Το γεγονός μου το μετέφερε συγγενικό μου πρόσωπο: όταν άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος στην απογραφέα της γειτονιάς του είδε δύο γυναίκες που κρατούσαν ένα μικρό παιδί να τον κοιτούν με ένα βλέμμα όλο αγωνία μέχρι να διαπιστώσουν αν θα τις υποδεχόταν με εχθρότητα.
Δηλαδή μια γυναίκα απογραφέας για να διεκπεραιώσει το έργο που ανέλαβε επ' αμοιβή μάλλον γιατί χρειαζόταν αυτά τα χρήματα, ζήτησε ως «ενίσχυση» και μάλλον για να δημιουργεί τον οίκτο τη βοήθεια άλλης μιας γυναίκας και έσερναν μαζί τους κι ένα παιδί, ως ασπίδα.
Αυτό είναι κατάντια. Όχι δική τους, βέβαια αλλά δική μας, όλων μας. Δείχνει μια κοινωνία σε αποσύνθεση που δεν έχει χάσει τη λογική της μόνο έχει χάσει την ανθρωπιά της. Γιατί ό,τι και να πιστεύεις για την απογραφή, ό,τι τρελαμάρα και να κουβαλάς στο άδειο σου κεφάλι, αν είσαι άνθρωπος δεν επιτίθεσαι στους συμπολίτες σου που κάνουν μια δουλειά.
Είναι λάθος να αναζητούμε τις αιτίες του φαινομένου αποκλειστικά στην ψυχιατρική ή την κοινωνία ψυχολογία. Πολιτικό είναι το πρόβλημα και μας συμβαίνει επειδή έχει απαξιωθεί η έννοια της δημοκρατίας.
Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι βέβαια ένας τρόπος οργάνωσης του κοινού βίου αλλά είναι ο καλύτερος τρόπος οργάνωσης του βίου γιατί είναι ένα βαθιά ανθρωπιστικό σύστημα που εδραιώνεται πάνω σε ηθικές ποιότητες όπως η φιλαλληλία, η αλληλεγγύη, η αποδοχή του πλησίον.
Γιατί τι άλλο είναι η φιλελεύθερη δημοκρατία εξόν από ενεργητική, πραγματική, απτή επίδειξη αλληλεγγύης προς τον διπλανό μας και ειδικά τον ασθενέστερο;
Τελικά, σε ποιο Θεό πιστεύουν οι συμπολίτες μας που αναγκάζουν μια γυναίκα, μια εργαζόμενη που χρειάζεται τα χρήματα που δίνει η ΕΛΣΤΑΤ να κουβαλάει, εν μέσω πανδημίας, το παιδάκι της μαζί ώστε να αποφύγει τον προπηλακισμό;
Στο όνομα ποιας πίστης, ποια ιδεολογίας κάποιος μεταμορφώνεται σε τέρας για να προπηλακίσει τον συμπολίτη του; Ποιο είναι αυτό το δόγμα που δίνει τέτοιες εντολές στους θιασώτες του;
Ποιος είναι αυτός που κατάφερε να πείσει κάποιους ότι αν τους απογράψουν μετά θα τους πάρουν τα παιδιά, όπως κατήγγειλε ο πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ σε συνέντευξή του στο Liberal;
Κι εμείς, πού ήμασταν όταν αυτό συνέβαινε; Με τι ασχολούμασταν, τι συζητούσαμε; Πώς δεν πήραμε χαμπάρι ότι κάποιοι ξεπάτωναν την κοινωνία σπέρνοντας την αμφιβολία για την αξία της αλληλεγγύης δηλαδή της φιλελεύθερης δημοκρατίας;
Αναρωτιόμαστε αν έστω και τώρα βλέπουν κάποιοι ότι οι τύπου QAnon συνωμοσίες που κυκλοφορούν για μήνες, για χρόνια ανενόχλητες στο διαδίκτυο, χωρίς καμία παρέμβαση από τις αρχές έχουν τραγικές συνέπειες; Γιατί η συνωμοσία ότι το κράτος μαζεύει τα παιδιά συνδέεται κι αυτή με την πανδημία.
Τι έκαναν οι αρχές για να εντοπίσουν και να συλλάβουν όσους διαδίδουν ανενόχλητοι εξωφρενικές ιστορίες; Ελληνικά μιλάνε όλοι αυτοί, δηλαδή είναι πανεύκολο να τους εντοπίσεις ακόμα και στο αχανές διαδίκτυο!
Πόσα είναι τα επεισόδια εναντίον των απογραφέων, αναρωτηθήκαμε με σκεπτικισμό μόλις πρωτοδιαβάσαμε για τους «αρνητές» των απογραφών. Μετά μάθαμε ότι είναι πολύ διαδεδομένη στάση στη Γερμανία. Αλλά και ελάχιστοι να είναι οι αρνητές δεν έχει καμία σημασία, στην πραγματικότητα. Και λίγοι αρκούν για να κάνουν ένα ορατό ένα πρόβλημα που μέρα με την ημέρα γιγαντώνεται.
Κοντά στους «αρνητές της απογραφής», οι συμμορίες στα δημόσια σχολεία και μάλιστα της πρωτεύουσας. Όπως και οι κάθε είδους αρνητές, έτσι και οι χούλιγκαν-μαθητές είναι πολύ ελκυστικό θέμα για ρεπορτάζ, για σχολιασμό στα σόσιαλ μήντια, για ασκήσεις ύφους, για την ακρίβεια αλλά γίνεται απωθητικό ως πρόβλημα που όλοι μας έχουμε την ευθύνη να επιλύσουμε.
Δεν υπάρχουν δικαιολογίες γι αυτό που ζει η χώρα. Για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία «πέφτουμε από τα σύννεφα» με την πραγματικότητα.
Φταίμε όλοι. Και φταίμε γιατί πιστεύουμε πως όλα αυτά συμβαίνουν σε κάποιο περιθώριο, μακριά από όλους εμάς που ασφαλείς, βολεμένου απλώς σχολιάζουμε «τους λούμπεν».
Πόσο «χάι» όμως μπορεί να είναι η ζωή σε μια κοινωνία με τρομαγμένα θηριάκια;
Έστω κι έτσι πρέπει, επιτέλους, να το σκεφτούμε.