Της Στέλλας Μαντουλίδου*
Πριν λίγες μέρες δημοσιεύτηκαν στοιχεία για τις αποποιήσεις κληρονομιών στη χώρα μας οι οποίες έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ, καθώς πολλοί συμπολίτες μας αρνούνται να αναλάβουν τα βάρη που αυτές συνεπάγονται. Αυτή είναι μία όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι πολλοί πολίτες που δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως για μία χρεωμένη κληρονομιά, έμπλεξαν σε δικαστικές περιπέτειες με κίνδυνο ακόμα και της δικής τους περιουσίας.
Το ζήτημα αυτό έχει εξελιχθεί σε κοινωνική και οικονομική μάστιγα καθώς στερεί από τους πολίτες περιουσίες, από την οικονομία πόρους και από το κράτος αξιοποιήσιμες ιδιοκτησίες.
Ο Αστικός Κώδικας του 1946, ήταν μία και καινούργια αρχή στα πράγματα της Ελλάδας και αποτύπωνε ταυτόχρονα τις ανάγκες μιας χώρας για επιβίωση, κατεστραμμένη από έναν παγκόσμιο πόλεμο, με τα περισσότερα χωράφια στην ύπαιθρο ακαλλιέργητα και νωπό τον λιμό του 1940. Η οικονομική ανασυγκρότηση της μεταπολεμικής Ελλάδας αναγκαστικά θα περνούσε από την δοκιμασμένη συνεργατική μορφή της οικογενειακής αγροτικής οικονομίας.
Έτσι μεταξύ άλλων μέτρων αποφασίστηκε από τους νομικούς της εποχής, το δικαίωμα στην κληρονομιά να επιβάλλεται από τον νόμο, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη διαδικασία από τον κληρονόμο με σκοπό να συνεχίζεται απρόσκοπτα η οικονομική ζωή. Επίσης ορίστηκε ότι ακόμη και όταν κληρονόμος δεν κάνει καμιά πράξη μέσα σε ορισμένη προθεσμία από τον θάνατο, η κληρονομιά θεωρείται ότι σίγουρα ανήκει σε αυτόν.
Η ρύθμιση αυτή εξυπηρέτησε τις οικογένειες και την πολιτεία στο να προστατεύεται η ατομική ιδιοκτησία αυτού που αποβιώνει και να προτιμάται η οικογένεια στην απόκτηση της περιουσίας η οποία είχε συμβάλλει στην απόκτησή της μέσα από την εργασία των μελών της.
Σήμερα στην Ελλάδα της κρίσης έχει κλονιστεί η σχέση των Ελλήνων με τα ακίνητα γιατί αυτά συνδέθηκαν με φόρους και υποχρεώσεις που έρχονται και μέσα από τις χρεωμένες κληρονομιές. Η κλονισμένη αυτή σχέση σίγουρα δεν επιδρά θετικά στην οικονομία, η οποία κατά μεγάλο μέρος λειτουργεί σε υποσυνείδητο επίπεδο.
Στην κατεύθυνση αυτή, δεν βοηθά κανέναν, ούτε τους πολίτες ούτε το κράτος οι κληρονομιές να μην είναι συνέχιση της οικονομικής ζωής αλλά οι υποχρεώσεις τους να αποτελούν έναν ακόμη μηχανισμό οικονομικής καταστροφής που μπορεί να εισβάλλει απρόσκλητος στη ζωή τους.
Στο ζήτημα αυτό πρέπει να δοθεί λύση ώστε η ύπαρξη, η αξιοποίηση και η συνέχεια της ατομικής περιουσίας να αποτελέσει και πάλι μοχλό οικονομικής ανάπτυξης.
Η λύση στο πρόβλημα βρίσκεται στις εύχρηστες διαδικασίες που κρατούν συνδεμένους τους πολίτες με ένα σύστημα που είναι αποδεκτό από αυτούς, γιατί δεν τους εκθέτει απρόοπτα σε κληρονομημένα βάρη. Οι πολίτες πρέπει να ενημερώνονται έγκαιρα και υπεύθυνα για τους κινδύνους που συνεπάγονται οι χρεωμένες κληρονομιές και να έχουν την δυνατότητα απλά και εύκολα να προστατεύονται από αυτές.
Αν οι περιουσίες αυτές καταλήγουν τελικά στο δημόσιο – στην περίπτωση εκείνη που οι κοντινότεροι συγγενείς δεν τις θέλουν – αυτό να γίνεται γρήγορα και εύκολα ώστε να συνεχίζεται ομαλά η παραγωγική διαδικασία.
Το ευέλικτο και ασφαλές περιουσιακό σύστημα των ανεπτυγμένων χωρών, μέρος του οποίου είναι και οι κληρονομιές δίνει στην οικονομία την δυνατότητα να συνεχίζει την λειτουργία της και να δημιουργεί πλούτο. Η παρεμβολή του απροσδιόριστου χρονικού διαστήματος για το ξεκαθάρισμα του ποιος τελικά είναι ο κληρονόμος μετά από αλλεπάλληλες αποποιήσεις, στην ουσία βγάζει εκτός συναλλαγής πολλά ακίνητα. Γι αυτό οι πολίτες που θέλουν να δεχθούν και στην ουσία να ξεμπλέξουν μια χρεωμένη κληρονομιά, σωστό είναι να μην κινδυνεύουν με τις προσωπικές τους περιουσίες ούτε να αντιμετωπίζουν διαδικασίες που τους υποχρεώνουν σε αδιέξοδες απογραφές τη στιγμή και είναι γνωστά τα ακίνητα και η αξία τους.
Το κράτος στο δυτικό κόσμο βασίζεται στις σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πολίτες, στην αξιοπιστία όλων των συναλλαγών του με αυτούς και οφείλει να ενθαρρύνει και να διασφαλίζει τη δική τους απρόσκοπτη δράση. Σε αντίθεση με αυτό η κατακόρυφη αύξηση των αποποιήσεων κληρονομιάς στην Ελλάδα αποδεικνύει ότι ούτε λίγο ούτε πολύ ότι οι σχετικοί κανόνες έχασαν την αξία τους και έρχονται σε αντίθεση με τις προσδοκίες των ανθρώπων που κάποτε ήθελαν να ωφελήσουν. Είναι σωστό και ελπιδοφόρο οι άνθρωποι να αισθάνονται ότι συμμετέχουν στην οικονομική διαδικασία, ότι δεν αποποιούνται από φόβο τις δυνατότητες μιας κληρονομιάς, γιατί ο πλούτος δεν παράγεται εκ του μηδενός, ούτε από το κράτος, αλλά από τους πολλούς και απλούς ανθρώπους που αισθάνονται ότι τους σέβονται, που αγαπούν την δημιουργία και θέλουν την περιουσία τους ασφαλισμένη από κινδύνους.
* Η κα Στέλλα Μαντουλίδου είναι Συμβολαιογράφος Κατερίνης και πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας μέσω της διαδικασίας αξιολόγησης του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών.
Φωτογραφία: Shutterstock