Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου δεν θεωρείται φαινόμενο ευφυούς πολιτικού στη χώρα του ούτε είναι και ο μάγος της διπλωματίας. Είναι πιστός κομματικά στον Τ. Ερντογάν και έτσι πορεύεται.
Όμως είναι σαφές ότι ο κ. Τσαβούσογλου έχει βρει στην Ελλάδα το κατάλληλο ακροατήριο για να παίζει τα παιχνίδια του, να βολιδοσκοπεί και να μετράει αντιδράσεις του πολιτικού κόσμου και της κοινής γνώμης, που περιμένει κάθε μέρα με αγωνία να... ερμηνεύσει τις δηλώσεις και τους χρησμούς του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών.
Έτσι από την περασμένη Παρασκευή άρχισε η δημόσια συζήτηση για το αν και πώς εννοούσε ο κ. Τσαβούσογλου την «πρότασή» του για διάλογο με την Ελλάδα. Εξαντλήσαμε τα επιχειρήματα υπέρ του διαλόγου, αναπτύξαμε τους κινδύνους από την αποδοχή ή απόρριψη της «πρότασης» Τσαβούσογλου. Και ήρθε η Δευτέρα που άρχισε από την ανάποδη η συζήτηση: ο Τσαβούσογλου απειλεί και ξαναγυρνά στην επιθετική ρητορική του. Λες και η Τουρκία έφυγε ποτέ από αυτή τη λογική…
Η ορθή ερμηνεία των τουρκικών κινήσεων είναι αυτή που βοηθά και στην αντιμετώπισή τους.
Ο κ. Τσαβούσογλου αναφέρθηκε δύο φορές σε ένα εικοσιτετράωρο στην ανάγκη διαλόγου με την Ελλάδα, με αφορμή κυρίως την Ελληνοϊταλική Συμφωνία.
Βεβαίως οι αναφορές αυτές του κ. Τσαβούσογλου καθόλου δεν έρχονται σε αντίφαση με τις χθεσινές επιθετικές δηλώσεις ούτε φυσικά με τη συνολική ρητορική της Άγκυρας στο πλαίσιο της αναθεωρητικής ατζέντας της.
Η Τουρκία, ήδη από τους πρώτους μήνες της μεταπολίτευσης, αναφερόταν σε «διάλογο». Διάλογος που δεν στηριζόταν σε κοινά αποδεκτούς κανόνες όπως προβλέπονται από το Δίκαιο της Θάλασσας, παρέκαμπτε Διεθνείς Συνθήκες που καθορίζουν το εδαφικό status quo και συνήθως η πρόταση για διάλογο ακολουθούσε κάποιου είδους τετελεσμένα.
Μετά τις έρευνες του Χόρα το 1976, μετά τις έρευνες του Σισμίκ το 1987, μετά τα Ιμια το 1996... Και τώρα ο κ. Τσαβουσογλου κάνει μια αφηρημένη αναφορά περί διαλόγου, λίγους μήνες μετά την υπογραφή του Τουρκολυβικού Μνημονίου και ενώ επίκειται η προσπάθεια της Τουρκίας να εφαρμόσει στην πράξη το Μνημόνιο αυτό, «εξαφανίζοντας» πλήρως τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας τις οποίες υποτίθεται ο «διάλογος» αυτός θα έχει ως αντικείμενο την οριοθέτησή τους.
Οι διερευνητικές επαφές για σχεδόν 14 χρόνια δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα καθώς προσέκρουαν στο τέλος στις «γκρίζες ζώνες», αλλά και στη γνωστή θεώρηση της Τουρκίας ότι η οριοθέτηση στο Αιγαίο θα πρέπει να γίνει στη μέση γραμμή μεταξύ των δύο ηπειρωτικών ακτών . Σύμφωνα με την τουρκική θεωρία, την οποία προβάλλει τώρα στο Τουρκολυβικο Μνημόνιο, όλα τα ελληνικά νησιά που θα βρεθούν στη «λάθος πλευρά» της οριοθετικής γραμμής (δηλ. ανατολικά της υποτιθέμενης μέσης γραμμής) δεν θα έχουν παρά μόνο χωρικά ύδατα.
Στη διάρκεια των συνομιλιών αυτών, εντελώς λανθασμένα οι τότε ελληνικές κυβερνήσεις είχαν αποδεχθεί να συζητούν με την Τουρκία και την άσκηση του αποκλειστικού κυριαρχικού δικαιώματος της επέκτασης των χωρικών υδάτων έως τα 12 ν.μ.
Τώρα ο κ.Τσαβουσογλου και ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ, με αρκετές ευκαιρίες τις προηγούμενες εβδομάδες και μήνες, επαναφέρουν θέμα διαλόγου με την Ελλάδα.
Είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος που να αποδέχεται το τετελεσμένο του Τουρκολυβικού Μνημονίου (με το πρόσχημα ότι αφορά την Μεσόγειο και όχι το Αιγαίο),καθώς η όποια διαδικασία συνομιλιών θα πρέπει να αφορά όλο το μήκος των θαλασσίων συνόρων από τις εκβολές του Έβρου μέχρι και το Καστελόριζο. Και θα πρέπει να προβλέπει ρητά ως βάση συζήτησης τις αρχές του Δικαίου της Θαλάσσης και σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, τότε οι δύο πλευρές θα παραπέμψουν τη διαφορά στο Δ.Δ της Χάγης με συνυποσχετικό.
Σε ό,τι αφορά την Ελληνοϊταλική Συμφωνία έχει απαντηθεί δεόντως ότι η Συμφωνία στηρίχθηκε στην οριοθέτηση της παλιάς συμφωνίας για την υφαλοκρηπίδα (πριν την υιοθέτηση της Σύμβασης για το Δίκαιο της θάλασσας), δεν αναφέρεται σε «μειωμένη επήρεια νησιών», αλλά υπήρξαν συμφωνημένες διαρρυθμίσεις μεταξύ των δύο πλευρών για μειωμένη επήρεια σε Οθωνούς και Στροφαδια, με αποκατάσταση της απώλειας στο μεγαλύτερο βαθμό δυτικά της Κεφαλλονιάς. Όμως, όπως και στην νομολογία που συχνά επικαλείται η Τουρκία, ο κανόνας είναι ότι τα νησιά έχουν πλήρη επήρεια και η κάθε περίπτωση εξετάζεται ξεχωριστά και είναι διαφορετική η επήρεια που αναγνωρίζει στο κάθε νησί το Δικαστήριο. Όμως αυτή δεν είναι η περίπτωση με την Τουρκία, καθώς η Άγκυρα θεωρεί ότι κανενα νησί δεν έχει θαλάσσιες ζώνες, αλλά μόνο χωρικά ύδατα και αυτό το υποστηρίζει όχι μόνο για το Καστελοριζο ή τη Ρόδο αλλά και για την ίδια την Κρήτη.
Η Αθήνα οφείλει να διερευνήσει τις προθέσεις της άλλης πλευράς και να εξηγήσει τους όρους με τους οποίους μπορεί να υπάρξει διάλογος. Έτσι θα διαλυθεί και η είκονα την οποία θέλει να δημιουργήσει ο κ. Τσαβούσογλου διεθνώς και ενόψει αποφάσεων και στην Ε.Ε., ότι η Τουρκία είναι πρόθυμη για διάλογο και για την ένταση υπεύθυνη είναι η... «αδιάλλακτη» Ελλάδα.
Όμως χωρίς ψευδαισθήσεις και αυταπάτες για το ποιες πραγματικά είναι οι προθέσεις και οι επιδιώξεις της Τουρκίας. Και κυρίως χωρίς να διαπραγματευόμαστε μεταξύ μας δημοσίως τού τι να «δώσουμε», ποια κόκκινη γραμμή να βάλουμε, ποια κόκκινη γραμμή μπορούμε να «σπάσουμε», ώστε πριν καν τεθεί θέμα διαλόγου με την Τουρκία, να έχουμε προσφέρει στον κ. Τσαβουσογλου μια πρώτη μικρή επιτυχία...