Οι εκατοντάδες μέρες της πανδημίας με τις καθημερινές αναγγελίες δεκάδων θανάτων - υπό τη μορφή ενός καταγραφικού δελτίου – απονεύρωσαν το οδυνηρό συναίσθημα της προσωπικής απώλειας για τους περισσότερους.
Χθες έφυγαν από τη ζωή και από τις ζωές των αγαπημένων τους 104 άνθρωποι που νόσησαν από τον κορονοϊό και δεν τα κατάφεραν.
Μια «θάλασσα» θανάτων που μέσα της πνίγονται στον πόνο οικογένειες, φίλοι, συνεργάτες, συντοπίτες.
Ακούς το νούμερο αναφωνείς ένα «τρομερό» και πας παρακάτω.
Η μικροδιαχείριση της καθημερινότητας, τα μικρά και μεγάλα σχέδια, τα μικρά και μεγάλα όνειρα δεν σε αφήνουν να συντριβείς από το βάρος των δεκάδων ανθρώπων που χάνονται.
Και έρχεται εκείνος, ο ένας ο θάνατος που γίνεται μια ξέρα που κοπανάς πάνω του με ορμή.
Και σου προσφέρει την συντριβή της αιφνίδιας απώλειας.
Κι ο θάνατος αποκτά υπόσταση.
Αποκτά πρόσωπο. Φωνή. Κίνηση.
Και γίνεται αυτός ο ένας θάνατος.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης που πέθανε χθες το πρωί ήταν ο «μοναδικός» διπλανός μου στην «μυστική γιάφκα των Φιλελευθερίστας».
Έτσι βάφτισε το γραφείο της Πανεπιστημίου 56 στο τελευταίο του πολιτικό κόμικ με τίτλο «Πολύ φιλελεύθεροι για να πεθάνουν» με το οποίο έριξε δημοσιογραφικά, την αυλαία της αγαπημένης μας εφημερίδας. Τον αποκαλούσα «σκαντζοχοιράκο» γιατί ως κανονικός αστός δεν άντεχε τις «οικειότητες» των ξένων με αποκαλούσε γελώντας «Ντούτσε» από μια ατυχή πόζα έξω από τα δικαστήρια της Ευελπίδων.
Ο Νίκος ήταν υπέροχα χαρισματικός αλλά δεν τον αγαπούσα γι’ αυτό.
Μας ένωσε το απαράγραπτο μίσος για τα περιστέρια και το χρου χρου τους! Κουβαλούσε στο γραφείο φωτογραφίες από διαφημιστικά στις κολώνες με «εξολοθρευτές περιστεριών» και σκαρώναμε στη διαδρομή από την εφημερίδα στο Μετρό που τον άφηνα, ραδιοφωνικές εκπομπές μόνο για εχθρούς των περιστεριών…
Τα περιστέρια λοιπόν θα κουβαλάνε στο εξής τον Νίκο και το χρου χρου τους θα είναι το συνθηματικό μιας άλλης μεταξύ μας επικοινωνίας…
Αντίο αγαπημένε μου φίλε Νίκο…