Ο κύκλος παροχής επιδομάτων στήριξης, που άνοιξε με την πανδημία και συνεχίζεται με την οριζόντια κάλυψη των λογαριασμών ρεύματος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, προκαλεί δυο αντικρουόμενους φόβους οι οποίοι όμως εδράζονται στην ίδια βάση.
Τη βάση αποτελεί η παραδοχή ότι η Ελλάδα αδυνατεί διαχρονικά, για μια σειρά από λόγους, να καταγράψει με αξιόπιστο τρόπο τον ευάλωτο πληθυσμό της, ώστε οι πόροι που κατευθύνονται για την στήριξη τους να επιφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Μείωση της φτώχειας και των ανισοτήτων.
Πράγματι, μπορεί οι κοινωνικές μεταβιβάσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ στη χώρα, να είναι υψηλές, ωστόσο, είναι προφανές πως οι ανισορροπίες του συστήματος στρεβλώνουν εντελώς την τελική απόδοσή τους.
Στηρίζουμε όσους έχουν πραγματική ανάγκη, ή τελικά στηρίζονται και εκείνοι που καταφέρνουν να περνάνε εισοδήματα και πλούτο κάτω από το ραντάρ;
Στα καφενεία της ελληνικής περιφέρειας, όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, δεν μπορεί να κρυφτεί το αληθινό «έχειν» και στο ίδιο καρέ της πρέφας βλέπεις τους πραγματικούς δικαιούχους και τους πλασματικούς δικαιούχους. Οικογενειάρχες που δεν έχουν πόρους να ανταπεξέλθουν στα στοιχειώδη και δικαιούνται της κρατικής συνδρομής και των επιδομάτων, αλλά και οικογενειάρχες με άδηλα και αδήλωτα εισοδήματα που όχι μόνο δεν αρνούνται να εισπράξουν διαφόρων ειδών, αλλά τα διεκδικούν ως δικαίωμα τους.
Χωρίς όμως να διαθέτουμε την κρησάρα που θα διαχωρίζει με ακριβοδίκαιο τρόπο, τους μη έχοντες από τους έχοντες και κατέχοντες, κοινωνικό δίχτυ για τους αδύναμους δεν φτιάχνεται.
Και ούτε η φορολογική δήλωση, ούτε αναγκαστικά το Ε9, είναι η κρησάρα που θα μας επιτρέψει να διακρίνουμε τις οικονομικές δυνατότητες σε μια χώρα που καμιά 300ριά άνθρωποι δηλώνουν εισόδημα πάνω από 500.00 ευρώ το χρόνο.
Το 55 % των ελεύθερων επαγγελματιών ( στοιχεία της ΑΑΔΕ για τις φορολογικές δηλώσεις του 2020) δηλώνει στην Εφορία εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ, και το 23,5% κάτω από 1.000 ευρώ.
Απαντες της κατηγορίας αυτής, γίνονται δικαιούχοι κάθε επιδόματος μόνιμου ή έκτακτου εφόσον προϋποθέτει μόνον εισόδημα. Πόροι που πρέπει να κατευθυνθούν σε νοικοκυριά και πρόσωπα σε ανάγκη, κατευθύνονται μαζικά στις τσέπες όσων δηλώνουν ότι τελούν σε ανάγκη.
Δεν είναι λοιπόν εκτός τόπου, ούτε υπονομεύει τα αισιόδοξα σήματα που στέλνει η οικονομία κινούμενη μέσα στη μαύρη θύελλα, η ανησυχία ότι θα πληρωθεί ακριβά η προκρούστεια λογική στην επιδοματική πολιτική και στην παροχή ενισχύσεων. Είναι ένας φόβος υπαρκτός, δικαιολογείται και αιτιολογείται επαρκώς. Από την άλλη όμως είναι τέτοιο το μέγεθος της θύελλας που πλήττονται άπαντες. Ποιον εξαιρείς και με ποιο ακριβοδίκαιο τρόπο;
Η μεγαλύτερη στρέβλωση μας είναι η συνολική αντίληψη ότι το κοινωνικό κράτος χρηματοδοτείται από κάποιο «λεφτόδεντρο» και όχι από τους φόρους Δεν είναι τυχαίο ότι σε πρόσφατη έρευνα της Eteron ( του Γαβριήλ Σακελλαρίδη) μόλις το 15,4% - ούτε οι δηλωμένοι αριστεροί – επιθυμεί αύξηση της φορολογίας προκειμένου να βελτιωθούν δημόσιες υπηρεσίες, κοινωνικό κράτος και να μειωθούν οι ανισότητες. Αλλά επίσης από κανένα προεκλογικό μπαλκόνι δεν ακούστηκε ποτέ «δηλώστε και πληρώστε τους φόρους για να στηρίξουμε τους αδύναμους».
Ισως επειδή εκ προοιμίου είναι γνωστή η απάντηση.