Του Μιχάλη Διακαντώνη*
Το 2016 αποτελεί ένα ιδιαιτέρως κρίσιμο έτος για το κυπριακό ζήτημα. Οι προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, οι εξελίξεις στην Τουρκία, αλλά και τα ενεργειακά δεδομένα της Ανατολικής Μεσογείου, δημιουργούν μια δυναμική που υποκρύπτει κινδύνους για τα ελληνοκυπριακά συμφέροντα.
Οι διεργασίες εντείνονται σε Κύπρο και Τουρκία
Οι δρώντες του κυπριακού ζητήματος πρόκειται να εντείνουν σταδιακά τις διαδικασίες των μεταξύ τους συνομιλιών. Τόσο ο Πρόεδρος Αναστασιάδης όσο και ο κατοχικός ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί έχουν δώσει εντολές στους δύο διαπραγματευτές - Ανδρέα Μαυρογιάννη και Οζντίλ Ναμί- να ολοκληρώσουν μέχρι τη συνάντηση της 28ης Μαϊου έναν κατάλογο που θα περιλαμβάνει τις διαφωνίες, τις συγκλίσεις και τις συναντιλήψεις γύρω απ' το Κυπριακό. Οι διαπραγματεύσεις θα επιταχυνθούν απ' τα τέλη Μαϊου, καθώς μετά τις βουλευτικές εκλογές στην Κύπρο, ο Υπουργός Εξωτερικών, Ιωάννης Κασουλίδης, θα έχει συνάντηση με τον Έλληνα ομόλογό του κ. Κοτζιά, ενώ ακολούθως θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη.
Να υπενθυμίσουμε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σε συνέντευξη του τον περασμένο Δεκέμβριο, είχε χαρακτηρίσει το 2016 «έτος-κλειδί» για το Κυπριακό, καθώς θεωρεί ότι υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα το ζήτημα να κλείσει μέχρι το καλοκαίρι του 2016, ενώ την ίδια αισιοδοξία έχει εκφράσει και ο Ακιντζί. Η επίλυση του Κυπριακού, άλλωστε, πέραν του ότι θα τερμάτιζε ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει τη διεθνή κοινότητα για δεκαετίες, θα προσέδιδε στην πολιτική καριέρα του Αναστασιάδη -που οδεύει προς το τέλος της- μια διαχρονική θετική φήμη.
Στην Τουρκία, η αποχώρηση του Νταβούτογλου απ' την πολιτική σκηνή της χώρας, αλλάζει τα δεδομένα ως προς το εξής: O Τούρκος πρωθυπουργός θεωρούνταν απ' τους Αμερικανούς πιο ευέλικτος και συνεννοήσιμος σε σχέση με τον Ερντογάν, όμως ο δεύτερος θα χρεωθεί πλέον αποκλειστικά το πολιτικό κόστος από πιθανές αναβολές ή κόκκινες γραμμές που θα θέσει στις διαπραγματεύσεις.
Το γεγονός αυτό μπορεί να δώσει κίνητρο στον Τούρκο Πρόεδρο για την επιτάχυνση των συνομιλιών, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι η Τουρκία διατηρεί παράλληλα ανοικτά πολλά διπλωματικά μέτωπα, όπως αυτό της Συρίας, τις τεταμένες σχέσεις με τη Ρωσία, το προσφυγικό ζήτημα με την Ε.Ε., το κουρδικό στο εσωτερικό της, αλλά και την προσπάθεια αναβίωσης των ισραηλινο-τουρκικών σχέσεων.
Η τουρκο-ισραηλινή προσέγγιση και ο ρόλος της ενέργειας
Ως προς το τελευταίο ζήτημα, παρατηρούνται ανησυχητικές εξελίξεις για τα ελληνοκυπριακά συμφέροντα, καθώς ο Ισραηλινός Υπουργός Εξωτερικών Yuval Steinitz, δήλωσε ότι «το 90% μιας συμφωνίας μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας έχει επιτευχθεί», ενώ στις 7 Απριλίου υπήρξε συνάντηση στο Λονδίνο μεταξύ του Τούρκου Υφυπουργού Εξωτερικών, Feridun Sinirlioglu, του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Benjamin Netanyahu και άλλων υψηλόβαθμων ισραηλινών αξιωματούχων. Πριν από λίγες ημέρες, ο Steinitz δήλωσε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο για την ενέργεια στο Ισραήλ αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα, καθώς η χώρα του θέλει να εκμεταλλευτεί την αγορά της Τουρκίας που διαθέτει υψηλή ζήτηση για εισαγωγές φυσικού αερίου.
(Φωτ. Η κυπριακή πλατφόρμα "Ομηρος" στα ανοιχτά της Μεγαλονήσου)
Οι καθυστερήσεις που έχουν υπάρξει στον ενεργειακό τομέα του Ισραήλ, θέτουν την αξιοποίηση του τεράστιου κοιτάσματος φυσικού αερίου Leviathan σε κίνδυνο, καθώς οι νέες ανακαλύψεις αιγυπτιακών κοιτασμάτων –προεξάρχοντος του Zohr- και οι χαμηλές τιμές ενέργειας που επικρατούν διεθνώς, είναι πολύ πιθανό να στερήσουν τη δυνατότητα για εξαγωγές προς την Αίγυπτο. Έμμεσες πιέσεις προς αυτήν την κατεύθυνση φαίνεται να ασκούνται και εκ μέρους της αμερικανικής διπλωματίας, καθώς ο ειδικός απεσταλμένος του State Department για θέματα ενέργειας, Amos Hochstein, δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ότι «το Ισραήλ θα πρέπει να επιταχύνει τις διαδικασίες στον ενεργειακό του τομέα, καθώς υπάρχει ενδιαφέρον απ' την Αίγυπτο και την Τουρκία. Δεν το λέω τυχαία. Έχω μιλήσει με τις άλλες πλευρές και είναι πολύ πιθανό να συμβεί. Η ώρα να συμβεί είναι τώρα...».
Στην Κύπρο, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, έχει δηλώσει ότι από οικονομικής πλευράς, η προτιμότερη λύση είναι η εξαγωγή του κυπριακού αερίου προς την Αίγυπτο (για εσωτερική κατανάλωση ή για περαιτέρω εξαγωγή). Σύμφωνα, όμως, με τα προαναφερθέντα δεδομένα, οι εναλλακτικές επιλογές της Κύπρου περιορίζονται, ιδιαίτερα αν μέρος του ισραηλινού αερίου καταλήξει τελικά και στην Αίγυπτο, πέραν της Τουρκίας. Συνεπώς, η Κύπρος ίσως αναγκαστεί να δεχθεί μια επίλυση του Κυπριακού, μέρος της οποίας θα είναι η συμφωνία για την διοχέτευση των κυπριακών ή και ισραηλινο-κυπριακών κοιτασμάτων στην Τουρκία, μέσω της κατασκευής ενός τουρκο-κυπριακού αγωγού που θα διέρχεται απ' την ΑΟΖ της.
Αν και τα οικονομικά συμφέροντα δεν πρέπει να ταυτίζονται πλήρως με την εξωτερική πολιτική μιας χώρας, καθώς αποτελούν μόνο μέρος αυτής, η στάση που θα ακολουθήσει το Ισραήλ μελλοντικά απέναντι στο Κυπριακό ζήτημα αποτελεί ερωτηματικό. Πέραν των πιθανών συνεργειών στον ενεργειακό τομέα, τα τελευταία έτη έχει γίνει σαφές ότι οι Ισραηλινοί βλέπουν την Ελλάδα και την Κύπρο τόσο ως προγεφυρώματα έναντι εξωτερικών απειλών, όσο και ως διαύλους καλύτερης επικοινωνίας με την Ε.Ε. και τον αραβικό κόσμο.
(Φωτ. Σύνοδος Κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το προσφυγικό στις Βρυξέλλες, την Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016)
Σε περίπτωση, όμως, που η διατήρηση της ασφάλειας του Ισραήλ, που είναι και το κύριο μέλημα της εθνικής στρατηγικής του, εξασφαλιστεί μέσω άλλων διπλωματικών προσεγγίσεων, οι σχέσεις με την Κύπρο και την Ελλάδα ίσως ατονίσουν. Ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, ήταν η πρόσφατη αναβάθμιση των σχέσεων του ΝΑΤΟ με το Ισραήλ, το οποίο θα μπορεί πλέον να ανοίξει γραφεία στο αρχηγείο του οργανισμού στις Βρυξέλλες. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι η Τουρκία άρει το veto που είχε θέσει τα προηγούμενα χρόνια για μια τέτοια αναβάθμιση, με την προσδοκία της μελλοντικής βελτίωσης των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων.
Η επίδραση του αμερικανικού παράγοντα
Ένας δεύτερος παράγοντας, που σχετίζεται με το ανωτέρω ζήτημα, είναι η στάση που θα τηρήσουν οι ΗΠΑ μετά τις αμερικανικές εκλογές απέναντι στο Ισραήλ. Όπως ανέφερε σε προηγούμενη ανάλυσή του στο Liberal ο κ. Κοψαχείλης, ανεξαρτήτως του ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, υπάρχει πρόθεση σύσφιξης τόσο των αμερικανο-ισραηλινών όσο και των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων. Aυτό θα σηματοδοτoύσε τη μείωση της αβεβαιότητας του Ισραήλ για την ασφάλειά του και ίσως εγκαινίαζε μια ελαστικότερη ισραηλινή διπλωματία απέναντι στο Κυπριακό ζήτημα. Στην ίδια ανάλυση, αναφέρεται, επίσης, ότι και οι δυο προεδρικοί υποψήφιοι θα πιέσουν για λύση που δεν φαίνεται να συμφέρει την ελληνική και κυπριακή πλευρά.
Αν μάλιστα οι διαπραγματεύσεις εξελιχθούν απρόσμενα γρήγορα, είναι δεδομένο ότι ο αμερικανικός παράγοντας θα ασκήσει πιέσεις για την επίτευξη συμφωνίας πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς ο Πρόεδρος Obama θα επιθυμούσε να ολοκληρώσει τη θητεία του με το «παράσημο» της επίλυσης ενός τόσο κρίσιμου διεθνούς ζητήματος. Σε μια τέτοια εξέλιξη, βοηθάει και η πολύ κακή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας που σε συνδυασμό με την αστάθεια του εγχώριου πολιτικού συστήματος, περιορίζει τις δυνατότητες δυναμικής αντίδρασης της ελληνικής πλευράς απέναντι σε μη επιθυμητές για τα ελληνοκυπριακά συμφέροντα προτάσεις.
Πώς θα αποφευχθεί το αδιέξοδο;
Σημαίνουν όλα τα παραπάνω, ότι μια δυσμενής επίλυση του Κυπριακού είναι αναπόφευκτη; Σε καμία περίπτωση. Τρεις παράγοντες θα παίξουν ιδιαίτερα καθοριστικό ρόλο. Ο πρώτος είναι πέραν του ελέγχου της Ελλάδας και της Κύπρου και σχετίζεται με την πολιτική που θα ακολουθήσει η Τουρκία εντός και εκτός συνόρων. Όσο ο Ερντογάν συνεχίζει να είναι απρόβλεπτος, προκλητικός και βαθιά αυταρχικός στις πολιτικές του, τόσο θα χάνει την αξιοπιστία του απέναντι στους δυτικούς εταίρους, καθιστώντας τη χώρα του παράγοντα «αστάθειας» για τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Αυτό θα δημιουργεί ερείσματα στη δυτική συμμαχία αλλά και στο Ισραήλ, να προσεγγίσουν περαιτέρω τις διπλωματικές θέσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς.
Ο δεύτερος παράγοντας εξαρτάται απ' τη δυνατότητα της Ελλάδας και της Κύπρου να εκμεταλλευτούν την πρόθεση της Ρωσίας να εμπλακεί δυναμικότερα στα τεκταινόμενα της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και να προστατέψει την Κύπρο από μια ανισοβαρή επίλυση του Κυπριακού ζητήματος για λόγους δικού της συμφέροντος. Η επικείμενη επίσκεψη του Προέδρου Πούτιν στη χώρα μας, αποτελεί μια ευκαιρία για την έναρξη αυτής της πολιτικής, που δεν θα εναντιώνεται στους δυτικούς θεσμούς, αλλά θα συνιστά μια πολυμερή και ανοικτή διπλωματική στάση.
Ο τρίτος παράγοντας, σχετίζεται με την άμεση στάση που Κύπρος και Ελλάδα θα τηρήσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η παθητικότητα και η απλή απόρριψη τυχόν δυσμενών προτάσεων μπορούν, όπως αναφέρει και ο πρόεδρος της Συμμαχίας Πολιτών, Γιώργος Λιλλήκας, να οδηγήσουν τη διεθνή κοινότητα είτε να θεωρήσει το Κυπριακό ως μη επιλύσιμο και να σταματήσει να ασχολείται με αυτό, είτε να κρίνει πως αφού οι δύο κοινότητες δεν τα βρίσκουν, θα πρέπει να αναζητηθεί άλλη μορφή λύσης, όπως στο παράδειγμα του Κοσόβου ή της Ταϊβάν.
Για να αποφευχθεί μια τέτοια εξέλιξη, η ελληνοκυπριακή διπλωματία μέσα από ένα πλαίσιο στενής συνεργασίας, θα πρέπει να αποκτήσει έναν ενεργότερο και δυναμικότερο ρόλο, καταθέτοντας τις δικές της προτάσεις που θα εξυπηρετούν τα διαχρονικά συμφέροντα του ελληνισμού και δεν θα υποκύπτουν σε εκβιασμούς και προσωρινές πολιτικές σκοπιμότητες.
*Ο κ. Μιχάλης Διακαντώνης είναι οικονομολόγος/διεθνολόγος