Τα προαπαιτούμενα της Αθήνας για διάλογο με την Άγκυρα
Shutterstock
Shutterstock
Ελληνοτουρκικά

Τα προαπαιτούμενα της Αθήνας για διάλογο με την Άγκυρα

Η διάνοιξη ενός διαύλου επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι επιβεβλημένη, αλλά όχι υπό το καθεστώς προκλήσεων και όχι υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.

Το επόμενο βήμα στα ελληνοτουρκικά δεν πρόκειται να υπάρξει εάν δεν προηγηθεί μια διαρκής αποκλιμάκωση και η Άγκυρα δεν σταματήσει τις απειλές κατά της ελληνικής κυριαρχίας. Ούτε, επομένως, μια (δεύτερη) συνάντηση γνωριμίας, όπως αυτή της Παρασκευής μεταξύ της διπλωματικής συμβούλου του πρωθυπουργού, Άννας-Μαρίας Μπούρα και του στενότερου συνεργάτη του Ερντογάν, Ιμπράημ Καλίν, η οποία έγινε με την παρότρυνση Ουάσινγκτον και Βερολίνου, μπορεί να αλλάξει το κλίμα, πολύ περισσότερο το πνεύμα της τουρκικής πολιτικής.

Όταν η Άγκυρα εγκαλεί την Αθήνα για απροθυμία να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, αλλά είναι η ίδια που κάνει ό,τι μπορεί για να κλείσει την πόρτα - ξεδιπλώνοντας εν μέσω πολέμου στην Ουκρανία την αναθεωρητική της ατζέντα, στοχοποιώντας την Ελλάδα και καταφεύγοντας με κάθε ευκαιρία σε ακρότητες, όπως τα «θα έρθουμε μια νύχτα»- είναι προφανές ότι το πρόβλημα είναι δομικό, πέρα από τους όποιους εκλογικούς τακτικισμούς.

Επί δύο και πλέον μήνες, το τουρκικό καθεστώς ασχολείται κάθε ημέρα με την Ελλάδα και η χώρα έχει γίνει αναπόσπαστο τμήμα της προεκλογικής ατζέντας. Όταν ωστόσο η Άγκυρα στέλνει τελεσίγραφα πως αν δεν αποστρατικοποιηθούν τα νησιά, τότε εκείνη θα της επιτεθεί, είτε προληπτικά, είτε ως τμήμα της νόμιμης άμυνας, τότε η αναζήτηση «χρυσής τομής» για να εκκινήσει μια συζήτηση είναι αδύνατη.

Συναντήσεις όπως αυτή της Παρασκευής, ναι μεν μπορεί να αποκαθιστούν ένα στοιχειώδη δίαυλο επικοινωνίας, ωστόσο ο δρόμος για επανέναρξη μιας συζήτησης είναι μακρύς και οι προϋποθέσεις δεν συντρέχουν.

Τυχόν έναρξη συζήτησης μεταξύ των δύο μερών σε επίπεδο ενδεχομένως Μπούρα – Καλίν θα μπορούσε να είναι μόνο προκαταρκτική και να αφορά στη διαχείριση κρίσεων, δηλαδή πως η υφιστάμενη κατάσταση δεν θα εξελιχθεί σε κάτι χειρότερο. Το ερώτημα είναι αν υπάρχουν σήμερα τα προαπαιτούμενα ακόμη και για κάτι τέτοιο.

Η εκτίμηση μου είναι ότι τα δύο μέρη παρέστησαν στη συνάντηση της Παρασκευής περισσότερο για να μην χρεωθούν ότι αρνούνται να συνομιλήσουν παρά επειδή προσδοκούσαν κάτι ουσιαστικό. Η μεν ελληνική πλευρά αντιλαμβάνεται το μάταιο του πράγματος, η δε, τουρκική, δεν επιθυμεί να φανεί, έστω και μέσω συμβούλων, ότι ο Ερντογάν συνομιλεί με τον Μητσοτάκη. Ο Τούρκος πρόεδρος παραμένει προσώρας πιστός στη φράση «Μητσοτάκης γιοκ».

Εξάλλου, είναι οι ηγέτες που δίνουν τον τόνο, και την Κυριακή ο Ερντογάν, λίγες ώρες μετά τη γνωστοποίηση της συνάντησης Μπούρα-Καλίν, επανήλθε με νέα απειλητική δήλωση για τον πύραυλο Typhoon, λέγοντας «δεν θα έχει εμβέλεια 560 χλμ, όπως είχε δηλωθεί αρχικά, αλλά 1.000 χλμ και οι Έλληνες θα χοροπηδούν». Εστειλε επομένως με τον τρόπο του μήνυμα προς Αμερικανούς και Γερμανούς, προκειμένου να μην αφήσει καμία αμφιβολία ότι προτίθεται να αλλάξει στρατηγική και ότι είναι διατεθειμένος να αποκαταστήσει επαφή με την Αθήνα σε ανώτατο επίπεδο.

Το πιθανότερο είναι ότι τα σήματα για να αρχίσουμε να μιλάμε για αλλαγή κλίματος στα ελληνοτουρκικά θα αργήσουν να σταλούν. Οι πιθανότητες για επανεκκίνηση της συζήτησης μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας πριν τις εκλογές είναι μηδενικές. Εάν και εφόσον καταστεί δυνατό να καθίσουν τα δύο μέρη σε ένα τραπέζι, αυτό θα συμβεί μετά τις τουρκικές κάλπες, αλλά θα πρέπει να έχουν προηγηθεί συγκεκριμένα βήματα. Και για να έχει αυτό κάποιες μίνιμουμ πιθανότητες επιτυχίας, πρέπει η Αθήνα να έχει εκ των προτέρων απαιτήσει από την Άγκυρα να τηρήσει συγκεκριμένα προαπαιτούμενα, δηλαδή να εφαρμόσει έναν Οδικό Χάρτη, τον οποίο και θα πρέπει να γνωστοποιήσει στους εταίρους της.

Σε αυτόν η Ελλάδα πρέπει να περιγράφει αναλυτικά τα βήματα τα οποία η ίδια εκτιμά ότι πρέπει να γίνουν από τη Τουρκία, δηλαδή διακοπή προκλητικών δηλώσεων και απειλών, προκειμένου να υπάρξει αποκλιμάκωση. Ένας Οδικός Χάρτης θα δέσμευε τόσο την Ελλάδα και τη Τουρκία, όσο και τα άλλα μέρη (Βερολίνο, ΗΠΑ), τα οποία η Αθήνα θα φρόντιζε να κρατά ενήμερα ως προς το αν η Άγκυρα ικανοποίησε ή όχι το πλαίσιο και τις προϋποθέσεις μιας συνάντησης και κατά πόσο επομένως αυτή έχει λόγο να πραγματοποιηθεί ή όχι.

Το λάθος της Δύσης είναι ότι εξακολουθεί να μην έχει βρει ένα μείγμα αποτελεσματικής πολιτικής έναντι της Άγκυρας. Αντ' αυτού αναμένει από την Αθήνα τη λύση, κρατώντας ίσες αποστάσεις μεταξύ των δύο χωρών και συνεχίζοντας να ακολουθεί μια εντελώς αδιέξοδη στάση. Στη σκληρή πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών, οι όποιες συναντήσεις χρειάζονται συγκεκριμένη ατζέντα, μόνο έτσι προκύπτουν έστω και μικρά οφέλη πάνω στα οποία μπορεί να οικοδομηθεί το επόμενο βήμα.

Η ελαφρότητα ή/και αμηχανία με την οποία οι δυτικοί μας εταίροι αντιμετωπίζουν την Τουρκία σημαίνει ότι εμείς πρέπει να δώσουμε τις απαντήσεις. Η ακινησία εξαιτίας των ελαχίστων περιθωρίων που αφήνει ο τουρκικός επιθετικός αναθεωρητισμός δεν είναι επιλογή. Αντ’ αυτής, προετοιμαζόμαστε ήδη για την επόμενη μέρα (των εκλογών) με προτάσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν το καρότο που τα συμπληρώνει την πολιτική μαστίγιου.

Έχουν ωριμάσει εξάλλου οι συνθήκες για την υιοθέτηση πακέτου κυρώσεων από μεριάς Ε.Ε. αλλά υπάρχουν και δικές μας κινήσεις, όπως η κλιμακωτή επέκταση χωρικών υδάτων, που πρέπει να αρχίσουν να υλοποιούνται.

Η συμπερίληψη της Τουρκίας στις περιφερειακές διεργασίες μέσω αντίστοιχης διάσκεψης διέρχεται μέσα από την ουσιαστική και με διάρκεια εξομάλυνση με την Ελλάδα. Κατόπιν μάλιστα ενδεχόμενης διευθέτησης των ΑΟΖ με κανονικό και νόμιμο τρόπο, Τουρκία και Λιβύη θα προσκαλούνταν στο Forum φυσικού αερίου της περιοχής. Το πόσο εξωπραγματική φαντάζει σήμερα αυτή η προοπτική αποκαλύπτει την παθογένεια της σημερινής κατάστασης. 

*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας, αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1, παρουσιάζει την εκπομπή «Η Ελλάδα στον κόσμο (της)», η οποία προβάλλεται από την πλατφόρμα ΑΝΤ1+