Του Ζαχαρία Μίχα
Οι εξελίξεις της χθεσινής ημέρας στο μέτωπο της Συρίας ήταν κυριολεκτικά ραγδαίες. Βασικό τους χαρακτηριστικό, οι νίκες τόσο των καθεστωτικών δυνάμεων σε συνεργασία με ρωσικές και ιρανικές δυνάμεις, με την προσθήκη της Χεζμπολάχ, όσο και των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, τη συμμαχία που δημιούργησαν πρόσφατα οι δυνάμεις της Δύσης, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
Σε μια πρώτη ανάγνωση η αιμοσταγής οργάνωση μαχητών που αυτοαποκαλείται «Ισλαμικό Κράτος» και «χαλιφάτο», παρουσιάζοντας τις επιθυμίες και τις στοχεύσεις της ως πραγματικότητα, βρίσκεται υπό ασφυκτική πίεση σε όλα τα μέτωπα και υποχωρεί συνεχώς, με την τελική ήττα της να φαντάζει ως ένα πιθανό ενδεχόμενο.
Έχοντας κεφαλαιοποιήσει την κατάσταση αποδιοργάνωσης που βρήκε στο Ιράκ και τη Συρία, το Ισλαμικό Κράτος κατόρθωσε να αποσπάσει μεγάλα τμήματα των δυο αυτών χωρών και να ανακηρύξει το περίφημο «χαλιφάτο», προκαλώντας δέος στο παγκόσμιο ακροατήριο τόσο με την αγριότητα που συνόδευε την επέλαση των δυνάμεών του, όσο και με τη στρατιωτική οργάνωση, την ικανότητα που έδειχναν οι μαχητές του με τις τακτικές που χρησιμοποιούσαν και επιχείρησε να το ελέγξει.
Η κατάσταση έχει μεταβληθεί άρδην το τελευταίο διάστημα και δείχνει να βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη για τους ισλαμιστές εξτρεμιστές του «χαλιφάτου», ιδίως μετά τη στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας. Αυτό όμως, όποια και να είναι η τελική έκβαση, δεν θα εξαλείψει τον κίνδυνο που συνιστά το Ισλαμικό Κράτος, καθώς δεν θα σημάνει για το προσεχές τουλάχιστον χρονικό διάστημα την εξάρθρωση της δομής της οργάνωσης και την εξουδετέρωση της μαχητικής της ισχύος, σε τέτοιο βαθμό που να σταματήσουμε να ασχολούμαστε μαζί της, θεωρώντας την ένα μετεωρικό φαινόμενο που ανήκει στο παρελθόν.
Σύμφωνα με ειδικούς αναλυτές που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την κατάσταση, το κρίσιμο γεωγραφικά σημείο που θα κρίνει πολλά στον συριακό εμφύλιο, είναι η περιοχή του Χαλεπιού και ειδικότερα το βόρειο τμήμα, αφού αποτελεί κόμβο που επιτρέπει την επιμελητειακή υποστήριξη των δυνάμεων, καθώς επίσης και τροφοδοσία με νέους μαχητές που έχουν στρατολογηθεί και μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον περνούσαν στη Συρία και στις τάξεις των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους, από τα τουρκοσυριακά σύνορα.
Όλα όμως δείχνουν, ότι ανεξάρτητα από την αποδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους, οι εμπλεκόμενοι στην πολεμική σύρραξη δείχνουν να έχουν «χωνέψει», ότι η Συρία της επόμενης ημέρας δεν θα θυμίζει σε τίποτα την παλιά, ακόμα κι αν εξευρεθεί κάποια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων.
Οι στρατιωτικές κινήσεις των εμπλεκομένων δείχνουν την επιθυμία ελέγχου εδαφικών τμημάτων στρατηγικής σημασίας. Οι Ρώσοι, παρά τις αναφορές περί περιορισμένης χρονικά εμπλοκής δείχνουν να προετοιμάζονται για μακροχρόνια εμπλοκή και παρουσία στην περιοχή, με το ενδιαφέρον τους να εστιάζεται κυρίως στον έλεγχο σημαντικού παραλιακού μεσογειακού τμήματος με έμφαση την περιοχή της Λατάκιας.
Εν ολίγοις, δείχνουν προδιάθεση εξασφάλισης όσων ήδη διέθεταν στη Συρία και για τον σκοπό αυτό θα επιχειρήσουν να προστατεύσουν την περιοχή των φιλικά προσκείμενων σε κάθε περίπτωση Αλαουιτών, όπου ήδη έχουν μεταφέρει κατά πληροφορίες, συστήματα πυροβολικού και προηγμένα αντιαεροπορικά, ενώ από 2.000 στελέχη η ρωσική δύναμη έχει πλέον διπλασιαστεί. Ταυτόχρονα, η ρωσική δείχνει ενδιαφέρον να υπάρχει διάδρομος πρόσβασης προς το σιιτικό τμήμα του Ιράκ, που θα διατηρούσε επικοινωνία με τον ιρανικό παράγοντα.
Το μεγάλο «παιχνίδι» θα παιχθεί με τις αντικαθεστωτικές συριακές δυνάμεις και τη συνεργασία τους με τους Κούρδους της βόρειας Συρίας, μια περιοχή την οποία επιθυμούσε και επιθυμεί να ελέγξει πάση θυσία η Τουρκία, η ηγεσία της οποίας άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο χερσαίας εμπλοκής, υπό την προϋπόθεση όμως να είναι καλά οργανωμένη και να συμμετάσχουν και άλλοι.
Η επιθυμία της όμως να πλήξει αποφασιστικά τους Κούρδους της Συρίας δεν ευοδώθηκε στην πράξη, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια κίνηση υψηλής συμβολικής αλλά και ουσιαστικής σημασίας, έστειλαν στην περιοχή των Κούρδων μικρή ομάδα ειδικών επιχειρήσεων δύναμης 50 ανδρών, η παρουσία της οποίας διαβίβαζε το μήνυμα στους Τούρκους να μην κινηθούν και σαφώς να μη ρισκάρουν να πλήξουν κάποιο μέρος που θα μπορούσε να βρίσκεται Αμερικανός «στρατιωτικός σύμβουλος».
Η κατάσταση αυτή όμως στη Συρία συνοδεύεται και από κάποιες εξελίξεις σε άλλα μέτωπα, οι οποίες φαίνεται ότι θα μας απασχολήσουν σύντομα. Σε προηγούμενο σημείωμα είχε επισημανθεί ότι τα μέτωπα που συγκρούονται τα συμφέροντα ΗΠΑ και Ρωσίας λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της ανατολικής Ουκρανίας, όπου αμέσως μετά τη ρωσική εμπλοκή στον συριακό εμφύλιο, παρατηρήθηκε ύφεση στην περιοχή και σημάδια ρωσικής «συμμόρφωσης» με την εν εξελίξει διαδικασία του Μινσκ.
Προχθεσινές δηλώσεις όμως του Ουκρανού προέδρου Πέτρο Ποροσένκο, έκρουσαν το καμπανάκι του κινδύνου, καθώς παρατηρείται «κινητικότητα» των Ρωσόφωνων ανταρτών στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, στην περιοχή Ντονμπάς με τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός να παραβιάζεται 21 φορές, ενώ σημειώθηκε περιορισμένη έστω ανταλλαγή πυρών. Η διαφαινόμενη αναζωπύρωση της σύγκρουσης θα μπορούσε να αποτελεί ένα μήνυμα της Μόσχας προς την Ουάσιγκτον.
Την ίδια στιγμή, άλλες πληροφορίες που μεταφέρουν τα διεθνή ΜΜΕ, θέλουν του Ιρανούς να έχουν σταματήσει την απομάκρυνση των συσκευών φυγοκέντρισης στις πυρηνικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου στο Νατάνζ και το Φόρντο, υποτίθεται μετά από επιστολή βουλευτών στον πρόεδρο Χασάν Ρουχανί, ότι η διαδικασία αυτή κινούνταν «αδικαιολόγητα γρήγορα».
Η πιθανότητα όλες οι πλευρές να οργανώνουν το διαπραγματευτικό τους οπλοστάσιο εν όψει εξελίξεων σε διπλωματικό επίπεδο για το θέμα της Συρίας, είναι πολύ υψηλή. Εξίσου όμως υψηλή είναι όμως και η πιθανότητα, αντί για ένα σταμάτημα της αιματοχυσίας, να τίθενται οι βάσεις για μακροχρόνια εμπλοκή στον «βούρκο» της περιοχής, ενώ και το ενδεχόμενο κλιμάκωσης σε πολλαπλά μέτωπα (Ουκρανία, κατάρρευση συμφωνίας με το Ιράν, απειλή άμεσης διάσπασης – τριχοτόμησης του Ιράκ) που θα μπορούσε να οδηγήσει σε εφιαλτικές καταστάσεις, δεν επιτρέπει εφησυχασμό.
* Ο κ. Ζαχαρίας Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας