Ποιος από εμάς θα φανταζόταν πως το ελληνικό κράτος θα ανταποκρινόταν τόσο αποτελεσματικά στην κρίση του κορωνοϊού; Η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Πάρα πολύ λίγοι. Η εικόνα του ελληνικού Δημοσίου μέχρι πρότινος ήταν η εικόνα ενός κακοδιάθετου και μάλλον απεριποίητου ταμία στα διόδια, που δεν σου έλεγε ποτέ καλημέρα, όσο κι αν του χαμογελούσες. Και όταν σου έδινε πίσω τα ρέστα δεν σε κοιτούσε ποτέ στα μάτια.
Ιδιωτικό ήταν το χαμόγελο, η καλημέρα σας, το καλό σας ταξίδι, η περιποιημένη στολή στα διόδια της Αττικής οδού. Αυτή ήταν η αίσθησή μας για το κράτος μας και ο καθένας μας έχει τις δικές του ιστορίες να μοιραστεί.
Σήμερα όμως το κράτος, το ελληνικό Δημόσιο που δεν εκτιμούσαμε, αυτό για το οποίο αγανακτούσαμε, που κατηγορούσαμε για τους φόρους που πληρώναμε, αυτό το ίδιο το κράτος έρχεται να μας εκπλήξει.
Είναι το κράτος στου οποίου τη διαχείριση εμπιστευόμαστε τη ζωή μας και την ασφάλειά μας. Είναι το κράτος που φροντίζει στο μέτρο του δυνατού να αποκαταστήσει το εισόδημα των πληγέντων, να πάρει οικονομικά μέτρα ανακούφισης, να σχεδιάσει λύσεις χρηματοδότησης με εγγυήσεις του Δημοσίου. Είναι το κράτος που έχει διαλέξει σοβαρούς ανθρώπους να ηγηθούν αυτής της κρίσης και να επικοινωνούν μαζί μας. Είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την ανθρωποκεντρικότητά του, την ταπεινότητα, αλλά και την αποφασιστικότητα που έδωσε τον τόνο σε όλους μας.
Το κράτος μας δεν άλλαξε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ούτε η οργάνωσή του ούτε η δομή του. Είναι οι νέες φυσιογνωμίες που έχουν αναδειχθεί σε αυτήν την κρίση και που σηματοδοτούν μια διαφορετική προσέγγιση στη διαχείριση και τη φυσιογνωμία του. Οργανώνουν τα νοσοκομεία αναφοράς, συνεργάζονται αποτελεσματικά με τον ιδιωτικό τομέα παροχής υγείας, συντονίζουν και ενεργοποιούν δωρεές και προσφορές από όλους. Ολα αυτά τα επικοινωνούν με ειλικρίνεια, επιστημοσύνη και ανθρωπιά. Μας εμπνέουν, μας καθοδηγούν, μας ενεργοποιούν σε ένα όραμα, ένα στόχο. Να βγούμε όσο γίνεται πιο σύντομα και με τις λιγότερες απώλειες από αυτή την κρίση όλοι μαζί, και με ένα πιο σύγχρονο κράτος.
Οταν υπάρχει ένας στόχος οριοθετημένος και περιγραμμένος, με υψηλές ηθικές αξίες, για τον οποίο νιώθουμε υπερήφανοι, τότε δημιουργείται αυτή η μαγική δύναμη που μας βγάζει τον καλύτερο εαυτό μας και όλοι μαζί συντασσόμαστε για την υλοποίησή του. Μήπως όμως είμαστε φτιαγμένοι μόνο για τα μεγάλα και τα υπερθετικά, τα αναγκαία και τα επείγοντα και δεν μπορούμε να διαχειριστούμε την κανονικότητα;
Είναι διδακτική η θύμηση της ιστορίας των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα το 2004. Είχαμε και τότε έναν στόχο, ένα όραμα, να αποδείξουμε στον υπόλοιπο κόσμο πως είμαστε αντάξιοι της κληρονομιάς μας, να οργανώσουμε τους καλύτερους αγώνες της Ιστορίας. Ταυτιστήκαμε όλοι σε αυτήν την προσπάθεια, ήμασταν οι τέλειοι οικοδεσπότες. Χιλιάδες εθελοντές, άψογη διοργάνωση, γεμάτα στάδια, γιορτές όλη τη μέρα, πάρτι όλη τη νύχτα. Ολες αυτές οι εικόνες χαράς στη μεγαλύτερη ελληνική στιγμή που η γενιά μας έχει βιώσει. Και ύστερα;
Ούτε οι λέξεις ούτε οι εικόνες μπορούν να περιγράψουν, πώς όλη αυτή η προσπάθεια έσβησε και μαράθηκε, απαξιώθηκε όπως οι εγκαταλειμμένες αθλητικές εγκαταστάσεις. Ξεχάστηκε όλη η χαρά και στη θέση της επανήλθε η κρατική κωλυσιεργία, η αδιαφορία στον κόπο και τα χρήματα των φορολογουμένων. Σάπισαν, απαξιώθηκαν, λεηλατήθηκαν τα περισσότερα ολυμπιακά έργα. Εμειναν εκεί να μας θυμίζουν πως όταν το όραμα έπαψε να μας συγκινεί και οι στόχοι υλοποιήθηκαν, η καθημερινότητα μας έπνιξε και το κράτος ενδύθηκε τον παλιό κακό του εαυτό. Επαναπαυθήκαμε στις δάφνες της πετυχημένης διοργάνωσης και ξεχάσαμε όλους τους νέους στόχους, οράματα αλλά και κατευθύνσεις. Μας έλειπε η αίσθηση του επείγοντος, του σημαντικού, του σπουδαίου. Μήπως όμως μόνο έτσι εμείς οι Ελληνες πετυχαίνουμε; Μήπως δεν μπορούμε να οργανωθούμε γύρω από μια κανονικότητα; Να δουλέψουμε και να προσπαθήσουμε; Να συνεργαστούμε; Να σεβαστούμε;
Με τρομάζουν οι ομοιότητες των Ολυμπιακών αγώνων και της αντίδρασής μας στον κορωνοϊό. Μήπως και αυτή η επιτυχία στην αντιμετώπιση είναι μια φωτοβολίδα, ένα διαφημιστικό που δεν θα γίνει ποτέ προϊόν; Στο χέρι μας είναι αυτή η ατυχής παγκόσμια συγκυρία να μας αλλάξει πορεία σαν χώρα, σαν λαό, σαν Ελληνες, σαν ανθρώπους, σαν φίλους, σαν συζύγους, σαν συναδέλφους και σαν γονείς.
Η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να μας εμπνέει με μικρούς αλλά και μακρόπνοους στόχους. Με ειλικρίνεια, με ταπεινότητα, με αίσθηση ευθύνης απέναντι σε όλους μας, με σεβασμό στα χρήματα του ιδιωτικού τομέα. Η ελπίδα υπάρχει, τα δείγματα μέχρι στιγμής είναι θετικά, τα πρόσωπα που διαχειρίζονται τις καταστάσεις έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη μας, αλλά η επόμενη μέρα θα είναι πολύ δύσκολη. Οι αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης του κράτους δεν μπορεί παρά να είναι τεράστιες, μαζί και το πολιτικό κόστος. Τα παραδείγματα από τις επιτυχίες της ψηφιακής διακυβέρνησης δείχνουν σε έναν βαθμό τον δρόμο. Θα χρειαστούμε ένα κράτος που θα εμπιστευόμαστε, θα χαιρόμαστε να μας προστατεύει, θα σέβεται τους φόρους μας, θα μας δίνει χώρο να αναπτυχθούμε και κυρίως θα μας εμπνέει και θα μας ενώνει.
Το σύνθημα είναι 51+49 ίσον 100 για την επόμενη μέρα, που θα ξυπνάμε και θα ζούμε με ένα όραμα μικρό, καθημερινό, ταπεινό αλλά και ουσιαστικό.
Να γίνουμε λίγο καλύτεροι και μαζί με εμάς και η Ελλάδα μας. Γιατί οι μεγάλοι στόχοι κάποια στιγμή τελειώνουν. Θα καταφέρουμε αυτή τη φορά να διαχειριστούμε το μετά;
Καλή ανάσταση σε όλους μας.
* Η στήλη «51+49» δημοσιεύεται στην οικονομική εφημερίδα «Liberal markets» που κυκλοφορεί με τον «Φιλελεύθερο» του Σαββάτου
Φωτογραφία: Eurokinissi