Του Δημήτρη Δημητράκου
Σε πρόσφατο tweet της η κυρία Ρένα Δούρου εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η τομή Δεξιάς - Αριστεράς δεν είναι ούτε άχρηστη, ούτε ξεπερασμένη και ότι η πίστη στην ισχύ αυτής της τομής καθοδηγεί σαν «πυξίδα» τη σύγχρονη Αριστερά.
Το ότι το δίπολο «Δεξιά - Αριστερά» τροφοδοτεί τις πεποιθήσεις όσων ανήκουν στην ιδεολογική κοινότητα που αυτοπροσδιορίζεται ως «Αριστερά» είναι βέβαιο. Η ονομασία αυτή είναι απόλυτα αποδεκτή, όπως και κάθε αυτοπροσδιοριστική ονομασία. Ισχύει, επομένως, η διαίρεση αυτή, με τον ίδιο τρόπο που στην αρχαία εποχή οι Έλληνες ήταν διαιρεμένοι σε Ίωνες και Δωριείς. Είναι ένα πράγμα να δεχόμαστε τον όρο ως αυτοπροσδιοριστικό και άλλο να πιστεύουμε -;oπως πολλοί από αυτούς τότε- ότι η διαίρεση ανταποκρινόταν σε μια ιστορική πραγματικότητα, ότι οι ονομασίες αυτές αντιστοιχούσαν σε κοινή καταγωγή από τον Iωνα και τον Δώρο.
Είναι αναγκαίο να γίνεται διάκριση ανάμεσα στην αντικειμενική αλήθεια και τη «μεταλήθεια» -όσο και αν η τελευταία έχει γίνει του συρμού. Πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε κάτι που «υπάρχει» ως φαντασιακή οντότητα, ως αντικείμενο σκέψης ή ταύτισης πολλών ανθρώπων, και κάτι που υπάρχει αντικειμενικά, όπως ο Ατλαντικός Ωκεανός ή ο νόμος της βαρύτητας. Τα γεγονότα είναι γεγονότα. Αλλά και μια ιδέα, μια πίστη σε κάτι, μπορεί να αποτελεί γεγονός, εφόσον εμπνέει και κινητοποιεί μεγάλες ομάδες πληθυσμού.
Μια τέτοια ιδέα είναι και αυτή της Αριστεράς και της Δεξιάς. Γεννήθηκε με τη Γαλλική Επανάσταση. Στην Εθνική Συνέλευση, η μερίδα που ήταν πιο φιλική προς τον βασιλιά είχε τοποθετηθεί στα δεξιά του προέδρου, ενώ η άλλη μερίδα κατελάμβανε την αριστερή πτέρυγα. Σχηματίστηκαν βαθμιαία δύο αντίπαλες ιδεολογικές κοινότητες με τη μεταξύ τους αντίθεση εκφρασμένη «τοπογραφικά». Το περιεχόμενο της αντίθεσης ήταν και παρέμεινε ρευστό και μεταβαλλόμενο. Αυτός ήταν, πιθανώς, ο λόγος για τον οποίο ο Μαρξ και ο Ενγκελς ουδέποτε χρησιμοποιούν το σχήμα Δεξιάς - Αριστεράς στις αναλύσεις τους. Αναρωτιέται κανείς εύλογα, πώς σύγχρονοι δηλωμένοι μαρξιστές δεν προβληματίζονται πάνω σ' αυτό. Ούτε ο Λένιν χρησιμοποιεί αυτή την ορολογία, μόνο σε αναφορά προς κατά την κρίση του κομματικές «παρεκκλίσεις» προς τα αριστερά ή τα δεξιά, εννοώντας αντίστοιχα την υπερτίμηση και υποτίμηση της δύναμης του αντιπάλου.
Σήμερα, η αναφορά στην «Αριστερά» παραπέμπει στο νέο, στο πρωτοποριακό, στην πρόοδο, ενώ η «Δεξιά» στο παλιό και στη συντήρηση του στάτους κβο. Η πρόοδος συντελείται με την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, και με μεταρρυθμίσεις. Οι τελευταίες εισάγονται με πολιτικά μέσα. Τα κύρια εμπόδια στις μεταρρυθμίσεις είναι κατεστημένα και διαπλεκόμενα συμφέροντα, δηλαδή ομάδες ιδιωτικών και συντεχνιακών συμφερόντων που λειτουργούν ως ομάδες πίεσης. Το να αυτοπροσδιορίζονται ως «αριστερές» και να παρουσιάζονται υπό το ένδυμα της «προόδου» δεν αλλάζει τον πραγματικό τους χαρακτήρα. Όλο και περισσότεροι είναι αυτοί που αντιλαμβάνονται την αλήθεια αυτή, πράγμα που εξηγεί την υποχώρηση της πίστης σε μια μανιχαϊκή τομή μεταξύ μιας «προοδευτικής» Αριστεράς από τη μια και μιας «οπισθοδρομικής» Δεξιάς από την άλλη.
Πιο πρακτικός και πιο άμεσος διαχωρισμός, με άμεση σχέση, θα ήταν εκείνος ανάμεσα στο ανοιχτό και το κλειστό, το ελεύθερο και το περιοριστικό. Το δίπολο αυτό μπορεί να αφορά κόμματα, συγκεκριμένα προγράμματα ή μέτρα, καθώς και πολιτικές, προσωπικές στάσεις. Στον σύγχρονο κόσμο, αυτός ο διαχωρισμός είναι κυρίαρχος και κρίνει τους όρους υπό τους οποίους συντελείται η πρόοδος.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 23.7.2019.