Του Παναγιώτη Παστουσέα *
Οι διεθνείς Συμφωνίες/Συνθήκες, που καθορίζουν τις σχέσεις των χωρών και αποτελούν μέρος του Διεθνούς Δικαίου, δεν διαρκούν επ' άπειρον, πριν από την συνθήκη της Λωζάννης υπήρχε μια άλλη Συνθήκη και πριν την θνησιγενή Συνθήκη των Σεβρών μια άλλη, ακόμη και κυρίαρχα κράτη διαλύονται και στη θέση τους δημιουργούνται νέα.
Είμαστε αφελείς αν επαναπαυόμαστε μόνο στο Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες πιστεύοντας ότι θα μας εξασφαλίζουν στο διηνεκές χωρίς εμείς να λαμβάνουμε μέτρα προστασίας των εθνικών μας συμφερόντων και διατήρησης της ισορροπίας δυνάμεων κυρίως έναντι του εξ ανατολών γείτονά μας.
Οι Διεθνείς Συνθήκες δεν είναι αιώνιες, τις υπαγορεύουν οι ισχυροί ή οι νικητές, συνήθως, μετά από μία ένοπλη σύγκρουση και αντανακλούν την ισορροπία ισχύος μεταξύ των χωρών της περιοχής αλλά και των μεγάλων παικτών του Διεθνούς Συστήματος την στιγμή που υπογράφονται, προσδοκούν δε να σταθεροποιήσουν αυτήν την περιοχή για μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να μην υπάρχουν τριβές και συνεχής ένταση. Όταν όμως με την πάροδο του χρόνου ανατραπεί η ισορροπία ισχύος, όταν δηλαδή μια εκ των συμβαλλομένων χωρών αποκτήσει ή θεωρήσει ότι απέκτησε ικανή δύναμη, είναι προφανές ότι θα προσπαθήσει να ανατρέψει/αναθεωρήσει , προς όφελός της, την Συνθήκη την οποία θεωρεί ότι της επεβλήθη σε βάρος των εθνικών της συμφερόντων.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα, οι Τούρκοι θεωρούν ότι οι ισορροπίες ισχύος κυρίως έναντι της χώρας μας έχουν ανατραπεί και διεκδικούν αυτό που νομίζουν ότι τούς στέρησε η συνθήκη της Λωζάννης. Ο Ερντογάν προσδοκά την αναβίωση της αίγλης της παλιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την οποία πιστεύει ότι την διαμέλισαν οι Δυτικοί με αιχμή του δόρατος την Ελλάδα .Η Συνθήκη της Λωζάννης επικύρωσε την παρακμή της και αυτήν επιχειρεί να ανατρέψει.
Συνεπώς, η κοινή λογική (την οποία αγνοούμε πολλές φορές) υπαγορεύει το εξής: για να προστατεύσουμε ότι μας ανήκει (όχι για να διεκδικήσουμε κάτι επιπλέον) και να συνεχίζουν να ισχύουν οι Διεθνείς Συνθήκες πρέπει να διατηρήσουμε μια ελάχιστη τουλάχιστον ισορροπία ισχύος και αποτρεπτικής ικανότητας σε σχέση με τον αναθεωρητή γείτονά μας.
Προφανώς δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε τους εξοπλισμούς της Τουρκίας, δεν μπορούμε και δεν θέλουμε, όμως όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενα άρθρα μας ,η χώρα μας έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο είτε το θεωρούμε δεδομένο είτε το αγνοούμε. Τα μειονεκτήματα μας ,μικρός πληθυσμός, μικρές οικονομικές δυνατότητες και μικρότερη στρατιωτική ισχύ έναντι πολυπληθέστερων αντιπάλων ,τα αντισταθμίζαμε πάντα με την δύναμη που μας έδινε η εκμετάλλευση του θαλάσσιου στοιχείου που μας περιβάλει (θαλάσσιο εμπόριο, συγκρούσεις στην θάλασσα).
Αν δεν είμαστε ισχυροί στην θάλασσα, πώς θα διασφαλίσουμε τα συμφέροντά μας στο Αιγαίο και στην Α. Μεσόγειο, πώς θα είμαστε κοντά στην Κύπρο (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε εγγυήτρια δύναμη), πώς θα οριοθετήσουμε, κηρύξουμε και προστατεύσουμε τα πλεονεκτήματα που μας δίνει η ΑΟΖ;
Τα πλεονεκτήματα που μπορεί να αποκομίσει η Ελλάδα από τυχόν ανακήρυξη ΑΟΖ είναι σημαντικά και αυτά δεν συνδέονται μόνο με την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, επιπλέον σημαίνει: α) Αποκλειστικό δικαίωμα αλιείας, εξασφαλίζεται εντός της ΑΟΖ στους Έλληνες πολίτες και σε όσους θα διαθέτουν ειδική άδεια από την Ελλάδα. β) Αρμοδιότητα προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος γ) Η ΑΟΖ δεν έχει καμιά γεωλογική αναφορά γεγονός που προσδίδει πλεονέκτημα στη χώρα μας έναντι της Τουρκίας σε μελλοντική οριοθέτηση. Επειδή η ΑΟΖ δεν έχει καμιά γεωλογική αναφορά, σε αντίθεση προς την υφαλοκρηπίδα, η γειτονική χώρα δεν μπορεί για την ΑΟΖ να χρησιμοποιήσει στην αντιπαράθεση με τη χώρα μας τα γνωστά επιχειρήματα που προβάλλει για την υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου, ότι δηλαδή τα νησιά μας δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα διότι είναι απλές εξάρσεις της υφαλοκρηπίδας της Ανατολίας ή ότι απλώς «επικάθονται» σε αυτήν. δ) το σημαντικότερο ίσως είναι ότι η ΑΟΖ συμπεριλαμβάνει και τα θαλάσσια ύδατα (όχι μόνο βυθό όπως η υφαλοκρηπίδα), εξασφαλίζοντας έτσι με καλύτερους όρους την οικονομική και πολιτική ενότητα του ελληνικού ηπειρωτικού και νησιώτικού χώρου, απέναντι στις διαρκείς προκλήσεις της Άγκυρας.
Η μικρή μας χώρα είχε πάντα ένα μεγάλο πλεονέκτημα, την ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΙΣΧΥ της, την οποία δεν πρέπει να αγνοούμε ούτε να την θεωρούμε δεδομένη και για την διατήρηση της απαιτείται σοβαρός και έγκαιρος προγραμματισμός.
Συζητάμε πάνω από πέντε χρόνια για την πρόσκτηση τουλάχιστον δύο νέων ή μεταχειρισμένων φρεγατών (FREMM, BELHARRΑ κ.λ.π) χωρίς στην ουσία να παίρνουμε καμία απόφαση και ενώ οι εξελίξεις γύρω από το Αιγαίο, την ΑΟΖ, την επίλυση του Κυπριακού, τους υδρογονάνθρακες, τρέχουν.
Η πρόσκτηση νέων σκαφών απαιτεί 4 έως 5 χρόνια από την υπογραφή συμφωνίας.
Πρόσφατα έγιναν πάλι συζητήσει για τις γαλλικές φρεγάτες BELHARRA. Η φρεγάτα BELHARRA καλύπτει τις επιχειρησιακές μας ανάγκες και θα μπορούσε να είναι μία εξαιρετική επιλογή σύγχρονης φρεγάτας που ανταποκρίνεται στις επιχειρησιακές μας απαιτήσεις, δηλαδή να διαθέτει οπλικά συστήματα κατά απειλών επιφανείας-υποβρυχίων και κυρίως να διαθέτει δυνατότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής (σήμερα διαθέτουμε μόνο αντιαεροπορική άμυνα σημείου).
Όμως εφόσον επιτευχθεί συμφωνία εντός του 2019, η πρώτη παραλαβή για το Πολεμικό μας Ναυτικό θα είναι δυνατή το 2024, εάν παραγγελθεί και δεύτερο πλοίο η παραλαβή του, προβλέπεται το 2026 γιατί υφίσταται η υποχρέωση κατασκευής φρεγατών και για το Γαλλικό ναυτικό (ένα πλοίο ανά έτος, γαλλικό-ελληνικό εναλλάξ).
Η παράδοση του πρώτου πλοίου μετά από 5 χρόνια δημιουργεί σοβαρό επιχειρησιακό κενό.
Ο γερασμένος στόλος των φρεγατών μας ηλικίας, 30 έως 40 ετών, καθιστά επιτακτικά αναγκαία την πρόσκτησης σύγχρονων φρεγατών. Οι επιχειρησιακές μας, αυτές, ανάγκες καθίστανται μεγαλύτερες για την κάλυψη της περιοχής μεταξύ Κρήτης-Καστελόριζου-Κύπρου και της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου. Οι ναυτικές μας δυνάμεις, στην περιοχή αυτή, ενδεχομένως θα κλιθούν να δράσουν σε ανοικτή θάλασσα υπό συνεχή αεροπορική απειλή, λόγω εγγύτητας Τουρκικών αεροδρομίων και δυσχερή αεροπορική κάλυψη από αεροσκάφη της ΠΑ που είναι υποχρεωμένα να επιχειρούν σε μεγάλες αποστάσεις από τα αντίστοιχα δικά μας αεροδρόμια. Για την επιτυχή αντιμετώπιση της αεροπορικής απειλής, τα πλοία μας θα πρέπει να έχουν αυξημένες αντιαεροπορικές δυνατότητες
Για την κάλυψη των επιχειρησιακών αυτών αναγκών και μέχρι την παραλαβή των νέων μονάδων, μετά από πέντε, ίσως, χρόνια, θα πρέπει να καταφύγουμε σε μια ενδιάμεση λύση, δηλαδή τη διερεύνηση και αγορά άμεσα ,τουλάχιστον, 2 μεταχειρισμένων φρεγατών με αυξημένες αντιαεροπορικές δυνατότητες.
Οι εξελίξεις δεν μας περιμένουν και οι αμέλειες/ολιγωρίες πληρώνονται ακριβά.
*Ο Παναγιώτης Παστουσέας είναι Αντιναύαρχος ε.α - Επίτιμος Υπαρχηγός ΓΕΝ.