Ειδικού Συνεργάτη
Το περασμένο καλοκαίρι η σύλληψη του Άλεξ Σάαμπ, του αποκαλούμενου και «τραπεζίτη» του Νικολάς Μαδούρο στο Πράσινο Ακρωτήριο προκάλεσε «διεθνή» ανησυχία και πανικό. Των χωρών της περιοχής της Μεσογείου συμπεριλαμβανομένων. Οι γνώσεις του για τις διαδρομές του χρήματος που προέρχεται από το χρυσό, το πετρέλαιο αλλά και την ναρκοτρομοκρατία κρίνονται ως σημαντικές.
Η πληροφορία ότι η Δικαιοσύνη στο Πράσινο Ακρωτήρι αποφάσισε να μετατρέψει την κράτησή του στις φυλακές σε κατ' οίκον περιορισμό ήρθε λίγο μετά την αιφνιδιαστική ανακάλυψη λογαριασμών ύψους 10,1 δις ευρώ σε τράπεζες της Ελβετίας από τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές.
Και λίγες ημέρες μετά την απόφαση του υπουργείου Οικονομικών να επιβάλει κυρώσεις σε στενούς συνεργάτες του Άλεξ Σάαμπ, μεταξύ των οποίων και του προσώπου που φέρεται να έχει αναλάβει τη διαχείριση των εταιρειών του μέχρι πρότινος τραπεζίτη του Νικολάς Μαδούρο.
Ο Alessadro Bazzoni είναι το πρόσωπο που είχε αναλάβει τη συνέχιση των δραστηριοτήτων και μαζί με άλλους δύο συνεργάτες και δύο εταιρείες βρίσκονται πλέον στο μικροσκόπιο των αρμοδίων αρχών, ως οι οντότητες που αντιμετωπίζουν τις κυρώσεις που επιβάλει σε πρώτο στάδιο η αμερικανική κυβέρνηση.
Η σύμπτωση των δύο ενεργειών έρχεται να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που φέρουν τον Άλεξ Σάαμπ να έχει ανοίξει το στόμα και να δίνει στοιχεία αλλά με το σταγονόμετρο, αφού σύμφωνα με τις υπηρεσίες των ΗΠΑ που ασχολούνται με την υπόθεση, θα επιδιώξει μια συμφωνία όταν εκδοθεί στη Φλόριντα, δικαστήριο της οποίας έχει καταθέσει και το σχετικό αίτημα.
Στο Πράσινο Ακρωτήρι πάντως από τον Ιούνιο όταν και συνελήφθη ο Άλεξ Σάαμπ επικρατεί ένα κατασκοπευτικό θρίλερ με στελέχη μυστικών υπηρεσιών αντιπάλων στρατοπέδων να έχουν πιάσει θέσεις αναμένοντας τις εξελίξεις.
Ο Αλεξ Σάαμπ είναι ένα πρόσωπο αιχμής για τις αμερικανικές αρχές που ερευνούν επί 5 χρόνια τη διαδρομή του χρήματος από τη Βενεζουέλα σε χώρες όπως η Ρωσία, η Τουρκία, το Ιράν, ο Λίβανος, αλλά και η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα.
Άλλωστε το ταξίδι του το 2018 στη Μύκονο και από εκεί στην Αθήνα δεν έχει περάσει απαρατήρητο. Όπως και οι συχνές στάσεις που πραγματοποιούσαν κυβερνητικά αεροσκάφη της Βενεζουέλας στο αεροδρόμιο των Αθηνών την περίοδο 2015 – 2017.
Τα στοιχεία του Σάαμπ
Τα όσο γνωρίζει ο Άλεξ Σάαμπ θεωρούνται ιδιαιτέρως σημαντικά αν και δεν είναι αυτά που θα καθορίσουν τα επόμενα βήματα. Οι υπηρεσίες των ΗΠΑ που έχουν αναλάβει να συλλέξουν τις πληροφορίες που αφορούν στη διακίνηση του μαύρου χρήματος του Μαδούρο έχουν ήδη σχηματίσει τους σχετικούς φακέλους που αφορούν:
* Τη διακίνηση πετρελαίου
* Την πώληση χρυσού της Βενεζουέλας
* Την διακίνηση αρκετών τόνων κοκαΐνης προερχόμενης απο την Κολομβία και το λεγόμενο “Καρτέλ του Ήλιου”
* Το trafficking που εμφανίσθηκε την περίοδο της μεγάλης οικονομικής και επισιτιστικής κρίσης που προκάλεσε η πολιτική του Νικολάς Μαδούρο θιασώτη της διεθνούς απήχησης του μπολιβαρισμού και της διείσδυσης ειδικά στην Ευρώπη του “Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα”
Σε ότι αφορά τη λεκάνη της Μεσογείου τα στοιχεία είναι δεδομένα. Από το Ιράν και το Λίβανο μέχρι την Ισπανία την Ιταλία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Με μια κεντρική διαχείριση όμως που δείχνει να προέρχεται από την πρωτεύουσα της Ρωσίας, τη Μόσχα.
Σε αυτά υπάρχουν καταγεγραμμένοι οι λεγόμενοι “Παρατηρητές”, αυτοί δηλαδή που είχαν το ρόλο της διευκόλυνσης στη λειτουργία των εταιρειών- κέλυφος αλλά και στις μετακινήσεις των εμπλεκομένων σε μια υπόθεση που αγγίζει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια.
Ανησυχία σε διάφορες χώρες
Η ανησυχία για το τι πληροφορίες θα εμφανιστούν μετά τη σύλληψη του Σάαμπ ήταν από΄την πρώτη στιγμή έντονη. Ειδικά σε “πολιτικές οντότητες” που στήριξαν από την πρώτη στιγμή και με δημόσιες τοποθετήσεις το αίτημα του τσαβισμού για διεθνοποίηση της μπολιβοριανής επανάστασης, πάντα με το αζημίωτο.
Πλέον η ανησυχία αυτή καθίσταται μεγαλύτερη, παρ' ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που ευελπιστούν πως το όλο εγχείρημα θα σταματήσει στη συνήθη πρακτική των ΗΠΑ δηλαδή την είσπραξη χρημάτων ως αποζημίωση για βλάβη που έχει υποστεί η χώρα, είτε κοινωνική είτε οικονομική, από τη δράση ανάλογων κυκλωμάτων.
Άλλωστε η εξ αρχής εμπλοκή του IRS και του FBI είχε αυτήν ακριβώς τη στόχευση.
Μόνο που πλέον τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Τέσσερις διαφορετικές υπηρεσίες μεταξύ των οποίων και αυτή που έχει τη δυνατότητα να επιχειρεί εκτός ορίων ΗΠΑ χωρίς να εμπλέκονται οι αρμόδιες επιτροπές ελέγχου έχουν δραστηριοποιηθεί.
Την ίδια στιγμή και πολιτικά η Αμερική δείχνει πλέον απεγκλωβισμένη από την αλλοπρόσαλλη αλλα κυρίως προστατευτική ως προς τα προσωπικά του επιχειρηματικά και άλλα δρώμενα, πολιτική του Ντόναλντ Τράμπ, ο οποίος την ώρα που επικήρυττε τον Νικολάς Μαδούρο με 15 εκατομμύρια δολάρια, δηλώνε και διατεθειμένος να συζητήσει μαζί του.
Και την ώρα που κατήγγειλε τον βασικό του εταίρο, τον Ταγίπ Ερντογάν για τις σχέσεις με τη Ρωσία, δήλωνε φίλος του και έθετε βέτο στο νομοσχέδιο που επέβαλε κυρώσεις. Βέτο που τελικά δεν κατέστη εφικτό να επιβληθεί μετά τις αντιδράσεις των δημοκρατικών αλλά και των ρεπουμπλικανών βουλευτών.
Το νομοσχέδιο για την άμυνα και της εταιρικής διαφάνειας
Και είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση, του νομοσχεδίου για την άμυνα που έγινε τελικά νόμος -παρά το βέτο Τράμπ- το οποίο οι εμπλεκόμενοι με την υπόθεση Μαδούρο δείχνουν ως το στοιχείο συνέχισης της υπόθεσης.
Και αυτό διότι ο νόμος πλέον των ΗΠΑ δεν περιλαμβάνει απλά τις δαπάνες για την άμυνα. Ούτε και τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας στις οποίες επικεντρώθηκαν τα ελληνικά αλλά και άλλα μέσα ενημέρωσης.
Το βασικό στοιχείο αυτού του νόμου αφορά στη διαφθορά και στο μαύρο χρήμα, επιβάλλοντας την εταιρική διαφάνεια σε μια προσπάθεια να χτυπήσει το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων.
Ουσιαστικά οι ΗΠΑ ξεκίνησαν εκ των έσω την αντιμετώπιση του φαινομένου, δεδομένου ότι πολλές εταιρείες στη χώρα με έδρα το Ντελαγουέρ, το Ουαιομινγκ και αλλού, αποτελούν εταιρείες- κέλυφος για εγκληματικές δραστηριότητες.
Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν πρόσωπα με γνώση των εξελίξεων, όταν οι ΗΠΑ λαμβάνουν τέτοιες αποφάσεις για το εσωτερικό, τότε στο εξωτερικό οι εξελίξεις θα έχουν ακόμη αυστηρότερο μανδύα. Και ως γνωστόν σε τέτοιους είδους ελέγχους, οι αμερικανικές αρχές αδιαφορούν για τις ιδιότητες των εμπλεκομένων προσώπων τρίτων χωρών.