Το πρώτο «αναγνωριστικό» βήμα για τη διερεύνηση της δυνατότητας Ελλάδα και Τουρκία να προχωρήσουν στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ αναμένεται να κάνουν το αμέσως επόμενο διάστημα οι υπουργοί Εξωτερικών των δυο χωρών, μετά την εξουσιοδότηση που έλαβαν από τον Κυρ.Μητσοτάκη και τον Τ. Ερντογάν στη διάρκεια της σύντομης συνάντησης τους στη Νέα Υόρκη.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν θα αναλάβουν την ευθύνη για προκαταρκτικές συνομιλίες και εφόσον αυτές αποδώσουν, τότε τον Ιανουάριο στη διάρκεια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Άγκυρα θα δοθεί το πράσινο φως για τις τελικές συνομιλίες που πλέον θα γίνουν και επί χάρτου.
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι στο πλαίσιο των προκαταρκτικών συνομιλιών Γεραπετρίτη - Φιντάν θα αναζητηθεί σύγκληση στο θέμα του εύρους της διαφοράς, στο εφαρμοστέο δίκαιο και στις γενικές αρχές επί των οποίων θα διεξαχθούν οι συνομιλίες και φυσικά το χρονοδιάγραμμα αυτής της διαδικασίας.
Η ελληνική κυβέρνηση εδώ και εβδομάδες δια του υπουργού εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη ομιλεί για «ιστορική ευκαιρία» στα Ελληνοτουρκικά ενώ και ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «ευκαιρία» στις σχέσεις των δυο χωρών στην ομιλία του στον ΟΗΕ. Ο πρωθυπουργός στο κυριακάτικο μήνυμα του τόνισε ότι «συζητούμε με την Τουρκία δε σημαίνει ότι συμφωνούμε και σε όλα» απέφυγε πάντως να επισημοποιήσει την έναρξη αυτής της διαδικασίας.
Η Αθήνα εκτιμά ότι η διαδικασία προσέγγισης έχει αποδώσει και εάν δεν επιχειρηθεί τώρα η προσπάθεια επίλυσης της διαφοράς δύσκολα θα βρεθεί στο μέλλον αντίστοιχο κλίμα ώστε να υπάρξει μια σοβαρή προσπάθεια για συμφωνία στο θέμα της οριοθέτησης.
Αυτή η αντίληψη βεβαίως έχει να κάνει και με τη διαπίστωση ότι η διαδικασία προσέγγισης έχει τα όρια της και κάθε παράταση έστω και με αυτόν διάλογο θα είναι ευπρόσδεκτη, καθώς όσο υπάρχει η μεγάλη εκκρεμότητα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, το καλό κλίμα θα είναι ευάλωτο και εύθραυστο και ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να ανατραπεί και να επιστρέψουμε με μεγαλύτερη μάλιστα «ορμή» στις εντάσεις του πρόσφατου παρελθόντος.
Βεβαίως, τα ελληνοτουρκικά προβλήματα δεν είναι «ψυχολογικού περιεχομένου» και θέματα «κλίματος». Ο πυρήνας των προβλημάτων είναι ο τουρκικός αναθεωρητισμός οι διεκδικήσεις της Τουρκίας εις βάρος της ελληνικής κυριαρχίας και των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, η αμφισβήτηση διεθνών δικαιοδοσιών και αρμοδιοτήτων της χώρας μας και η προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων από την Τουρκία.
Και προς το παρόν τουλάχιστον το καλό κλίμα των τελευταίων 17 μηνών δεν έχει δείξει ότι έχει οδηγήσει σε «μαλάκωμα» ή αλλαγή των τουρκικών θέσεων. Η Τουρκία μάλιστα έχει δείξει ότι αντιλαμβάνεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο τους όρους για τη συνέχιση του ήπιου κλίματος, επικαλούμενη μάλιστα και τη Διακήρυξη των Αθηνών ερμηνεύοντας την αναφορά σε αποφυγή μονομερών κινήσεων ως υποχρέωση αποφυγής άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Ελλάδα.
Η διαδικασία η οποία ξεκινά είναι πάντως υψηλού ρίσκου και αμφιβόλου αποτελέσματος.
Στις συνομιλίες Γεραπετρίτη - Φιντάν θα πρέπει να επιλυθούν μια σειρά θέματα: η εφαρμογή του Δικαίου της Θάλασσας, η αποδοχή της γενικής αρχής ότι τα νησιά δικαιούνται πλήρη επήρεια, ότι δεν υπάρχουν «γκρίζες ζώνες», ότι η διαπραγμάτευση αφορά το σύνολο των θαλασσίων ζωνών σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο ως ενότητας, ότι η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων που θα προηγηθεί δεν είναι τμήμα της διαπραγμάτευσης, ότι το Τουρκολυβικό Μνημόνιο δε θα ληφθεί υπόψη στην οριοθέτηση, ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία η διαφορά θα παραπεμφθεί στη Χάγη με συνυποσχετικό…
Θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί, εφόσον η κυβέρνηση ανέλαβε το ρίσκο να ξεκινήσει πολιτική διαπραγμάτευση έστω και άτυπη, ότι το περιεχόμενο των συνομιλιών των δυο υπουργών εξωτερικών εάν δεν καταλήξουν σε συμφωνία δε θα είναι δεσμευτικό για τις δυο πλευρές.
Διότι στη διάρκεια των συνομιλιών των δυο υπουργών εξωτερικών ουσιαστικά θα καλυφθεί ο πυρήνας των διαφορών και απλώς μετά στο πλαίσιο μιας πιο διευρυμένης διαδικασίας θα γίνει η συζήτηση με χάρτες για την οριοθέτηση. Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση των δυο υπουργών δε θα είναι συζήτηση επί της διαδικασίας, αλλά η ουσιαστική διαπραγμάτευση της ουσίας της διαφοράς. Διότι το πρόβλημα της οριοθέτησης όπως έχει δείξει και η εμπειρία από τις Διερευνητικές Επαφές επί κυβέρνησης Κ. Σημίτη, δεν είναι τόσο η χάραξη των ορίων επί των χαρτών, αλλά η διαπραγμάτευση των πολιτικών θεμάτων που εγείρει η Τουρκία.
Ένα ακόμη ζήτημα που απασχολεί είναι ότι στο υπουργείο Εξωτερικών μέχρι στιγμής δεν έχει συγκροτηθεί υποστηρικτική ομάδα από εμπειρογνώμονες, νομικούς και έμπειρους διπλωμάτες ώστε να γίνει η ανάλογη προετοιμασία για να υπάρχει η αναγκαία νομική και τεχνική υποστήριξη που θα χρειαστεί ο υπουργός εξωτερικών σε μια τόσο κρίσιμη διαπραγμάτευση.
Ο Τούρκος πρόεδρος την Παρασκευή σε δηλώσεις του μετά την προσευχή, ρωτήθηκε για τα ελληνοτουρκικά και προκάλεσε σύγχυση καθώς ανέφερε ότι ο πρέσβης στην Αθήνα, Τσαγκαταϊ Ερτσιγιές, θα αναλάβει τις συνομιλίες με τον ομόλογο του χωρίς να διευκρινίσει τι ακριβώς εννοεί.
Ο Τούρκος πρεσβευτής στην Αθήνα θεωρείται ο πλέον έμπειρος στα θέματα οριοθετήσεων στο τουρκικό ΥΠΕΞ, καθώς ήταν διευθυντής και της αρμόδιας Διεύθυνσης και επί των ημερών του έγινε το Τουρκολυβικό Μνημόνιο και κατατέθηκαν μονομερώς οι χάρτες της Γαλάζιας Πατρίδας στον ΟΗΕ.
Από την ελληνική πλευρά τον ρόλο σε μια τέτοια διαδικασία θα μπορούσε να αναλάβει η Μ.Τελαλιάν πρώην επικεφαλής της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ και συμβούλου του πρωθυπουργού για θέματα Διεθνούς Δικαίου, που διατηρεί στενή σχέση με την υφυπουργό Εξωτερικών Αλ. Παπαδοπούλου, η οποία πάντως είναι υποψήφια για τη θέση της διευθύντριας του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ (ODHIR).
Παρά το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία οι τουρκικές απαιτήσεις και διεκδικήσεις έχουν διευρυνθεί, η κυβέρνηση έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση ίσως, να διερευνήσει τις δυνατότητες για συνεννόηση με την Τουρκία στο θέμα της οριοθέτησης, όπως έκαναν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις την τελευταία τουλάχιστον 40ετία,
Με την επίγνωση όμως ότι ούτε «θαύματα» γίνονται, ούτε μάγοι που βγάζουν «λαγό από το καπέλο» υπάρχουν…