Προχθές η κυρία Βίβιαν Ευθυμιοπούλου στο άρθρο της στο Liberal σχολίασε το τελευταίο κείμενο του κ. Γιάννη Βούλγαρη στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» στο οποίο επισημαινόταν η συγκρότηση μιας πλειοψηφίας που επιδιώκει να θεραπεύσει τις χρόνιες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Συμφωνώντας πλήρως και με το άρθρο του κ. Βούλγαρη και με τον σχολιασμό του από την κυρία Ευθυμιοπούλου, θα ήθελα να αναφερθώ στο πώς συγκροτήθηκε αυτή η πλειοψηφία.
Η τομή στην δεκαετία του 2010 ήταν αναμφίβολα το δημοψήφισμα του 2015. Εκεί αναμετρήθηκαν οι δυνάμεις του «μένουμε Ευρώπη» με τις δυνάμεις του αντιμνημονιακού αγώνα. Εκ πρώτης όψεως, φάνηκε πως ηττηθήκαμε. Γι΄ αυτό στενοχωρηθήκαμε και απογοητευτήκαμε από την ευρεία ήττα.
Όμως αν το δούμε σήμερα με ψυχρή ματιά, αυτό το 38,7% ήταν μια νίκη, αν αναλογιστούμε τις συνθήκες της αντιμνημονιακής υστερίας μέσα στις οποίες διεξήχθη το δημοψήφισμα.
Ένα συνονθύλευμα ριζοσπαστών αριστερών, ακροδεξιών, ορθόδοξων κομμουνιστών, «ψεκασμένων», αντισυστημικών και «αγανακτισμένων, όλοι αυτοί σχημάτισαν αυτήν την ετερόκλιτη πλειοψηφία του 61,3%, η οποία αποσυντέθηκε ευθύς ως ο Α. Τσίπρας έκανε την γνωστή κυβίστησή του. Και καλώς την έκανε.
Όμως το 38,7% παρέμενε εκεί, ενωμένο, σταθερό στις αρχές που υπερασπιζόταν, όχι εξ ανάγκης αλλά εκ της ιδεολογίας που ασπαζόταν όλοι αυτοί που το συγκρότησαν. Αυτό το 38,7% είχε ως βάση τα δύο κόμματα, την Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, καθώς και πλήθος πολιτών που δεν τα υποστήριζαν. Ενώ θα πρέπει να αναφέρω και εκείνα τα στελέχη της Δημοκρατικής Αριστεράς και της πάλαι ποτέ ανανεωτικής Αριστεράς που και αυτά συντάχθηκαν στον αγώνα του «μένουμε Ευρώπη». Κάποια από αυτά μάλιστα πρωταγωνίστησαν.
Μια πτυχή αυτού του 38,7% του ΝΑΙ, ήταν και η δημιουργία του αντι—ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Προέκυψε, δεν ήταν αναπόφευκτο να συμβεί. Προέκυψε εξαιτίας της αντιθεσμικής και λαϊκιστικής συμπεριφοράς της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λόγω του χυδαίου λόγου και της διχαστικής συμπεριφοράς των βασικών στελεχών των δύο κομμάτων και των ιδίων Τσίπρα και Καμμένου.
Η διακυβέρνηση αυτού του εθνολαϊκιστικού μορφώματος συνέβαλε ώστε ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας να συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα των μεγάλων τομών, των μεγάλων μεταρρυθμίσεων για να θεραπευθούν οι παθογένειες της πατρίδας μας και να φύγουμε μπροστά.
Έτσι η Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, έχει μετατραπεί σε μια δύναμη όχι συντηρητική, αλλά οπισθοδρομική. Επιδιώκει να γυρίσει το ρολόι πίσω, υπερασπιζόμενη ξεπερασμένες πολιτικές και τα συμφέροντα που εκπροσωπούν αυτές οι πολιτικές.
Στο εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου 2019 αποτυπώθηκε εμφατικά, όλο αυτό το ρεύμα που υπήρχε από το 2015 και εξακολουθεί να δρα μέσα στην κοινωνία αποτελώντας την στέρεη, πλειοψηφική βάση που υποστηρίζει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης και ασκεί κριτική για τις παρατηρούμενες καθυστερήσεις σε συγκεκριμένους τομείς του κυβερνητικού έργου.
Σήμερα, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως το 38,7% του ΝΑΙ υπήρξε η συμπαγής εκείνη δύναμη που αντιστάθηκε στις ακρότητες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και αποτέλεσε τον βασικό κορμό πάνω στον οποίον έκτισε την νίκη της η Νέα Δημοκρατία.