Η τρομοκρατική επίθεση στην καρδιά της Κωνσταντινούπολης ξυπνάει μνήμες πρόσφατες αλλά και παλαιότερες. Στις εκλογές του Αυγούστου 2015, το ζήτημα της ασφάλειας και της τρομοκρατίας είχε παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια του ΑKP να συσπειρώσει το εκλογικό ακροατήριο, επιτυγχάνοντας στις επαναληπτικές εκλογές, του Νοεμβρίου του ίδιου έτους, να εξασφαλίσει την πλειοψηφία.
Εδώ και αρκετό καιρό, ο Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποιεί το κεντρικό αφήγημα των εξωτερικών εχθρών, ότι η Τουρκία απειλείται από όλους και απ' όλα, ότι είναι στόχος της τρομοκρατίας και περικυκλωμένη από τις μεγάλες δυνάμεις– έχοντας δηλαδή δημιουργήσει ένα νέο «σύνδρομο των Σεβρών» - και πως ο ίδιος είναι ο μόνος που μπορεί να αντιμετωπίσει τις μεγάλες απειλές. Εγκλωβίζει συστηματικά τη συζήτηση για το μέλλον της Τουρκίας, όχι στην οικονομία, αλλά στο ζήτημα της ασφάλειας. Η επιλογή στοχοποίησης των ΗΠΑ και της Ελλάδας έρχεται σε συνέχεια του αφηγήματος ότι η Αθήνα είναι «πιόνι» στις ορέξεις των μεγάλων δυνάμεων, και ότι οι ΗΠΑ δεν ακολουθούν την παλαιά ισορροπημένη προσέγγιση μεταξύ των δύο χωρών, και δεν αφουγκράζονται τις ανησυχίες της Τουρκίας, μιας πολύ σημαντικής χώρας στην περιοχή.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνει χώρα αυτή η νέα στοχοποίηση, όχι τόσο της Ελλάδας, όσο των ΗΠΑ. Η πρωτοφανής δήλωση του Τούρκου υπ. Εσωτερικών Σουλειμάν Σοϊλού ότι η Τουρκία δεν δέχεται τα συλλυπητήρια της αμερικανικής πρεσβείας, στέλνει ένα μήνυμα στο εσωτερικό ότι οι ΗΠΑ είναι μια υποκριτική δύναμη.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν εννοεί όσα λέει, απεργάζεται το κακό της χώρας και αναδεικνύονται ολοένα και περισσότερο ως η βασική πηγή δεινών για τον τουρκικό λαό. Τι έχει να κερδίσει από αυτή την στοχοποίηση η Άγκυρα; Τίποτα, είναι η απάντηση, πέραν του γεγονότος ότι ερεθίζει τα όποια αντιαμερικανικά αντανακλαστικά υπάρχουν στο εσωτερικό της χώρας και κυρίως στην εκλογική βάση του AKP.
Το καθεστώς Ερντογάν παίζει αυτή τη στιγμή ένα πολύ επικίνδυνο chicken game με τις ΗΠΑ. Δείχνει ότι δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε περαιτέρω διπλωματική όξυνση, προκειμένου να κάνει την Ουάσινγκτον να αναδιπλωθεί και να συνειδητοποιήσει ότι η Τουρκία δεν εκβιάζεται, δεν υποχωρεί και ότι οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη την Άγκυρα, όχι η Άγκυρα τις ΗΠΑ.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η τουρκική αυτή συμπεριφορά, εφόσον δεν είναι παρορμητική, αλλά εντάσσεται σε μια στρατηγική, είναι το αποτέλεσμα της επί δεκαετίες κατευναστικής πολιτικής της Δύσης απέναντι στην Τουρκία. Των μηνυμάτων δηλαδή που παίρνει εδώ και χρόνια η Άγκυρα από Βρυξέλλες και Ουάσινγκτον ότι μπορεί να κινείται όπως θέλει.
Κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί τι εξυπηρετεί στην παρούσα φάση αυτή ο όξυνση της Τουρκίας απέναντι στις ΗΠΑ, όταν το θέμα των F-16 παραμένει ανοικτό, το κλίμα στην αμερικανική Γερουσία είναι για την ίδια κακό, και η διατήρηση της θέσης του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων από τον Μπομπ Μενέντεζ, μετά τη νίκη των Δημοκρατικών, δυσχεραίνει τα πράγματα.
Η απάντηση βρίσκεται στον ίδιο τον ανορθολογισμό της Άγκυρας και σε μια ερμηνεία των δεδομένων που στηρίζεται στο σκεπτικό ότι «τώρα δεν έχω τίποτα να χάσω». Αφού οι πολιτικοί συσχετισμοί παραμένουν οι ίδιοι για την επόμενη διετία στο αμερικανικό Κογκρέσο, το καθεστώς Ερντογάν θεωρεί ότι ανεβάζοντας πολύ τους τόνους - δηλαδή το διακύβευμα για τις ΗΠΑ - θα αναγκαστεί κάποια στιγμή ο Λευκός Οίκος να πιέσει ακόμη περισσότερο το Κογκρέσο, και το Δημοκρατικό Κόμμα να πιέσει ακόμη περισσότερο τον Μπομπ Μενέντεζ.
Στην κατεύθυνση άλλωστε να καμφθεί η αμερικανική ηγεσία, ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος προ ολίγων ημερών είχε δηλώσει ότι ευθύνεται η Δύση για την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, θα συνεχίσει να πλέκει το εγκώμιο του Βλαντιμίρ Πούτιν και θα εντείνει την προσέγγιση του με το ρωσικό καθεστώς.
Εκτιμώ ότι παρά τις προσπάθειες του τουρκικού καθεστώτος, ο Ερντογάν δεν θα βγει νικητής σε αυτό το chicken game με τις ΗΠΑ. Και ότι μέχρι τις τουρκικές εκλογές η αμερικανική διακυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει πίσω, παρά θα επανεξετάσει τη στρατηγική της, ανάλογα με το ποιος θα βρίσκεται στο προεδρικό μέγαρο της Άγκυρας μετά τις κάλπες του 2023.
Δεν έχουν κανένα λόγο η κυβέρνηση Μπάιντεν να προσφέρει στον Ερντογάν δώρο τα F-16 πριν τις εκλογές, επιβεβαιώνοντας το αφήγημά του πως είναι οι ΗΠΑ που έχουν ανάγκη την Τουρκία και όχι η Τουρκία τις ΗΠΑ.
*Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, διευθυντής του ΙΔΙΣ