Του Κωνσταντίνου Βέργου
Ένα από τα όπλα που έχει μια κυβέρνηση να ρυθμίσει, μέσω της Κεντρικής Τράπεζας, την αναπτυξιακή πορεία μιας οικονομίας είναι τα επιτόκια.
Όταν η οικονομία πάει άσχημα, η κυβέρνηση οποιουδήποτε κράτους που διαθέτει δικό του νόμισμα μειώνει, με απόφαση της Κεντρικής του Τράπεζας, τα επιτόκια κατά 0,25%, 0,5% ή και 1%, ώστε να μειωθεί το κόστος χρήματος για τις επιχειρήσεις και να διοχετευτούν περισσότερα χρήματα από τα «μπαούλα» και τις «καταθέσεις» σε τράπεζες προς την πραγματική οικονομία. Οι επενδύσεις που ακολουθούν αυτήν τη μείωση είναι συνήθως ορατές σε μήνες, και τα αποτελέσματα τους οδηγούν σε ταχεία ανάκαμψη των εταιρικών κερδών. Οι αξιολογήσεις, επίσης, των εταιρειών βελτιώνονται σημαντικά, καθώς μειώνονται τα επιτόκια προεξόφλησης στον ορατό επενδυτικό ορίζοντα, αλλά και αυξάνονται, την ίδια στιγμή, τα εταιρικά κέρδη. Το ενδιαφέρον για τις χρηματιστηριακές αξίες ανακάμπτει. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι οι χρηματιστηριακές αξίες ανακάμπτουν από τα κατώτερα επίπεδα, αφού πραγματοποιηθούν σημαντικές μειώσεις επιτοκίων, ακόμη και αν οι εταιρείες δεν έχουν δείξει ακόμη ανάκαμψη κερδών. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η μείωση των επιτοκίων κατά 1% (100 μονάδες βάσης) θα μπορούσε μεσοσταθμικά να οδηγήσει σε άνοδο των χρηματιστηριακών αξιών κατά 7%-15%, ανάλογα την αγορά και την περίοδο.
Όταν η οικονομία πάει πολύ καλά, τότε το «τέρας» του πληθωρισμού εμφανίζεται. Στις ΗΠΑ, ο φόβος του πληθωρισμού αρχίζει πλέον να γίνεται ορατός. Επομένως μια άνοδος επιτοκίων από τα παρόντα, εξαιρετικά χαμηλά, επίπεδα θεωρείται, αργά η γρήγορα, επιβεβλημένη. Αυτή η αύξηση, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που παρέχονται από αναλυτές και brokers, αναμένεται να γίνει στο επόμενο τρίμηνο και περαιτέρω αυξήσεις στον επόμενο χρόνο.
Η μόνη διαφορά ανάμεσα στην αύξηση επιτοκίων από την πλευρά των ΗΠΑ και οποιασδήποτε άλλης χώρας είναι το ειδικό βάρος που έχει η αμερικάνικη οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο. Χωρίς αμφιβολία, οι ΗΠΑ είναι η σημαντικότερη οικονομία του πλανήτη. Αύξηση επιτοκίων στις ΗΠΑ κατά 0,25% θα οδηγήσει σε αυξήσεις επιτοκίων κατά 0,5%, 1% ή και 2% σε άλλες χώρες, καθώς υπάρχει αλληλοσυσχέτιση οικονομιών αλλά και νομισμάτων. Ταυτόχρονα, αναμένονται σημαντικές νομισματικές αναταράξεις, με περισσότερο κόσμο να στρέφεται στις ΗΠΑ για τις επενδύσεις, και με απότομη απώλεια ισοτιμιών ασθενών νομισμάτων, χωρών όπως της Τουρκίας, ή λατινοαμερικανικών ή ασιατικών κρατών. Αυτό με τη σειρά του αναμένεται να φέρει, πιο σύντομα από ότι φανταζόμαστε, πτώση των χρηματιστηριακών αξιών σε περιφερειακές αγορές. Γι'' αυτό, παρότι αναγκαία, η αύξηση επιτοκίων στις ΗΠΑ ουσιαστικά σηματοδοτεί τη λήξη της ολιγοετούς εποχής ευημερίας όπως την γνώρισαν οι ανεπτυγμένες χώρες μετά το 2011 που η κρίση του 2007 υποχώρησε, και ενδεχομένως να αποτελέσει το έναυσμα, σε 3-6 μήνες, μιας νέας κρίσης στις χρηματιστηριακές αγορές αρχικά και στη συνέχεια στην παγκόσμια Οικονομία.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.