Η νέα «διπλωματική μάχη» μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας για να πούμε την αλήθεια ήλθε από το… πουθενά! Το ΝΑΤΟ εντελώς ξαφνικά ανακοίνωσε την 6 Οκτωβρίου ότι απελαύνονται οκτώ συνολικά άτομα της Ρωσικής Αποστολής στο Αρχηγείο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, με το αιτιολογικό ότι δραστηριοποιούνταν σε …συλλογή πληροφοριών δηλαδή σε… κατασκοπεία.
Δώδεκα ημέρες μετά η Ρωσία αντέδρασε και μάλιστα αρκετά σκληρά. Ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας Σεργκέι Λαβρώφ κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου η οποία μάλιστα μεταδιδόταν ζωντανά σε όλη την Ρωσία ανακοίνωσε ότι αναστέλλει την λειτουργία της Αποστολής στο ΝΑΤΟ και ταυτόχρονα κλείνει μέχρι την 1 Νοεμβρίου το Γραφείο Συνδέσμου της Συμμαχίας καθώς επίσης και το Γραφείο Πληροφόρησης Κοινού που βρίσκονται στην Μόσχα. Με μία δόση ειρωνείας και χλευασμού, ο Λαβρώφ κάλεσε δια του Τύπου το ΝΑΤΟ, αν προκύψουν επείγοντα ζητήματα, να απευθυνθεί στην Ρωσική Πρεσβεία των Βρυξελλών η οποία όμως ευθύνεται για τις διμερείς σχέσεις Ρωσίας-Βελγίου.
Η ουσιαστική διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας μπορεί να θεωρηθεί μία νέα κρίση και εύλογα να μας ανησυχήσει; Χωρίς να σημαίνει ότι αυτή η εξέλιξη δεν είναι ακόμα ένα πλήγμα στις ήδη κακές σχέσεις με την Συμμαχία, ως ενιαίας οντότητας, με την Ρωσία αυτή η εξέλιξη θα ήταν ανησυχητική και θα αποτελούσε όντως μία νέα κρίση αν δεν είχε διακοπεί η οποιαδήποτε πολιτική συνεργασία το 2014 ως αποτέλεσμα της προσάρτησης της Κριμαίας και της συνεχιζόμενης αποσταθεροποιητικής ρωσικής εμπλοκής στην Ανατολική Ουκρανία. Το Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας το οποίο συνιστά το κύριο φόρουμ πολιτικού διαλόγου είχε συγκληθεί μετά το 2014 μόνον δύο φορές και η Ρωσία δεν είχε απαντήσει μέχρι σήμερα στην εδώ και 18 μήνες πρόσκληση του ΝΑΤΟ για να συνεδριάσει. Παράλληλα λόγω περιορισμένης πρόσβασης και των μέτρων ασφαλείας Αξιωματούχοι και των δύο πλευρών απέφευγαν οποιαδήποτε επαφή.
Με δύο λόγια θα λέγαμε ότι οι πολιτικό-διπλωματικές σχέσεις ΝΑΤΟ – Ρωσίας διακόπηκαν χωρίς όμως ουσιαστικά να… υπήρχαν. Άρα δεν μπορούμε να μιλάμε για νέα κρίση. Αυτό όμως που είναι σημαντικό είναι ότι η Ιδρυτική Πράξη του 1997 η οποία ρυθμίζει όλο το φάσμα των σχέσεων της Συμμαχίας με την Μόσχα εξακολουθεί να ισχύει ενώ η επικοινωνία σε στρατιωτικό επίπεδο υφίσταται και μπορούμε να πούμε ότι αποδίδει. Επισημαίνεται ότι ο Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής Ευρώπης (SACEUR) ο οποίος είναι ταυτόχρονα και ο Ανώτατος Διοικητής των Αμερικανικών Δυνάμεων στην Ευρώπη έχει άμεσο δίαυλο επικοινωνίας με τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου της Ρωσίας (CGS) και μάλιστα συναντώνται αυτοπροσώπως περιοδικά σε κάποια ουδέτερη τοποθεσία
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιος «έπιασε αδιάβαστο ποιόν» και δεν εκτιμήθηκαν οι επιπτώσεις και από τις δύο πλευρές. Όμως οι εντάσεις με το ΝΑΤΟ εξυπηρετούν την Ρωσία η οποία επιζητά αφ’ ενός μεν παγκόσμια προσοχή και αφ’ ετέρου εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία για να κάνει επίδειξη αποφασιστικότητας και δύναμης ενώ παρουσιάζεται στο εσωτερικό ως θριαμβευτής. Ακόμα και στα «καλά χρόνια» των σχέσεων ΝΑΤΟ-Μόσχας διαπίστωσα προσωπικά στην Μόσχα όπου βρισκόμουν για θέματα στρατιωτικής συνεργασίας και εκπαίδευσης, ότι η Βορειοατλαντική Συμμαχία εκλαμβανόταν εχθρικά ως το «εργαλείο» της Αμερικής για να περιορίσει την Ρωσία μετά από τις διευρύνσεις προς τα ανατολικά. Και αν οι Ρώσοι είχαν ένα δίκιο γιατί από την γνωστή δήλωση του πρώην Αμερικανού ΥΠΕΞ Μπέικερ ότι «το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί ούτε μία ίντσα ανατολικά», έφθασε αυτό να είναι ακριβώς 1 ίντσα δυτικά από τα Ρωσικά σύνορα, η αλήθεια είναι ότι μετά το 2008 όταν άρχισαν να αισθάνονται αρκούντως ισχυροί ακολούθησαν συγκρουσιακή πορεία.
Μετά τον πόλεμο με την Γεωργία τον Αύγουστο 2008 όπου απέδειξε «ποιος κάνει κουμάντο» στον Νότιο Καύκασο, η Μόσχα ακολουθεί όλο και πιο επιθετική πολιτική, με κατασκοπευτικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις αύξησης επιρροής, κυβερνοεπιθέσεις φθάνοντας στην σχεδόν αναίμακτη προσάρτηση της Κριμαίας και στην ανάμειξη της στην Ανατολική Ουκρανία. Η πρόσφατη σοβαρή κρίση του Μαρτίου-Απριλίου στις Ρωσο-ουκρανικές σχέσεις με την συγκέντρωση μεγάλων Ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή «ταρακούνησε» ΝΑΤΟ αλλά και την ΕΕ σε τέτοιο σημείο που τόσο ο κ. Στόλτενμπεργκ όσο και ο κ. Μπορέλ να χάνουν τα λόγια τους μπροστά στις κάμερες. Η κρίση βέβαια εκτονώθηκε με την τηλεφωνική επικοινωνία Μπάιντεν-Πούτιν και την μετά από δύο μήνες συνάντηση τους στην Γενεύη και εκτιμάται ότι από αυτήν βγήκε κερδισμένη η Μόσχα καθόσον αφ’ ενός μεν έστειλε στις ελληνικές καλένδες την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ (όπως και της γειτονικής της Γεωργίας) και απέτρεψε οριστικά οποιαδήποτε στρατιωτική ενέργεια του Κιέβου για στρατιωτική λύση στις αποσχισθείσες περιοχές του Ντόντσεκ και Λουγκάνσκ.
Θα επιμείνω ότι πέρα από τις εντάσεις και από την επίσημη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων του ΝΑΤΟ ως Πολιτικο-στρατιωτικής Συμμαχίας με την Ρωσία (γιατί τα κράτη-μέλη του ατομικά διατηρούν από πολύ καλές ως μέτριες και κακές σχέσεις) δεν εκτιμάται ως πιθανή μία στρατιωτική εμπλοκή με τις υφιστάμενες γεωπολιτικές συνθήκες. Για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς δεν το επιθυμεί και φυσικά γιατί η Ρωσία μπορεί να είναι αναθεωρητική αλλά όχι ανορθολογική δύναμη. Έχει πετύχει αυτά που θέλει και παγιώνει μία κατάσταση, απλά και μόνο με την απειλή χρήσεως στρατιωτικής ισχύος ενώ ουδέποτε θα αποτολμούσε ευθεία στρατιωτική επιχείρηση κατά μέλους του ΝΑΤΟ διακινδυνεύοντας να στρέψει όλη την Δύση εναντίον της. Η δε περίπτωση «ατυχήματος» παρά το ότι πολλές φορές βρίσκονται αεροσκάφη και πλοία και των δύο πολύ κοντά έχει σχεδόν μηδενιστεί από την ύπαρξη «μηχανισμών αποκλιμάκωσης» που παρεμπιπτόντως ενέπνευσαν τον ΓΓ/ΝΑΤΟ να ζητήσει από Ελλάδα και Τουρκία να κάνουν παρόμοιο και για τις ίδιες.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι επιδίωξη της Ρωσίας είναι μέσα από εντάσεις να κλονίζεται η συνοχή της Συμμαχίας, να δημιουργούνται διαφωνίες μεταξύ των μελών της ως πρώτο στάδιο αποδυνάμωσης της. Πολλά ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ (έθνη κατά την νατοϊκή ορολογία) δεν επιθυμούν εντάσεις με την Ρωσία ενώ οι Βαλτικές Χώρες και η Πολωνία έχουν άλλη προσέγγιση. Ακόμα και αν έχουμε οποιαδήποτε κάποια κλιμάκωση με στρατιωτική δράση στην Μαύρη Θάλασσα ή και οπουδήποτε αλλού υπάρχει η πολιτική βούληση να ελεγχθεί όπως έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν.
* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Γεωστρατηγικός Αναλυτής και Εκτελεστικός Διευθυντής στο «Παρατηρητήριο Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας»