Της Μαρίας Χούκλη
«…Στα 16 διάβαζα Μαρξ και πίστευα ότι κάποια στιγμή ο καπιταλισμός θα σταματήσει και θα πάμε στο επόμενο στάδιο της εξέλιξης της κοινωνίας που είναι ο σοσιαλισμός. Για μένα ήταν νομοτελειακό αυτό. Πίστευα ότι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο θα σταματήσει. Διαψεύστηκα. Τώρα ξέρω ότι δεν υπάρχει νομοτέλεια. Μπορεί να γίνει, μπορεί και να μην γίνει …»
Τάδε έφη Αλέξης Τσίπρας τον Απρίλιο του 2008, στο περιοδικό Schooligans, σε συνέντευξη με αφορμή την εκλογή του στην ηγεσία ενός κόμματος σε ηλικία μόλις 33 ετών. Οι νεαροί συντάκτες τον είχαν ρωτήσει αν υπάρχει κάτι που πίστευε στα 16 του και αποδείχθηκε πλάνη. Η απάντηση ήταν καταφατική και προσγειωμένη.
Δυο μήνες νωρίτερα, στις 10 Φεβρουαρίου –σαν σήμερα– είχε αναδειχθεί πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, γεγονός που χαιρετίστηκε και από πολιτικούς αντιπάλους τους ως θετική εξέλιξη στην κομματική ζωή του τόπου.
Έκτοτε συνέβησαν πολλά, πάρα πολλά. Γύρισε ο κόσμος ανάποδα.
Τον Δεκέμβριο του 2008 ζητούσε να αφοπλιστεί η αστυνομία και να καταργηθούν τα ΜΑΤ, προκειμένου «να σπάσει κάθε υπόγεια διασύνδεση τους με ακροδεξιές ομάδες».
Και τον Φεβρουάριο του 2013, ανεβασμένος στην καρότσα ενός αγροτικού, εξέφραζε τη συμπαράστασή του στα «δίκαια αιτήματα της περήφανης αγροτιάς».
Τώρα, εν έτει 2016, χαρακτηρίζει τους αγρότες «εγωιστές», επειδή δεν δέχονται να συναντηθούν.
Και ενόψει της καθόδου τους στο Σύνταγμα υπενθυμίζει ότι τα αρμόδια όργανα θα αναλάβουν να πράξουν τα δέοντα, αν διασαλευθεί η τάξη στον κέντρο της πρωτεύουσας. «Διότι σε αυτήν τη χώρα υπάρχουν νόμοι και κανόνες».
Τι χωρίζει τις αντικρουόμενες θέσεις εκτός της χρονολογίας που διατυπώθηκαν;
Καταλύτης για να μετατραπούν τα ΜΑΤ από «παρακρατικοί μηχανισμοί» σε θεματοφύλακες της νομιμότητας και η περηφάνια των αγροτών σε «εγωισμό» είναι η αλλαγή της θεσμικής ιδιότητα του φορέα τους.
Ο Αλέξης Τσίπρας τότε ήταν πρόεδρος κόμματος της αντιπολίτευσης, σήμερα είναι πρωθυπουργός.
Βεβαίως, δεν είναι ο μόνος πολιτικός που ευρισκόμενος στην αντιπολίτευση κολάκευσε επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες, έταξε τον ουρανό με τα άστρα και μετά άλλαξε στάση καθήμενος στο βαρύ γραφείο του Μεγάρου Μαξίμου.
Μάλλον αποτελεί τον κανόνα ο πολιτικός - Ιανός που βλέπει το εκάστοτε πρόβλημα άλλοτε ως δίκαιο αίτημα και άλλοτε σαν απαίτηση κακομαθημένων συντεχνιών. Είναι ζήτημα κοινοβουλευτικής γεωγραφίας. Εγώ ένας Άλλος.
Κάποτε όμως πρέπει να υψωθεί τείχος στον λαϊκισμό και στην πολιτική του υδραργύρου. Δεν είναι στραβός ο γιαλός, αλλά ο τρόπος που τον προσεγγίζουμε είτε βρισκόμαστε στην πρύμνη είτε στην πλώρη του καραβιού.
Η αλλαγή μπορεί να συμβεί εδώ και τώρα. Όμως, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Μόνο έτσι θα έχει αντίκρισμα. Η συγκυρία ευνοεί, γιατί η αντιπολίτευση στο μεγαλύτερο κομμάτι της θέλοντας και μη «θα βάλει πλάτη».
Από τις τοποθετήσεις των επικεφαλής των κομμάτων –αν απομονώσουμε την αμήχανη κριτική τους– προκύπτει ότι έχουν συνειδητοποιήσει πως τα προβλήματα είναι τεράστια και όποιος μοιράσει πάλι χάντρες θα βρει μπροστά του βράχους.