την επιρροή της Αθήνας και από την αδυναμία του να επηρεάσει τις πολιτικές της Λευκωσίας, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του διακοινοτικών προβλημάτων.
Μετά τον θάνατο του στρατηγού Γρίβα τον Ιανουάριο, ο Ιωαννίδης ξεκίνησε εκστρατεία για να αποκτήσει τον έλεγχο της EOKA-B, της τρομοκρατικής οργάνωσης του Γρίβα, χρησιμοποιώντας την Κυπριακή Εθνική Φρουρά με επικεφαλής αξιωματικούς αποσπασμένους από τον ελληνικό στρατό. Από την πλευρά του ο Μακάριος θεωρούσε εδώ και καιρό την Εθνική Φρουρά ως εστία ανατροπής εντελώς υποταγμένη στην Αθήνα και μια δύναμη που πρέπει να προκαλεί φόβο. Είχε συστήσει την Τακτική Εφεδρική Μονάδα ως φρουρά του Προεδρικού, πιστή στο πρόσωπό του. Καθώς η βία από την ΕΟΚΑ-Β αυξανόταν, ήταν απασχολημένος με την επέκταση και τον εξοπλισμό της Φρουράς, αλλά πρέπει να γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ελπίζει πως θα αντισταθεί στην Εθνική Φρουρά των 10.000 ατόμων. Η ένταση κλιμακώθηκε στις αρχές Μαΐου, όταν οι αντάρτες ΕΟΚΑ-Β έκλεψαν όπλα από ένα οπλοστάσιο της Εθνικής Φρουράς με την πιθανή συνενοχή των αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Σε επιστολή του προς τον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών Τετενέ, ο Μακάριος διαμαρτυρήθηκε για τις αντιμακαριακές δραστηριότητες της Εθνικής Φρουράς. Μέχρι τα μέσα Μαΐου η πορεία σύγκρουσης είχε δρομολογηθεί.
Εξέταση του διαβήματος των ΗΠΑ
Στις 17 Μαΐου το υπουργείο πρότεινε (103030)3 η πρεσβεία της Αθήνας να προσεγγίσει Έλληνες ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Ιωαννίδη, για να μεταφέρει την ανησυχία των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια των γεγονότων στην Κύπρο. Η πρεσβεία της Αθήνας (3121)4 στις 24 Μαΐου δήλωσε αντίθετη με αυτό το διάβημα για τους εξής λόγους:
- Ο υπουργός Εξωτερικών Τετενές είχε αποδοκιμάσει την κλοπή όπλων.
- Ως ένθερμος αντικομουνιστής, που θεωρούσε τον Μακάριο υπερβολικά χαλαρό απέναντι στις κομμουνιστικές δραστηριότητες στο νησί, ο Ιωαννίδης θα αντιδρούσε αρνητικά.
- Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αναμένεται να αναλάβει δράση κατά των δραστηριοτήτων της Εθνικής Φρουράς ή της ΕΟΚΑ-Β, εκτός εάν η κυβέρνηση της Κύπρου δεν αποστασιοποιηθεί από την αριστερή υποστήριξη και διαλύσει τις ένοπλες ομάδες της.
- Το διάβημα θα ήταν πρόωρο, διότι η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να επανεξετάζει το ρόλο της Εθνικής Φρουράς στην Κύπρο.
- Μια ευθεία προσέγγιση του Ιωαννίδη είχε κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, η πρεσβεία Λευκωσίας (1002)5 στις 29 Μαΐου επικύρωσε μια πρώιμη προσέγγιση των ΗΠΑ τόσο προς τη στρατιωτική όσο και προς την πολιτική ελληνική ηγεσία, υποστηρίζοντας ότι η εμπλοκή της Εθνικής Φρουράς σε κάποια κίνηση της ΕΟΚΑ-Β για την ανατροπή του Μακαρίου θα προκαλέσει ισχυρή τουρκική αντίδραση. Στις 29 Μαΐου ο Ιωαννίδης […] CIA […]
- Η Ελλάδα ήταν ικανή να απομακρύνει τον Μακάριο με μικρή αιματοχυσία και ο ίδιος ένιωθε ότι η Τουρκία θα συναινούσε ήσυχα σε ένα τέτοιο πραξικόπημα.
- Εντούτοις, πίστευε ότι η συνέχιση της θητείας του Μακαρίου τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα ήταν προς το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας. Ανέφερε ότι δεν έχει λάβει απόφαση για την πολιτική της Ελλάδας για την Κύπρο, αλλά πρόσθεσε ότι μακροπρόθεσμα ο Μακάριος δεν θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Ελλάδας επειδή οδηγούσε αμετάκλητα την Κύπρο στις σοβιετικές αγκάλες.
- Θα μπορούσε είτε να αποσύρει τα ελληνικά στρατεύματα από την Κύπρο και να αφήσει τον Μακάριο να τα βγάλει πέρα μόνος του ή να τον απομακρύνει, αλλά και οι δύο επιλογές ήταν δυσάρεστες και εξαιρετικά επικίνδυνες. Στις 31 Μαΐου η πρεσβεία της Αθήνας (3289)6 επανέλαβε τις επιφυλάξεις της σε ένα διάβημα, υποστηρίζοντας ότι άλλα θέματα στις σχέσεις ΗΠΑ - Ελλάδας και στη διαμάχη για το Αιγαίο συνηγορούσαν κατά της εμπλοκής των ΗΠΑ στην ένταση Αθήνας - Λευκωσίας. Η πρεσβεία της Αθήνας εκτίμησε ότι για την ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν τόσο σημαντικό ώστε να διακινδυνεύσει δράση στην Κύπρο που θα μπορούσε να κλιμακωθεί επικίνδυνα.
Ανέφερε ότι, εν πάση περιπτώσει, οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να εναπόκειται στα μέρη των συμφωνιών Λονδίνου - Ζυρίχης. Στις 8 Ιουνίου το υπουργείο απάντησε στις απόψεις των πρεσβειών Αθήνας και Λευκωσίας ενημερώνοντας την Αθήνα ότι συνέχισε «να αισθάνεται ότι κάποια έκφραση της ανησυχίας των ΗΠΑ σε χαμηλό επίπεδο στην ελληνική κυβέρνηση είναι επιθυμητή, αλλά αφήνουμε αυτό το θέμα στη διακριτική σας ευχέρεια».
Στις 13 Ιουνίου η πρεσβεία της Αθήνας ανέφερε ότι εξέφρασε τις ανησυχίες που περιέχονται στο τηλεγράφημα του υπουργείου της 17ης Μαΐου με τον υπεύθυνο Κυπριακών Υποθέσεων του ελληνικού ΥΠΕΞ.
Προετοιμασίες του Μακαρίου
Μέχρι τα τέλη Μαΐου αρχίσαμε να λαμβάνουμε πληροφορίες για τα σχέδια του Μακαρίου για τη δραστική μείωση της Εθνικής Φρουράς και την απέλαση των Ελλήνων αξιωματικών της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια του Ιουνίου ο Μακάριος ενέτεινε τις δημόσιες επιθέσεις του στην Εθνική Φρουρά και υποσχέθηκε να εκκαθαρίσει τη Δύναμη. Εν τω μεταξύ, η βία στο νησί συνεχίστηκε αδιάκοπα και η πρεσβεία Λευκωσίας ανέφερε ότι η εκστρατεία του Μακαρίου εναντίον της Εθνικής Φρουράς δεν είχε λάβει ευρεία λαϊκή στήριξη. Πολλοί Κύπριοι θεώρησαν ότι η Εθνική Φρουρά ήταν το απαραίτητο αντίβαρο στις φιλοδοξίες της Αριστεράς και απαραίτητη σε μια αντιπαράθεση με τους Τούρκους.
Στις 17 Ιουνίου η πρεσβεία Λευκωσίας ανέφερε ότι, χωρίς να συνεχιστούν οι προσπάθειες του Μακάριου να εδραιώσει τον έλεγχο της Εθνικής Φρουράς, οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες για να πείσουν την Αθήνα ότι η ανατροπή του Μακαρίου θα δημιουργήσει αποσταθεροποίηση.
Στις 19 Ιουνίου ο Ιωαννίδης [λιγότερο από 1 γραμμή που δεν αποχαρακτηρίστηκε] CIA [λιγότερο από 1 γραμμή που δεν αποχαρακτηρίστηκε] ότι
- Δεν είχε αποφασίσει αν θα αποχωρήσει εντελώς από την Κύπρο ή θα απομακρύνει τον Μακάριο και στη συνέχεια θα ασχοληθεί άμεσα με την Τουρκία για το μέλλον του νησιού.
- Πίστευε ότι ο Μακάριος είχε επιλέξει αυτή την περίοδο ελληνοτουρκικής έντασης στο Αιγαίο για να εδραιώσει την εξουσία του και να καταστρέψει την ελληνική επιρροή στην Κύπρο.
- «Οι Τούρκοι θα συμφωνούσαν στην απομάκρυνση του μεγαλύτερου εχθρού τους, του Μακαρίου», αλλά αν όχι, θα προτείνει μια συνολική συμφωνία για την επίλυση όλων των εκκρεμών προβλημάτων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Οι όροι του ισοδυναμούσαν με τουρκική συνθηκολόγηση στην Κύπρο και το Αιγαίο.
- Θεώρησε ότι το μόνο σημαντικό εμπόδιο για μια συμφωνία προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν η αβέβαιη αντίδραση της ΕΣΣΔ.
- Υπέθετε ότι οι ΗΠΑ θα ευνοούσαν μια ελληνοτουρκική συμφωνία που θα απομακρύνει όλα τα σημεία τριβής.
Στις 24 Ιουνίου ο Τάσκα εξέφρασε αυξανόμενη ανησυχία για την εξέλιξη της κρίσης στην Κύπρο. Θεώρησε πιθανό να είχε ξεκινήσει το αρχικό στάδιο μετωπικής σύγκρουσης μεταξύ Μακαρίου και Ιωαννίδη. Συνέχισε να αντιτίθεται σε ένα διάβημα των ΗΠΑ προς την Αθήνα, σημειώνοντας ότι αυτό θα φαινόταν να αμφισβητεί την εξαγγελθείσα ελληνική πολιτική στήριξης των διακοινοτικών συνομιλιών και την αντίθεση σε όλες τις βιαιοπραγίες στην Κύπρο. Αντ' αυτού, ο Τάσκα συνέστησε την προσέγγιση των ΗΠΑ στους γενικούς γραμματείς του ΟΗΕ και του ΝΑΤΟ για να τους ενθαρρύνει να συνεργαστούν απευθείας με τους υπογράφοντες τις Συνθήκες Λονδίνου - Ζυρίχης.
Στις 25 Ιουνίου η πρεσβεία Άγκυρα συμφώνησε ολόψυχα με τη σύσταση του Τάσκα. Συμφωνώντας με τη σοβαρότητα της κατάστασης όπως εκτέθηκε από τον Τάσκα και ότι δεν ήταν επιθυμητό το επίσημο διάβημα των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή, η πρεσβεία Λευκωσίας δήλωσε στις 27 Ιουνίου ότι η αντιπαράθεση του Μακαρίου ήταν με τον Ιωαννίδη και την Εθνική Φρουρά, όχι με την ΕΟΚΑ-Β. Η πρεσβεία της Λευκωσίας θεώρησε ότι η Άγκυρα ήταν πιθανό να αντιδράσει γρήγορα ενάντια σε ένα «ενωτικό πραξικόπημα». Η πρεσβεία πρότεινε ο πρέσβης Davies να προειδοποιήσει τον Μακάριο για τους κινδύνους της αντιπαράθεσης στην αρχική του παρέμβαση και τόνισε ότι ο Ιωαννίδης «πρέπει να πιαστεί», προσθέτοντας ότι «οποιαδήποτε βοήθεια μπορεί να προσφέρει το ΝΑΤΟ είναι μια χαρά, αλλά αναρωτιόμαστε αν ο Λουνς έχει όλα τα στοιχεία στα χέρια του».
Η CIA ανέφερε στις 28 Ιουνίου […] ότι ο Ιωαννίδης […] θα συνέχιζε να αναλαμβάνει δράση για να ματαιώσει τις τακτικές κινήσεις του Μακαρίου, ενώ αναπτύσσει με τους συμβούλους του ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση που ο Μακάριος υποχρεώσει την Ελλάδα σε μια κατάσταση αναμέτρησης. Στο NID (National Intelligence Daily) της 29ης Ιουνίου η CIA σημείωσε ότι ο Ιωαννίδης είχε εικάσει την προηγούμενη εβδομάδα για το ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Μακαρίου και σύναψης μιας «συνολικής» συμφωνίας με την Αγκυρα, αλλά ότι θεωρούσε μια τέτοια κίνηση επικίνδυνη και ήταν απίθανο να την επιχειρήσει σύντομα, εκτός αν ο Μακάριος πιέσει υπερβολικά το ζήτημα της Εθνικής Φρουράς. Στις 29 Ιουνίου, με φόντο ολοένα και πιο έντονα διαβήματα μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας για την Εθνική Φρουρά, το υπουργείο έδωσε εντολή στον πρέσβη Τάσκα να ενημερώσει τον Ιωαννίδη ότι οι ΗΠΑ θα αντιταχθούν σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια απομάκρυνσης του Μακαρίου από την εξουσία με βίαια μέσα. Ο Τάσκα στην απάντησή του 1 Ιουλίου αντιτάχθηκε σε ένα τέτοιο διάβημα και συνέστησε να περιμένει μέχρι ο πρέσβης Ντέιβις να μπορέσει να δώσει μια αξιολόγηση μετά τις αρχικές επαφές του με τον Μακάριο και άλλες κυπριακές προσωπικότητες. Υποστήριξε ότι:
- η ελληνική κυβέρνηση είχε πλήρη επίγνωση της αντίθεσης των ΗΠΑ σε οποιαδήποτε προσφυγή στη βία και υποστήριξη για ειρηνική επίλυση του κυπριακού προβλήματος μέσω διακοινοτικών συνομιλιών,
- είχε εκφράσει αυτή τη θέση των ΗΠΑ την προηγούμενη εβδομάδα στον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, ο οποίος είναι κοντά στον πρόεδρο Γκιζίκη και τον Ιωαννίδη· «θα αναφερόταν και πάλι στο ενδιαφέρον μας για μια ειρηνική διευθέτηση» όταν θα έβλεπε τον Γκιζίκη την επόμενη μέρα.
Στη συνέχεια, ο πρέσβης Τάσκα ανέφερε ότι στη συνομιλία του στις 2 Ιουλίου με τον Γκιζίκη εξέφρασε την ικανοποίησή του για την επανάληψη της προσήλωσης της Ελλάδας στις διακοινοτικές συνομιλίες και την αντίθεση στη βία. Ένιωθε ότι η συνομιλία του θα γινόταν αναφορά στον Ιωαννίδη. Δεν εστάλησαν επιπλέον οδηγίες στην Αθήνα, αλλά τις επόμενες ημέρες αξιωματούχοι του υπουργείου ήταν σε τηλεφωνική επικοινωνία με την πρεσβεία Αθηνών για συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το πώς η θέση των ΗΠΑ είχε διαβιβαστεί στους Έλληνες ηγέτες. Στο τηλεγράφημά της στις 11 Ιουλίου η πρεσβεία Αθηνών ανέφερε ότι εκτός από τις προσεγγίσεις του Τάσκα, που προαναφέρθηκαν, άλλα στοιχεία της πρεσβείας «χρησιμοποίησαν τα δικά τους κανάλια για να μεταφέρουν τη θέση των ΗΠΑ ενάντια σε οποιαδήποτε προσφυγή στη βία στην Κύπρο». Η πρεσβεία πρόσθεσε πληροφορίες της CIA ότι κατά την ενημέρωσή του για τη συνάντηση του Τάσκα με τον Γκιζίκη, ο Ιωαννίδης ανέφερε ότι «η πολιτική γραμμή του Τάσκα σε σχέση με την Κύπρο και την αντιπαράθεση στο Αιγαίο ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη». […] CIA […] δήλωσε στις 3 Ιουλίου ότι ο Ιωαννίδης είχε αποφασίσει, προς το παρόν, κατά της δράσης για την απομάκρυνση Μακαρίου, λόγω της
- αβεβαιότητας της σοβιετικής αντίδρασης και
- φόβου ότι η Τουρκία μπορεί να παρερμηνεύσει την κίνηση.
Στις 2 Ιουλίου ο Μακάριος απέστειλε επιστολή στον Γκιζίκη ανακοινώνοντας επίσημα το σχέδιό του για δραστική μείωση της Εθνικής Φρουράς και απαιτώντας την ανάκληση των Ελλήνων αξιωματικών. Ο Μακάριος δημοσίευσε το περιεχόμενο στο κοινό. Εκείνη την ημέρα η INR σχολίασε στη Σύνοψη προς τον ΥΠΕΞ ότι η απόφαση του Μακαρίου να αποβάλει πάνω από το 90% των Ελλαδιτών αξιωματικών θα επισπεύσει μια αντιπαράθεση με το καθεστώς Ιωαννίδη.
Στις 5 Ιουλίου […] Η CIA […] ανέφερε ότι ο πρωθυπουργός Ανδρουτσόπουλος εκμυστηρεύτηκε ότι η Αθήνα θα προσπαθήσει να πείσει τον Μακάριο να αναβάλει τα σχέδιά του. Ο τόνος του Ανδρουτσόπουλου ήταν διαλλακτικός. Στο NID της 8ης Ιουλίου η CIA εκτίμησε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να καθυστερήσει τις προσπάθειες του Μακαρίου να μειώσει τον αριθμό των αξιωματικών από την Ελλάδα και έτσι να κερδίσει χρόνο. Στη Σύνοψη προς τον ΥΠΕΞ της 7ης Ιουλίου η INR( Bureau of Intelligence and Research) θεώρησε ότι ο Μακάριος ήταν πιθανό να αισθανθεί ότι το επιχείρημα της Αθήνας για μη άμεση συμμόρφωση με το αίτημα απομάκρυνσης των αξιωματικών ήταν μόνο ένα τέχνασμα για να διατηρηθούν οι ελληνικές δυνάμεις στο νησί. Σύμφωνα με το σχόλιο του INR, οι υποψίες του θα ενταθούν από τον ισχυρισμό της Αθήνας ότι δεν μπορεί να ελέγξει τις αντι-Μακαριακές δραστηριότητες Ελλήνων υπηκόων. Στις 5 Ιουλίου ο Τετενές και οι δύο επόμενοι ανώτατοι αξιωματούχοι του υπουργείου Εξωτερικών παραιτήθηκαν. Η CIA είχε αναφέρει στις 21 Ιουνίου […] ότι ο Τετενές είχε προτρέψει μια διευκολυντική στάση απέναντι στον Μακάριο, και η παραίτηση μπορεί να ήταν λόγω της αποτυχίας του να αποτρέψει τον Ιωαννίδη από τη δράση. Σε συνομιλία του με τον αναπληρωτή βοηθό υπουργό Stabler στις 9 Ιουλίου ο πρέσβης της Κύπρου Δημητρίου αναφέρθηκε στην επιστολή του Μακαρίου και εξέφρασε την άποψη ότι η Ελλάδα «δεν θα το πάρει αυτό έτσι». Εικάζει ότι η Αθήνα μπορεί να αποσύρει πλήρως την Εθνική Φρουρά και να ανακαλέσει τον πρεσβευτή της. […] Η CIA […] ανέφερε στις 11 Ιουλίου ότι η απάντηση του Μακαρίου στο αίτημα του Ανδρουτσόπουλου για καθυστέρηση στην εφαρμογή των σχεδίων του Αρχιεπισκόπου ήταν αρνητική. Ο Ανδρουτσόπουλος είπε ότι πρέπει να αποφευχθούν τα άκρα και να επιδιωχθεί συμβιβασμός. Στο NID της 11ης Ιουλίου η CIA δήλωσε ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί η προσπάθεια της ελληνικής χούντας να απομακρύνει τον Μακάριο. […]
Στις 11 Ιουλίου, αντιδρώντας στην πρόταση της Λευκωσίας της 27ης Ιουνίου, το υπουργείο ανέθεσε στον πρέσβη Davies να σχολιάσει ως εξής σε προγραμματισμένη συνάντηση με τον Μακάριο εάν θα πρέπει να θέσει το θέμα των σχέσεων Ελλάδας - Κύπρου:
- οι ΗΠΑ ενημέρωσαν την ελληνική κυβέρνηση ότι η προσφυγή στη βία θα επιδείνωνε τα προβλήματα της Κύπρου·
- η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει την αντίθεση των ΗΠΑ σε δραστηριότητες που τείνουν να απειλούν τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, τις ειρηνικές σχέσεις μεταξύ των συμμάχων μας και το ενιαίο, κυρίαρχο και ανεξάρτητο καθεστώς της Κύπρου·
- οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι τα ζητήματα μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας μπορούν να επιλυθούν με τρόπο που να συνάδει με την κυριαρχία, την ανεξαρτησία και την ασφάλεια της Κύπρου και με τα συμφέροντα της σταθερότητας στην περιοχή. Ο Ντέιβις διαβίβασε αυτές τις πληροφορίες στον Μακάριο στις 12 Ιουλίου.
Την ίδια ημέρα […] η CIA […] ανέφερε τη δήλωση ενός Σοβιετικού διπλωμάτη στην Αθήνα ότι θα σταλεί ισχυρό σοβιετικό διάβημα προειδοποιώντας την ελληνική κυβέρνηση εναντίον παρέμβασης στην Κύπρο. Στις 13 Ιουλίου στη Σύνοψη του υπουργού το INR ανέφερε ότι από τότε που έλαβε την επιστολή του Μακαρίου ζητώντας την ανάκληση των περισσότερων Ελλαδιτών αξιωματικών η Αθήνα αντέδρασε συγκρατημένα, αλλά το καθεστώς Ιωαννίδη ήταν ικανό να επιχειρήσει να απομακρύνει τον Μακάριο.
Πληροφορίες που ελήφθησαν από [λιγότερο από 1 γραμμή δεν αποχαρακτηρίζονται] CIA […] στις 12 Ιουλίου, που ελήφθη από το υπουργείο στις 15 Ιουλίου, ισχυρίστηκε ότι ο Ιωαννίδης αισθάνθηκε ότι η απομάκρυνση του Μακαρίου αυτή τη στιγμή θα οδηγήσει σε εκρηκτικές επιπτώσεις για να εξασφαλίσει την επιτυχία. Ο Ιωαννίδης πρόσθεσε ότι στις 12 Ιουλίου θα διαταχθεί μείωση 100 αξιωματικών από την Ελλάδα από την Εθνική Φρουρά.
Όπως δείχνουν τα πρακτικά, υπήρχαν άφθονες πληροφορίες πριν από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου για την αύξηση της έντασης που αναπτύσσεται μεταξύ της ελληνικής και της κυπριακής κυβέρνησης. Αν και ένα μεγάλο μέρος τους ήταν αντικρουόμενες, ακόμη και σκόπιμα παραπλανητικές, το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων έδειξε μια επικείμενη ευθεία κίνηση κατά του Μακαρίου από τον Ιωαννίδη. Ο Ιωαννίδης μπορεί κάλλιστα να διάβασε τις προειδοποιήσεις των ΗΠΑ που του είχαν περιέλθει, πρωτίστως την ανησυχία για τη διακοινοτική βία. (Σύμφωνα με την CIA […] όταν ρωτήθηκε αμέσως μετά το πραξικόπημα για την ξένη αντίδραση, ο Ιωαννίδης απάντησε «οι Αμερικανοί είναι εντάξει»). Θα μπορούσε να είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είχε ελευθερία κινήσεων, όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο το παιχνίδι του ήταν ενδο-ελληνικό. Πράγματι, αμέσως μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, η κυβέρνηση Σαμψών προσπάθησε να καθησυχάσει την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Μπορεί να είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι κατά τους μήνες της άνοιξης και τις αρχές του καλοκαιριού η προσοχή μας ήταν σταθερά προσηλωμένη στη διαμάχη του Αιγαίου ως η αρένα που θα αναφλεγόταν πιο εύκολα στις ελληνοτουρκικές εχθροπραξίες. Αν και θεωρήσαμε ότι η Κύπρος θα παρασυρθεί αναπόφευκτα σε μια τέτοια σύγκρουση, ήμασταν λιγότερο σίγουροι ότι η Κύπρος θα ήταν το σημείο ανάφλεξης. Ίσως, κατά συνέπεια, οι ευαισθησίες μας για τα γεγονότα που σχετίζονται με την Κύπρο ήταν λιγότερο έντονες απ' ό,τι θα έπρεπε. Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η συλλογιστική μας ήταν κοινή με εκείνη του Μακαρίου. Αναμφίβολα αποφάσισε να αξιοποιήσει την ευκαιρία αυτού που πίστευε ότι θα ήταν η ενασχόληση του Ιωαννίδη με την Τουρκία για να διεκδικήσει τον έλεγχο της Εθνικής Φρουράς. Υπολόγισε λανθασμένα μόνο ότι υπερεκτίμησε σε μεγάλο βαθμό την κατανόηση από τον Ιωαννίδη των τουρκικών επιταγών…
*Η ένδειξη […] αντιστοιχεί σε κείμενο που δεν έχει ακόμη αποχαρακτηριστεί.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε 15-16 Αυγούστου.