Θυμάμαι τον Σημίτη που στο μέσον της πρώτης του θητείας, υπολειπόταν δημοσκοπικά του Κώστα Καραμανλή δύο ποσοστιαίες μονάδες. Τον κέρδισε τελικά με μία μονάδα (43,7% - 42,7%). Θυμάμαι τον Κώστα Καραμανλή που επίσης στο μέσον της πρώτης πρωθυπουργίας του προηγούνταν του Γιώργου Παπανδρέου με δύο μονάδες. Τον κέρδισε με τέσσερις (41,8% - 38,1%). Πριν τον Σημίτη πάμε πολύ πίσω, μετά τον Γιώργο κανένας δεν κέρδισε δεύτερη θητεία.
Σας πληροφορώ ότι τόσο ο Σημίτης όσο και ο Καραμανλής στο μέσον της πρώτης τους θητείας ένιωθαν πανευτυχείς με τα δημοσκοπικά ποσοστά που είχαν στο μέσον της θητείας τους. Παρά το γεγονός ότι ο Σημίτης έβλεπε την πλάτη του αντιπάλου (στις δημοκοπήσεις πάντα) και μετά ο Καραμανλής ένιωθε την ανάσα του Γιώργου στον σβέρκο του, ήξεραν αμφότεροι ότι (ως πρωθυπουργοί) είχαν τις πιθανότητες νίκης με το μέρος τους. Έτσι κι έγινε. Στην κάλπη, ο Σημίτης έκανε την μικρή ανατροπή, ο Καραμανλής διεύρυνε ελαφρώς την διαφορά.
Τι νόημα έχουν αυτά τα δυο ιστορικά παραδείγματα, θα αναρωτηθείτε. Κι όμως έχουν. Διότι τα πάντα γύρω μας πιστοποιούν ότι αν η οικονομική και κοινωνική κανονικότητα ζορίζονται στην επιστροφή τους, η πολιτική κανονικότητα όχι μόνο έχει πια επέλθει αλλά και παγιωθεί. Γι' αυτό και θυμήθηκα τον Σημίτη και τον Καραμανλή, τους δύο τελευταίους εκπρόσωπους του τότε δικομματισμού, που είχε δυο βασικούς κανόνες.
Ο πρώτος ήταν ότι το εκλογικό σώμα εμπιστευόταν (παρά τις πρόσκαιρες φθορές) δυο θητείες σε κάθε πρωθυπουργό που εξέλεγε, ώστε αυτός να μπορέσει να ολοκληρώσει τον κύκλο του. Ο δεύτερος ήταν ότι η μείζων αντιπολίτευση και μέλλουσα (μετά από δυο εκλογές) κυβέρνηση, διατηρούσε παγίως ψηλά τα ποσοστά του σκληρού πυρήνα της. Προσωρινές καταρρεύσεις κυβερνήσεων συναντούσαμε, καταρρεύσεις ή παθολογικό βάλτωμα των αξιωματικών αντιπολιτεύσεων δεν συναντούσαμε ποτέ, με εξαίρεση την Ένωση Κέντρου το μακρινό 1974-77.
Σ' αυτή την συγκυρία, όλα τα δημοσκοπικά ευρήματα φωνάζουν ότι η πολιτική κανονικότητα των δύο πρωθυπουργικών θητειών βρίσκεται σε πλήρη ισχύ, ο Κυριάκος διατηρεί προβάδισμα δέκα μονάδων μέσα σε συνθήκες που κανονικά θα ‘πρεπε να εξαερώσουν την κυβέρνηση του. Παραλλήλως είναι η πρώτη φορά που συναντάμε το φαινόμενο μιας μείζονος αντιπολίτευσης που δεν υπολείπεται μόνο δέκα μονάδες από την κυβέρνηση, αλλά με το χαλί στρωμένο στα πόδια της υπολείπεται 7,5 ολόκληρες μονάδες από το δικό της εκλογικό ποσοστό.
Τέλος πάντων, φαντάζομαι κάποτε τον Σημίτη ή τον Καραμανλή να προηγούνται δέκα μονάδες του αντιπάλου τους στο μέσο της θητείας τους. Πάρτι στο Σύνταγμα θα στήνανε. Με αυτό το +10% να έχει προκύψει μετά την μέγιστη φθορά που θα μπορούσαν να εισπράξουν και με τον αντίπαλο τους να υπολείπεται 7,5% από το εκλογικό του ποσοστό και να αποδεικνύεται ανίκανος να εισπράξει έστω και μία μονάδα από τις κυβερνητικές ζημιές.
Ξέρω τι θα πουν στην Κουμουνδούρου. Ότι δεν είμαστε ούτε στην εποχή Σημίτη, ούτε στην εποχή Καραμανλή. Αμ αυτό είναι το λάθος τους. Αυτοί νομίζουν ότι είμαστε στην εποχή των μνημονίων και της οργής…