Του Σπύρου Βλαχόπουλου*
Το Σύνταγμα δεν καθιερώνει συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα, αφήνοντας τη ρύθμισή του στον κοινό νομοθέτη. Προβλέπει μόνο, ύστερα από τη θετική στο σημείο αυτό συνταγματική αναθεώρηση του 2001, ότι το «εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών [δηλαδή με διακόσιους βουλευτές]» (άρθρο 54 παρ. 1). Κατά τα λοιπά, ο κοινός νομοθέτης είναι ελεύθερος να ακολουθήσει οποιοδήποτε εκλογικό σύστημα με απώτατο όριο της ευχέρειάς του την απαγόρευση μετατροπής της εκλογικής πλειοψηφίας σε κοινοβουλευτική μειοψηφία. Με άλλες λέξεις, το πρώτο σε ψήφους κόμμα πρέπει να είναι και πρώτο κόμμα σε κοινοβουλευτικές έδρες.
Η πρόσφατη κατάτμηση της Β'' εκλογικής Περιφέρειας Αθηνών θέτει όμως τον προβληματισμό, μήπως χρειάζεται μια γενικότερη και γενναία αναθεώρηση του εκλογικού μας συστήματος και ιδίως της χάραξης των εκλογικών περιφερειών. Κυρίως τίθεται το ζήτημα μήπως θα πρέπει να δημιουργηθούν πολλές μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, όπου η κάθε πόλη ή η κάθε συνοικία στις μεγάλες πόλεις ή το σύνολο περισσότερων μικρών οικισμών θα εκλέγουν τον δικό τους βουλευτή. Με το σύστημα αυτό, θα υπάρχει λ.χ. ο βουλευτής Εξαρχείων στην Αθήνα, ο βουλευτής Καλαμαριάς στη Θεσσαλονίκη κ.ο.κ.
Το σύστημα αυτό εμφανίζει αρκετά πλεονεκτήματα. Κυρίως έχει το θετικό ότι ενισχύει τους δεσμούς αντιπροσώπευσης μεταξύ βουλευτή και εκλογικού σώματος, σε μια εποχή όπου οι δεσμοί αυτοί είναι ανύπαρκτοι με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κρίση του κοινοβουλευτικού συστήματος. Επίσης, διευκολύνει την εκλογή νέων και άξιων ανθρώπων με δράση στην τοπική κοινωνία, χωρίς να είναι απαραίτητη η υποστήριξη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Υπάρχει βέβαια και η άλλη όψη του νομίσματος: Οι πολύ μικρές εκλογικές περιφέρειες ευνοούν την ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων μεταξύ βουλευτή και ψηφοφόρου. Πάντως και χωρίς να υποτιμάται η σημασία αυτού του μειονεκτήματος, οι πελατειακές σχέσεις υφίστανται και με το σημερινό σύστημα και, πέραν τούτου, μπορούν να αντιμετωπισθούν με άλλους, πιο αποτελεσματικούς και θεσμικούς τρόπους, όπως με την περαιτέρω θωράκιση του ΑΣΕΠ.
Θα πρέπει πάντως να τονισθεί ότι ένα αμιγές σύστημα μικρών εκλογικών περιφερειών δεν είναι εφικτό, αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος η μειοψηφία στο σύνολο του πληθυσμού να γίνει κοινοβουλευτική πλειοψηφία (και αντιστρόφως). Για να το πούμε με ένα παράδειγμα: Μπορεί το κόμμα Α πανελλαδικά να έχει το 35% των ψήφων και να κερδίσει 120 μονοεδρικές περιφέρειες και το κόμμα Β να κερδίσει το 30% των ψήφων και 130 μονοεδρικές περιφέρειες. Χρειάζεται συνεπώς ένα σύστημα εξομάλυνσης, αντίστοιχο του γερμανικού συστήματος, που θα διασφαλίζει ότι δεν θα ανατρέπεται η λαϊκή ετυμηγορία.
*Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι Καθηγητής Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
** Αναδημοσίευση από τον «Φιλελεύθερο» της Παρασκευής 13 Ιουλίου 2018
Φωτογραφία: Intimenews