Σε πεδίο ανοικτής αντιπαράθεσης ΗΠΑ - Ιράν απειλεί να μετατρέψει το έδαφος κυρίως του Ιράκ αλλά και της γειτονικής Συρίας, η προσπάθεια της Τεχεράνης να εκμεταλλευθεί το γενικό πρόσταγμα της συνολικής ή μερικής απόσυρσης των αμερικανικών δυνάμεων από την ευρύτερη περιοχή, ώστε να εμπεδώσει την πολιτική επιρροή στον κρίσιμο αυτό χώρο της Μέσης Ανατολής.
Παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν στην αρχή της θητείας του έδειχνε έτοιμος να περιορίσει την εμπλοκή αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, φαίνεται ότι οι εξελίξεις επιβάλουν αλλαγή στρατηγικής που σηματοδότησαν τα πρώτα αμερικανικά πλήγματα εναντίον στόχων φιλοϊρανικών παραστρατιωτικών οργανώσεων στο έδαφος του Ιράκ και της Ανατολικής Συρίας στο τέλος Ιουνίου.
Από εκείνη την στιγμή και μετά ακολούθησε έκρηξη της βίας η οποία συνοδεύτηκε με επανειλημμένες επιθέσεις εναντίον αμερικανικών στόχων στο ιρακινό έδαφος όχι μόνο με ρουκέτες αλλά και με εξελιγμένα ιρανικής τεχνολογίας drones.
Η Αθήνα είχε προγραμματίσει παρά τις πολλές δυσκολίες που είχε το εγχείρημα, την πραγματοποίηση διήμερης επίσκεψης του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη επικεφαλής αντιπροσωπείας που περιλάμβανε και εκπροσώπους ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων στην Βαγδάτη και στην πρωτεύουσα του ιρακινού Κουρδιστάν, το Ερμπίλ, για την Δευτέρα και Τρίτη. Αλλά οι τελευταίες εξελίξεις και τα σοβαρά προβλήματα ασφαλείας -καθώς επιθέσεις εκδηλώθηκαν και στο εσωτερικό της Βαγδάτης και στο αεροδρόμιο του Eρμπίλ- υποχρέωσαν στην ακύρωση της επίσκεψης.
Η επίσκεψη αυτή ήταν εκ των πραγμάτων εξαιρετικά δύσκολη και λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην χώρα αλλά και επειδή υπάρχει σαφής τουρκική επιρροή τόσο στην Βαγδάτη όσο και στο Ερμπίλ. Όμως η Αθήνα θέλει να στείλει το μήνυμα ότι είναι παρούσα στην Μέση Ανατολή όχι μόνο λόγω των παραδοσιακών σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, αλλά και γιατί ως μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ συμμετέχει στην διαδικασία λήψης αποφάσεων που είναι κρίσιμες για την περιοχή.
Η Ελλάδα εξάλλου προμηθεύεται το 48% των αναγκών της σε πετρέλαιο από το Ιράκ. Ειδικά στο Eρμπίλ υπάρχει μάλιστα μικρή ελληνική επιχειρηματική παρουσία που διευκολύνθηκε με την ίδρυση και λειτουργία του ελληνικού Γενικού Προξενείου και γραφείου Οικονομικών Υποθέσεων. Το Ερμπιλ επρόκειτο να επισκεφθεί και ο Ν. Δένδιας τον περασμένο χρόνο αλλά η βλάβη στο κυβερνητικό αεροσκάφος που το καθήλωσε στην Βαγδάτη είχε οδηγήσει σε ματαίωση της επίσκεψης.
Για την Ελλάδα είναι σημαντικό να είναι παρούσα και να δίνει το στίγμα της ακόμη και σε περιοχές που θεωρητικά υπάρχει ενισχυμένη τουρκική παρουσία και επιρροή. Η τουρκική επεκτατικότητα όμως αποτελεί πολύ συχνά την αιτία προστριβών με την Βαγδάτη και την κουρδική αυτόνομη κυβέρνηση του Ερμπίλ καθώς οι επιθέσεις εναντίον υποτιθέμενων ή πραγματικών βάσεων του PΚΚ στο βόρειο Ιράκ αποτελεί το πρόσχημα για παραβιάσεις της εδαφικής κυριαρχίας και ακεραιότητας μια χώρας «εύθραυστης» που δοκιμάζεται διαρκώς από εθνοτική και κυρίως θρησκευτική βία.
Η Τουρκία διατηρεί στο ιρακινό έδαφος 10 στρατιωτικές βάσεις, 57 στρατιωτικά φυλάκια - στρατόπεδα και περίπου 6.500 στρατιώτες και η προσπάθεια αφομοίωσης των τουρκομανικών πληθυσμών της περιοχής αποτελεί μόνιμη εστία καχυποψίας και αντιπαραθέσεων.
Εύφλεκτο το σκηνικό στο Ιράκ
Το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται όμως στο Ιράκ είναι εξαιρετικά εύφλεκτο και επικίνδυνο και καθώς δεν κατέστη δυνατόν να δοθούν εγγυήσεις ασφαλείας για την πρωθυπουργική επίσκεψη, ελήφθη η απόφαση περί ματαίωσης της.
Μόλις χθες η βάση Al-Assad που φιλοξενεί αμερικανικές και άλλες διεθνείς δυνάμεις, δέχθηκε επίθεση με τουλάχιστον 14 ρουκέτες, το τελευταίο επεισόδιο ενός μπαράζ επιθέσεων σε αμερικανικούς στόχους.
Η ιρακινή κυβέρνηση καταδίκασε την επίθεση ως «τρομοκρατική επίθεση» και όπως έγινε γνωστό την ευθύνη ανέλαβε η «Ταξιαρχία εκδίκησης για τον al-Muhandis» ο οποίος ηταν ο ιρακινός αρχηγός παραστρατιωτικής οργάνωσης που σκοτώθηκε το 2020 μαζι με τον Ιρανό στρατηγό διοικητή της επίλεκτης ομάδας Quds των Φρουρών της Επανάστασης Qassem Soleimani από την αμερικανική πυραυλική επίθεση εναντίον του.
Οι 2500 Αμερικανοί στρατιώτες που παραμένουν στο Ιράκ γίνονται συχνά στόχος επιθέσεων κυρίως από φιλοϊρανικές παραστρατιωτικές οργανώσεις που είναι ιδιαίτερα ισχυρές στο ιρακινό έδαφος.
Είχε προηγηθεί η επίθεση με οπλισμένα drones στο αεροδρόμιο του Ερμπίλ το βράδυ της Τρίτης. Την Δευτέρα έγινε επίθεση και εναντίον της αμερικανικής πρεσβείας στην Βαγδάτη με drones.
Η διαρκής χαμηλής έντασης σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ στο ιρακινό έδαφος διαρκεί από την δεκαετία του ΄80 αλλά απειλεί τώρα να πάρει νέες διαστάσεις
Στις 28 Ιουνίου οι επιθέσεις που διέταξε με προσωπική εντολή ο πρόεδρος Μπάϊντεν (δυο σε στόχους στην Συρία και μια εντός ιρακινού εδάφους), ήταν επιλογή που «στέλνει ισχυρό μήνυμα στο Ιράν» όπως τόνισε ο ίδιος ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Α. Μπλίνκεν αμέσως μετά την αμερικανική επίθεση τα αντίποινα εκδηλώθηκαν και στην Συρία όπου οι αμερικανικές δυνάμεις που περιπολούσαν στην Βορειοανατολική Συρία δέχθηκαν επίθεση και απάντησαν με πυρά πυροβολικού στην περιοχή των πετρελαιοπηγών al-Omar.
Το Ιράκ έτσι βρίσκεται σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση καθώς οι ισχυρότατες φιλοϊρανικές στρατιωτικές δυνάμεις ασκούν πίεση στην κυβέρνηση, η οποία καταδικάζει από την μια μεριά τις αμερικανικές επιθέσεις αλλά από την άλλη πρέπει να ισορροπεί απέναντι στο ισχυρό αντιαμερικανικό αίσθημα της σιιτικής πλειοψηφίας της χώρας, γνωρίζοντας συγχρόνως ότι χωρίς την ξένη υποστήριξη, θα υπάρξει επικίνδυνος εκτροχιασμός της χώρας.
Το Ιρακινό κοινοβούλιο έχει ζητήσει πέρυσι την άμεση αποχώρηση των Αμερικανών, κάτι που η Ουάσιγκτον φαίνεται ότι δεν είναι διατεθειμένη να κάνει, καθώς πρακτικά έχει εγκλωβιστεί σε μια ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση, γνωρίζοντας ότι το Ιράκ είναι η τελευταία γραμμή ανάσχεσης της ιρανικής ηγεμονίας στην Μέση Ανατολή, όπου ήδη έχει ισχυρά προγεφυρώματα εκτός του Ιράκ, στον Λίβανο, στην Συρία, στην Υεμένη.
Μια θέση ισχυροποιημένη δραματικά σε σχέση με την δεκαετία του ΄90 όταν η μοναδική πρόσβαση του Ιράν στην περιοχή ήταν η Χεζμπολάχ.
Και ο πρόεδρος Μπάιντεν έχοντας προφανώς και την ευθύνη προστασίας των Αμερικανών στρατιωτών που είναι στο Ιράκ, θα πρέπει να αναζητήσει δύσκολες ισορροπίες ώστε να μην εμπλακούν οι ΗΠΑ σε μια ανοικτή σύγκρουση στην περιοχή με το Ιράν, που πιθανότατα θα είχε τα αντίθετα αποτελέσματα, αυξάνοντας τον αντιαμερικανισμό και την επιρροή του Ιράν στην Μ. Ανατολή.
Ο πρωθυπουργός Μουσταφά Αλ Καντίμι καταδίκασε την αμερικανική επίθεση εναντίον των εγκαταστάσεων της φιλοϊρανικής Kataib Hezbollah, την οποία όμως δεν μπορεί να ελέγξει, καθώς αποτελεί μέρος της Popular Mobilization Forces (PMF), (μιας κρατικής «ομπρέλας» που στεγάζει σχεδόν 40 παραστρατιωτικές οργανώσεις) που είναι ισχυρή οικονομικά και έχει πλέον αποκτήσει και ισχυρή οικονομική δύναμη, μια και το κενό χρηματοδότησης από την ιρακινή κυβέρνηση που αντιμετωπίζει σοβαρά ελλείμματα λόγω της πανδημίας και της πτώσης των τιμών του πετρελαίου, καλύπτεται από το Ιράν.
Πηγές: Reuters, Al Jazeera