Το κράτος δικαίου αποτελεί αφ' εαυτού θεμελιώδη αξία και αποτελεί προϋπόθεση, αφ' ενός της προστασίας όλων των λοιπών θεμελιωδών αξιών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αφ' ετέρου της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Πυρήνας του κράτους δικαίου είναι η αποτελεσματική δικαστική προστασία, η οποία απαιτεί την ανεξαρτησία, την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, όχι μόνο υπό την έννοια της διαδικασίας επίλυσης των διαφορών που άγονται στα δικαστήρια, αλλά και των όσων είτε προηγούνται είτε έπονται της επίλυσής τους.
Στο πλαίσιο αυτό, συχνά απασχολεί η σκιαγράφηση της σχέσης μεταξύ δικαίου/έννομης τάξης και οικονομίας, με την ειδικότερη μορφή της σχέσης δικαιοσύνης και επενδύσεων.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι δικαιοσύνη και επενδύσεις βρίσκονται κατά βάση σε σχέση ανταγωνιστική ή και εχθρική και ότι η διευκόλυνση των επενδύσεων λειτουργεί σε βάρος της δικαιοσύνης, χωρίς, βέβαια, να εξηγεί για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και χωρίς να αναφέρει σε ποια εμπειρικά δεδομένα βασίζεται.
Η άποψη αυτή, μέσα στην απολυτότητα του δογματισμού από τον οποίο εκπορεύεται, αφ' ενός παραβλέπει ότι η θέσπιση και λειτουργία των κανόνων δικαίου αναζητεί την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος στο πλαίσιο των υφιστάμενων κάθε φορά συνθηκών της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, αφ’ ετέρου εγείρει προβληματισμούς σχετικά με το γιατί η έννοια των επενδύσεων επελέγη ως ιδεολογικός αντίπαλος.
Στον αντίποδα βρίσκεται η άποψη όσων αντιλαμβάνονται ότι η διευκόλυνση των επενδύσεων, όχι μόνο δεν ισοδυναμεί με κατάργηση ή αποδυνάμωση των κανόνων που έχουν τεθεί για την προστασία του περιβάλλοντος, της εργασίας, της κοινωνικής ασφάλειας, πόσο μάλλον με μετατροπή της δικαιοσύνης σε εργαλείο εξυπηρέτησης επενδυτικών συμφερόντων, αλλά, αντιθέτως, ότι η δικαιοσύνη, ως αμερόληπτος και απροκατάληπτος τρίτος, δεν αποβάλλει αυτά τα χαρακτηριστικά υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.
Άλλωστε, δίκαιο και οικονομία, δηλαδή επενδύσεις, συνυπάρχουν και συμπορεύονται επί χιλιετίες.
Η σχέση δικαιοσύνης και επενδύσεων δεν χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα έντονη αλληλεξάρτηση, καθώς, σύμφωνα με μελέτες που έχουν δημοσιευθεί, ο τρόπος λειτουργίας της δικαιοσύνης σε μία χώρα είναι μόλις ένας από τους περίπου είκοσι με τριάντα παράγοντες που εξετάζονται πριν τη λήψη απόφασης για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης.
Μεγαλύτερη επήρεια φαίνεται να έχει η ύπαρξη ενός σαφούς κανονιστικού πλαισίου σχετικά με τους όρους πραγματοποίησης ενός επιχειρηματικού σχεδίου και η σταθερότητα του νομοθετικού πλαισίου ως προς την φορολογία και τους πολεοδομικούς κανόνες.
Και η δικαιοσύνη; Ποιος ο ρόλος της σε όλα αυτά;
Η απάντηση, όσο αυτονόητη και αν είναι για τους λειτουργούς της, προκύπτει και από τις μελέτες που προαναφέρθηκαν και ιδίως από τα στοιχεία που δείχνουν σε ποιες χώρες κατευθύνονται οι σοβαρές επενδύσεις και οι σοβαροί επενδυτές.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι οι σοβαρές επενδύσεις κατευθύνονται συχνότατα προς χώρες στις οποίες η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, αποτελεσματική και ταχεία.
Η αντιμετώπιση του προβλήματος μόνο με την αναγνώριση άμεσης προτεραιότητας σε κατηγορίες υποθέσεων έναντι όλων των λοιπών, όπως έχει γίνει στο παρελθόν με υποθέσεις εργατικού και οικογενειακού δικαίου, δεν οδηγεί στη λύση του.
Συνεπώς, το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι, εάν η χώρα επιθυμεί να προσελκύσει επενδύσεις, απαιτείται, όποιες θεσμικές παρεμβάσεις γίνουν, να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση, της ενίσχυσης της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και της αντιμετώπισης του προβλήματος των καθυστερήσεων στην εκδίκαση των υποθέσεων.
Ειδικά ως προς το δεύτερο ζήτημα, το οποίο είναι αυτό που επιδέχεται παρεμβάσεων, παραπέμπω στο άρθρο μου, που δημοσιεύθηκε στον ίδιο φιλόξενο ιστότοπο, στις 6-4-2021.
* Ο Δημήτριος Φούκας είναι Πρόεδρος Πρωτοδικών, μέλος ΔΣ της ΕνΔΕ