Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Αρχαϊκές ανθρωποθυσίες γίνονταν μπροστά στο άγαλμα της Αρτέμιδας. Στην Αθήνα. Γράφει ο Ευριπίδης: «Όταν γιορτάζουν -την Ταυροπόλα Αρτέμιδα- ο ιερέας με ένα σπαθί αγγίζει το λαιμό ανδρός και αναβρύζει αίμα». (Ιφιγένεια εν Ταύροις, στ. 1456-1461).
Στη Σπάρτη, στο βωμό της Ορθίας Αρτέμιδος, μαστιγώνονταν έφηβοι με συνέπεια φρικαλέα αιματοχυσία. Γράφει ο Παυσανίας: «Η Ορθία τής Σπάρτης είναι το ξόανο τής χώρας των βαρβάρων... Τούς ήρθε ύστερα ένας χρησμός να βρέχουν τον βωμό με ανθρώπινο αίμα κι άρχισαν να θυσιάζουν κάποιον με κλήρο, ώσπου ο Λυκούργος, το αντικατέστησε με μαστιγώσεις των εφήβων μέχρι θανάτου και γέμιζε μ'' αυτές ο βωμός με ανθρώπινο αίμα». (Ελλάδος Περιήγησις, Γ΄16, 9-10). Στη μυθολογία αναφέρεται, ότι πριν από τις μάχες γίνονταν θυσίες παρθένων, συνήθως με τη θέλησή τους...
Το ότι ο όρος «λαός», αντί του όρου «πολίτες», επικρατεί ως πολιτική νόρμα, σε μία σύγχρονη, υποτίθεται, δημοκρατία είναι και το μεγάλο πρόβλημα της εξέλιξής του. Γιατί αν αντιμετωπίζαμε τον «λαό» μόνο ως πολιτιστικό μέγεθος και ως φορέα παράδοσης θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε τις ευθύνες και την αισθητική του. Αυτό που όμως, συμβαίνει είναι η πελατειακή προστασία που του παρέχει η εξουσία για να παραμένει ανεξέλεγκτος και εκτός ορίων.
Στην Καλαμάτα δολοφονήθηκε ένας ανυποψίαστος άνθρωπος από «πασχαλινές» σαΐτες. Στην Θήβα ένα μικρό κοριτσάκι, δέχθηκε σφαίρα στο κεφάλι. Ο δήμαρχος της Καλαμάτας – αδιαφορώ για το όνομα και το πολιτικό του προφίλ- δηλώνει ότι «ο σαϊτοπόλεμος είναι στο DNA των Μεσσήνιων»! Όπως ακριβώς είναι στο DNA των κατοίκων του Τουρμπάτ στο Νοτιοδυτικό Πακιστάν να λιθοβολούν τις γυναίκες, όταν προσβάλουν την τιμή του άνδρα τους…
Ας είμαστε ειλικρινείς. Κάθε περίοδο εορτών – και μάλιστα χριστιανικών- υπομένουμε ένα επιθετικό κύμα κιτς και απύθμενου λαϊκισμού. Στις τηλεοράσεις, στους δρόμους, στις πόλεις και στην επαρχία. Από τις δηλώσεις της κυρίας Ασπασίας στη λαική, τις χιλιάδες εικόνες σουβλισμένων αρνιών στις κιτσάτες πιλοτές, μέχρι τον πόλεμο της βαρβαρότητας με τις σαίτες και τα βαρελότα.
Υπομένουμε όμως. Γιατί δικαιολογούμε τον «διονυσιακό» χαρακτήρα των εθίμων. Και ταυτιζόμαστε, πολλές φορές, με το σπάσιμο των ορίων, μολονότι συνειδητοποιούμε την αντιαισθητική μας συμμετοχή σε διάφορα δρώμενα.
Όταν όμως σκοτώνονται άνθρωποι, το πράγμα αλλάζει. Όταν πολιτεία, τοπική αυτοδιοίκηση και αστυνομία επιτρέπουν σε «ερασιτέχνες δολοφόνους» να πυροβολούν αυθαίρετα και να σημαδεύουν με σαίτες «αντίπαλα στρατόπεδα» τίποτα δεν δικαιολογεί την διαιώνιση των εθίμων.
Σε μία κοινωνία που έχει εθιστεί στο κιτς και στην υπερβολή, επιτρέπονται πάρα πολλά. Τα σκυλάδικα, το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους, το παρκάρισμα στα πεζοδρόμια, ο εθνικολαϊκισμός, η αριστερά της ρεμούλας, η χυδαιότητα, η trash tv και πολλά άλλα καθημερινά βιώματα που καθορίζουν την «ελευθερία» μας.
Στο όνομα όμως, του «Διόνυσου» και της ασύμμετρης βαναυσότητας δεν μπορεί να επιτραπεί η νομιμοποίηση του θανάτου. Γιατί πέρασαν αιώνες μέχρι να φτάσουμε στην εδραίωση της αστικής δημοκρατίας και στον πολιτισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πέρασαν χιλιάδες χρόνια από την εποχή της Ταυροπόλας Αρτέμιδας και τουλάχιστον ένας αιώνας από τότε που οι Ινδοί έθαβαν στον ίδιο τάφο – σύμφωνα με το έθιμο- ζωντανές τις γυναίκες του νεκρού φεουδάρχη.
Ο τρόπος και η αισθητική που ένας λαός αναβιώνει τα έθιμα και τις παραδόσεις του φανερώνει και το επίπεδο του πολιτισμού του. Επίπεδο που αν διαθέτει στοιχειώδη αξιοπρέπεια, δεν το εκχωρεί στην εκπροσώπηση ανεύθυνων και κομπλεξικών «δολοφόνων»…