Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού κατέστη σαφές σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη ότι ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας είναι ένα αποτυχημένο οικονομικό σύστημα που μοιραία οδηγεί και σε δραματική μείωση των ατομικών ελευθεριών. Αυτό το γνωρίζουμε διότι συνέβη όπου και όποτε δοκιμάστηκε το συγκεκριμένο σύστημα.
Όταν κάποιος αριστερός τεθεί ενώπιον αυτής της αδιαμφισβήτητης διαπίστωσης, η αυθόρμητη αντίδραση είναι συνήθως η άρνηση: το σύστημα δε δοκιμάστηκε ποτέ σωστά, όπως απαιτούσαν οι «ιερές» γραφές της κόκκινης ιδεολογίας. Φυσικά, αυτό το επιχείρημα δεν πείθει κανέναν πέραν όσων θέλουν απελπισμένα να πειστούν, και έτσι μετά από λίγη συζήτηση καταλήγουμε συνήθως στον αντιπερισπασμό: «Δείξε μου εσύ μια χώρα όπου ο φιλελευθερισμός πέτυχε» μας λένε αρκετά συχνά οι αριστεροί μας φίλοι.
Το ερώτημα αυτό είναι φαινομενικά δύσκολο. Κάνει εμάς τους φιλελεύθερους να αναρωτιόμαστε μήπως είμαστε σαν τους κομμουνιστές, γραπωμένοι σε μια ουτοπία και αποφασισμένοι να ερμηνεύουμε την πραγματικότητα υποπίπτοντας στην προκατάληψη της επιβεβαίωσης. Ευτυχώς όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ο λόγος που συχνά δυσκολευόμαστε να βρούμε μία χώρα υπόδειγμα του φιλελευθερισμού είναι διττός.
Από τη μία πλευρά, ο φιλελευθερισμός δεν είναι ένα κλειστό σύστημα που βασίζεται σε μία συγκεκριμένη ορθοδοξία. Κοινός παρονομαστής των διάφορων φιλελεύθερων σχολών σκέψης που έχουν αναπτυχθεί τους τελευταίους αιώνες αλλά και των σημαντικών τους διανοητών είναι το πρόταγμα της ατομικής ελευθερίας ως η ύπατη πολιτική επιδίωξη. Από εκεί και πέρα αρχίζουν οι διαφωνίες οι οποίες άλλοτε προκύπτουν από τις διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις και άλλοτε από διαφορετικές φιλοσοφικές αφετηρίες.
Από την άλλη πλευρά, η ατομική ελευθερία ως πολιτικό αγαθό υπάρχει σε διάφορες βαθμίδες ανάλογα με την ιστορική, κοινωνική, και πολιτική συγκυρία της κάθε εποχής και χώρας. Λειτουργεί δηλαδή σαν ένα φάσμα, όπου στο ένα άκρο οι φιλελεύθεροι τοποθετούν τη μέγιστη οικονομική και πολιτική ελευθερία και στο άλλο την ελάχιστη. Κοινώς, η επιρροή των φιλελεύθερων πολιτικών σε μία κοινωνία δεν μπορεί να εξεταστεί υπό το πρίσμα της καθολικής επικράτησής ή απουσίας τους, αλλά από το πόσο κοντά ή μακριά κινείται μία χώρα στο φάσμα της ατομικής ελευθερίας.
Σαν να μη φτάνουν αυτά τα δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φιλελευθερισμού, υπάρχει και ένας ακόμα λόγος που συχνά οι φιλελεύθεροι κομπιάζουν αρχικά στο να υποδείξουν μία φιλελεύθερη χώρα. Στις περισσότερες σύγχρονες δυτικές ή ανεπτυγμένες κοινωνίες τα φιλελεύθερα κόμματα είναι ή ανύπαρκτα ή μειοψηφικά, επομένως όταν σκεφτόμαστε τις χώρες αυτές σπεύδουμε να ταυτίσουμε τις εκάστοτε ιδεολογικές ταυτότητες των κυβερνήσεών τους με το σύστημα των χωρών που εξετάζουμε.
Αν όμως εξετάσουμε τη συντριπτική πλειοψηφία των ανεπτυγμένων χωρών που προσφέρουν στους πολίτες τους τη δυνατότητα να ζήσουν με μεγάλη οικονομική και πολιτική ελευθερία, υψηλό βιοτικό επίπεδο και θεσμικά θωρακισμένα ατομικά δικαιώματα, θα διαπιστώσουμε αμέσως ότι ανεξάρτητα από την κομματική ταυτότητα των κυβερνήσεών τους, οι χώρες αυτές βρίσκονται στη φιλελεύθερη πλευρά του φάσματος.
Καμία πλούσια χώρα στον πλανήτη δεν είναι εχθρική προς τον καπιταλισμό και την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, ασχέτως αν ο βαθμός της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία ποικίλλει. Σχεδόν όλες οι ανεπτυγμένες χώρες εφαρμόζουν τη διάκριση των εξουσιών, προστατεύουν τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα με συντάγματα και νόμους, και μετέχουν στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία επιτρέποντας σε μεγάλο βαθμό την ελεύθερη ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι σαφές ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία συνδυασμένη με τη μεικτή οικονομία και το ελεύθερο εμπόριο είναι ο χρυσός κανόνας για οποιαδήποτε χώρα επιδιώκει την προκοπή.
Υπό αυτό πρίσμα, η δυσκολία των φιλελευθέρων να υποδείξουν ένα ξεκάθαρο παράδειγμα επιτυχίας των ιδεών τους δεν πηγάζει από την ανυπαρξία τέτοιων παραδειγμάτων, αλλά από την πληθώρα τους. Είναι με αλλά λόγια ένας ευχάριστος μπελάς.