Του Αλέξανδρου Σκούρα
Τον χειμώνα του 2011, και ενώ ζούσα στις ΗΠΑ για μόλις 6 μήνες, βρέθηκα στην Τακόμα της πολιτείας της Ουάσινγκτον ως επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας ενός υποψηφίου για το χρίσμα των ρεπουμπλικανών για την προεδρία της χώρας. Οι ρυθμοί των ανταγωνιστικών εκστρατειών, όπως θα έχουν καταλάβει πολλοί συμπολίτες αυτή την εβδομάδα, είναι εξοντωτικοί με δεκατέσσερις έως και δεκαέξι ώρες δουλειάς την ημέρα. Όταν λοιπόν έψαχνα για σπίτι και έπιπλα στην Τακόμα επέλεξα ένα στούντιο των 20 τ.μ. στο λεγόμενο Μπάκινγχαμ (μην φανταστείτε τίποτα παλάτια, απλά δείτε την φωτογραφία).
Όταν λοιπόν εργάζεσαι 14-16 ώρες τη μέρα, το σπίτι, οι ανέσεις και τα έπιπλα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Έτσι, αντί για φούρνο αγόρασα μια τοστιέρα, αντί για καθιστικό είχα μία καρέκλα και ένα τραπέζι, και αντί για κανονικό κρεβάτι κοιμόμουν σε ένα φουσκωτό που είχα αγοράσει από τα K-Mart.
Το πρώτο βράδυ που κοιμήθηκα στο φουσκωτό ξύπνησα έντρομος. Χάρη σε μία τρύπα το φουσκωτό ξεφούσκωσε και βρισκόμουν κοντά στο πάτωμα σκεπασμένος από μπόλικο πλαστικό. Ως τυπικός Έλληνας, δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία στην απόδειξη της αγοράς με αποτέλεσμα να μην μπορώ να την βρω. Λέω μέσα μου, δεν μπορεί, Αμερική είναι εδώ και ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Θα πάω χωρίς απόδειξη και θα απαιτήσω να μου το αντικαταστήσουν το φουσκωτό κρεβάτι. Όντως, το επόμενο πρωί πήγα στο κατάστημα και απαίτησα την αντικατάσταση. Περίμενα να δω αν θα άκουγα δικαιολογίες ότι έφταιγα εγώ, ότι δεν γίνονται αλλαγές ή τουλάχιστον ότι χωρίς απόδειξη δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το αίτημά μου. Αντί για δικαιολογίες, η κυρία που ήταν υπάλληλος στην εξυπηρέτηση πελατών μου χαμογέλασε και μου είπε “Φυσικά, μπορείτε να πάτε να το πάρετε από τον διάδρομο και συγνώμη για την ταλαιπωρία σας”.
Αυτή η προσωπική εμπειρία ήταν πρωτόγνωρη και διδακτική για κάποιον που κατάγεται από μία χώρα όπου κανείς δεν εμπιστεύεται σχεδόν κανέναν. Σύμφωνα με την προ μηνών ανάλυση του World Values Survey που έκανε ο Θοδωρής Γεωργακόπουλος της διαΝΕΟσις στην Καθημερινή, “Οι Ελληνες δεν μοιάζουν να εμπιστεύονται ούτε τους άλλους ανθρώπους: περισσότεροι από εννιά στους δέκα διαφωνούν με την άποψη ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι άξιοι εμπιστοσύνης, μόνο 61% εμπιστεύονται τους γείτονές τους, και μόνο ένας στους πέντε εμπιστεύεται ανθρώπους άλλης εθνικότητας ή θρησκείας. Η δυσπιστία είναι ακόμα πιο έντονη απέναντι σε ανθρώπους που συναντάμε για πρώτη φορά: μόνο ένας στους 10 Ελληνες δηλώνει έτοιμος να εμπιστευθεί καινούργιους ανθρώπους στη ζωή του.”
Πολλοί πιστεύουν ότι η αντιστροφή αυτής της κατάστασης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για ένα καλύτερο μέλλον στη χώρα μας και η άποψη αυτή με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Η επιζητούμενη αλλαγή στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν είναι θέμα προσωπικής απόφασης αλλά θέμα θεσμών. Η επόμενη κυβέρνηση, αν θέλει να βελτιώσει το κοινωνικό και οικονομικό κλίμα, οφείλει να μεριμνήσει ώστε η δικαιοσύνη να αποδίδεται γρηγορότερα, αμερόληπτα, και εξίσου για όλους τους πολίτες. Πρέπει οι κανόνες της οικονομικής δραστηριότητας να γίνουν απλούστεροι και να εφαρμόζονται περισσότερο πιστά. Πρέπει η πολιτεία να δώσει ισχυρά αντικίνητρα σε όσους προδίδουν την εμπιστοσύνη των συμπολιτών τους ώστε να γίνει πιο εύκολο σε όσους είναι τίμιοι και καθαροί να εμπιστευτούν.
Αν αναρωτιέστε πως μοιάζει μία κοινωνία που χαρακτηρίζεται από τα υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης, μπορείτε να δείτε και αυτό το καταπληκτικό βίντεο για τη Δανία: